Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

ΑΠΟΨΗ για "Χαρταετοι πάνω απο την πολη", συγγραφεας Καλεντ Χοσεινι, εκδόσεις Ψυχογιος με την ματιά της Ioanna Bouna

Χαρταετοι πάνω απο την πολη
συγγραφεας Καλεντ Χοσεινι
εκδόσεις Ψυχογιος
Περίληψη
Ο νεαρός Αμίρ ζει στην Καμπούλ με τον στοργικό αλλά αυστηρό πατέρα του. Αποφασισμένος να του αποδείξει την αξία του, παίρνει μέρος σ' έναν παραδοσιακό αγώνα με χαρταετούς. Ο Χασάν, πιστός φίλος και υπηρέτης του, είναι πρόθυμος, όπως πάντα, να τον βοηθήσει. Κανένα απ' τα δυο αγόρια όμως δεν μπορούσε να προβλέψει ότι αυτό που θα συνέβαινε στον Χασάν εκείνο το απόγευμα του αγώνα θα άλλαζε για πάντα τη ζωή τους. Μετά την εισβολή των Ρώσων και τη φυγή του Αμίρ στην Αμερική, ο νεαρός Αφγανός θα συνειδητοποιήσει ότι κάποια μέρα θα αναγκαστεί να επιστρέψει στην πατρίδα του μόνο και μόνο για να βρει αυτό που δεν μπορεί να του χαρίσει ο καινούργιος κόσμος του: τη λύτρωση.
*******
Ενα υπεροχο βιβλίο ,υμνος στην αγαπη και και στην φιλία .Εξαιρετικα καλογραμμενο με πολυ δυνατες στιγμες ,οι ηρωες πολυεπίπεδοι , εντονοι ..Ενα βιβλιο αριστουργημα που απλα πρεπει να διαβασεις.Νομίζω άξια πια συγκαταλέγεται στα πιο αγαπημενα μου βιβλία. Οι στιγμες στην Καμπουλ την εποχη των ταλιμπαν ηταν γροθια στο στομαχι ,πραγματα απλα όπως ενα βλεμμα ή λιγο πιο δυνατη φωνη μπορουσαν απλα να ειναι μοιραια ...Ο φανατισμος και η τρομοκρατια στο υπερτατο μεγεθος...σε κανει να αγαπας την πατρίδα σου λιιιιγο πιο πολυ...





Καλέντ Χοσεϊνί - Πρόλογος για τη 10η επέτειο έκδοσης του βιβλίου ΧΑΡΤΑΕΤΟΙ ΠΑΝΩ ΑΠ' ΤΗΝ ΠΟΛΗ  

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ 10η ΕΠΕΤΕΙΟ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
 
Όταν άρχισα να γράφω το Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη, το Μάρτιο του 2001, ήθελα να διηγηθώ μια ιστορία για δικό μου λογαριασμό, την οποία είχα συλλάβει ουσιαστικά ως ιστορία δυο αγοριών: το ένα ήταν διχασμένο, βρισκόταν σε μια κατάσταση ρευστή, αβέβαιη, και από συναισθηματική και από ηθική άποψη· το άλλο ήταν αγνό, πιστό, πατούσε σε πιο στέρεο έδαφος λόγω της καλοσύνης και της ακεραιότητάς του. Ήξερα ότι η φιλία τους ήταν καταδικασμένη και ότι η σύγκρουση στην οποία θα οδηγούνταν θα επηρέαζε καθοριστικά τη ζωή τους. Το γιατί και πώς θα συνέβαινε αυτό ήταν τα ερωτήματα που δεν έπαψαν να με απασχολούν καθ’ όλη τη διάρκεια της συγγραφής. Ήξερα ότι έπρεπε να γράψω το Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη για να βρω την αλήθεια, αλλά νόμιζα ότι το έγραφα κυρίως για τον εαυτό μου, για να μάθω εγώ ο ίδιος αυτές τις απαντήσεις.
 
          Μπορεί να φανταστεί κανείς την έκπληξή μου όταν συνειδητοποίησα πόσο θερμά υποδέχτηκαν αυτό το βιβλίο άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο, αμέσως μόλις εκδόθηκε. Ακόμα εκπλήσσομαι όταν παίρνω γράμματα από την Ινδία, τη Νότια Αφρική, το Τελ Αβίβ, το Σίντνεϊ, το Λονδίνο, το Άρκανσο∙ είναι από αναγνώστες που θέλουν να μου εκφράσουν το πάθος και τον ενθουσιασμό τους για το βιβλίο μου. Πολλοί θέλουν να στείλουν χρήματα στο Αφγανιστάν∙ κάποιοι θέλουν να υιοθετήσουν παιδιά από το Αφγανιστάν. Σε αυτές τις επιστολές διακρίνω την απίστευτη δύναμη της λογοτεχνίας να ενώνει τους ανθρώπους και συνειδητοποιώ ξανά και ξανά πόσο οικουμενικές είναι ορισμένες ανθρώπινες εμπειρίες: η ντροπή, η ενοχή, η μεταμέλεια, η φιλία, η αγάπη, η συγχώρεση, η εξιλέωση.
 
          Η παιδική ηλικία του Αμίρ λειτούργησε ως αντανάκλαση της δικής μου με πολλούς τρόπους, κι έτσι ξέρω πολύ καλά τι είδους επίδραση μπορεί να έχει η πραγματική ζωή στη λογοτεχνία. Μετά την έκδοση του βιβλίου, όμως, έμαθα και την επίδραση που μπορεί να έχει η λογοτεχνία στη ζωή – όχι μόνο στους αναγνώστες αλλά και στον ίδιο το συγγραφέα. Το Μάρτιο του 2003, ενώ το μυθιστόρημα βρισκόταν ακόμα υπό έκδοση, επέστρεψα στην Καμπούλ για πρώτη φορά έπειτα από είκοσι εφτά χρόνια. Παρόλο που τα δυο τρίτα του Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη βασίζονταν σε εμπειρίες της οικογένειάς μου, πρώτα στο Αφγανιστάν και μετά στην Καλιφόρνια, είχα περιγράψει αυτή την επιστροφή του πρωταγωνιστή μου στο Αφγανιστάν προτού εγώ τη ζήσω στ’ αλήθεια. Είχα φύγει από το Αφγανιστάν όταν ήμουν μόλις έντεκα χρόνων, ένας αδύνατος μαθητής στην έβδομη τάξη του σχολείου∙ και επέστρεψα στα τριάντα οχτώ, γιατρός, συγγραφέας, σύζυγος και πατέρας δυο παιδιών.
 
          Σε αυτό το ασυνήθιστο πλαίσιο, η δεκαπενθήμερη παραμονή μου στην Καμπούλ μετατράπηκε σε μια μάλλον σουρεαλιστική εμπειρία, καθώς έβλεπα καθημερινά μέρη και πράγματα τα οποία, κατά κάποιο τρόπο, είχα ήδη δει, νοερά, με τα μάτια του ήρωά μου, του Αμίρ. Έφτασα να θυμηθώ συγκεκριμένες αράδες από το βιβλίο όταν οι δικές μου σκέψεις ταυτίστηκαν πια με του Αμίρ: Ο δεσμός που είχα νιώσει με εκείνη την αρχαία γη με είχε ξαφνιάσει. Νόμιζα πως είχα ξεχάσει αυτή τη γη. Να όμως που δεν την είχα. Ίσως τελικά να μη με είχε ξεχάσει ούτε το Αφγανιστάν. Η συνηθισμένη πρακτική στη λογοτεχνία είναι να γράφεις για πράγματα τα οποία έχεις ήδη βιώσει. Στην Καμπούλ, εγώ βίωνα αυτά που είχα ήδη γράψει.
 
          Πολύ γρήγορα, οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις μνήμες του Αμίρ και τις δικές μου άρχισαν να θολώνουν. Ο Αμίρ είχε βιώσει τις δικές μου αναμνήσεις στις σελίδες του Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη, και τώρα συνειδητοποιούσα ότι ήταν η σειρά μου να ζήσω τις δικές του.
 
          Νομίζω, πάντως, ότι έζησα τη στιγμή της πιο συνταρακτικής και ιλιγγιώδους συνάντησης λογοτεχνίας και πραγματικής ζωής όταν βρέθηκα στο πατρικό μου, στη Βαζίρ Άκμπαρ Χαν, το σπίτι όπου μεγάλωσα, έτσι ακριβώς όπως ο Αμίρ είχε βρεθεί στο παλιό πατρικό του στην ίδια εκείνη γειτονιά. Μου πήρε τρεις μέρες να το ανακαλύψω –δεν είχα διεύθυνση και η γειτονιά είχε αλλάξει δραματικά– αλλά εξακολούθησα να ψάχνω ώσπου εντόπισα τη γνώριμη αψίδα στην αυλόπορτα.
 
          Είχα την ευκαιρία να περπατήσω γύρω από το παλιό μου σπίτι – οι στρατιώτες του Παντζίρ που ζούσαν εκεί ήταν αρκετά γενναιόδωροι ώστε να μου επιτρέψουν αυτή τη μικρή, νοσταλγική περιδιάβαση. Συνειδητοποίησα ότι, όπως είχε συμβεί και στο πατρικό του Αμίρ, η μπογιά είχε ξεθωριάσει στους τοίχους, το χορτάρι είχε αγριέψει, τα δέντρα είχαν χαθεί, οι τοίχοι ήταν φθαρμένοι. Ένιωσα την ίδια έκπληξη με τον ήρωά μου όταν το σπίτι μού φάνηκε πολύ μικρότερο απ’ αυτό που για τόσο πολλά χρόνια είχα μάθει να ονειρεύομαι και να θυμάμαι. Και όταν βγήκα από την αυλόπορτα, μπορώ να πάρω όρκο ότι είδα μια κηλίδα από λάδι στο οδόστρωμα όμοια με αυτές του τεστ Ρόρσαχ, έτσι ακριβώς όπως είχε συμβεί και στον Αμίρ, στο βιβλίο, όταν βρέθηκε στο δρόμο έξω απ’ το σπίτι του πατέρα του. Καθώς αποχαιρετούσα και ευχαριστούσα τους στρατιώτες, συνειδητοποίησα και κάτι ακόμα: Αν δεν είχα γράψει το Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη, θα είχα βιώσει με πολύ πιο έντονο και συναισθηματικά φορτισμένο τρόπο την επίσκεψη στο πατρικό μου, κι αυτό διότι, από μια άποψη, είχα ήδη περάσει την ίδια δοκιμασία. Είχα βρεθεί πλάι στον Αμίρ όταν στάθηκε στην είσοδο του δικού του πατρικού και είχα βιώσει τη δική του αίσθηση απώλειας. Τον παρακολούθησα καθώς άγγιζε τα σκουριασμένα σίδερα της πύλης και χαζέψαμε παρέα την οροφή που είχε σκεβρώσει και τα ρημαγμένα μπροστινά σκαλιά. Το γεγονός ότι είχα γράψει αυτή τη σκηνή έκανε κάπως πιο εύκολο το δικό μου βίωμα, το άμβλυνε, το έκανε λιγότερο έντονο. Ήταν λες και η Τέχνη έπαιρνε τα σκήπτρα από τη Ζωή, λες και την προλάβαινε.
 
          Έχουν περάσει δέκα χρόνια από την πρώτη έκδοση του Χαρταετοί πάνω απ’ την πόλη. Εξακολουθώ ν’ αγαπώ αυτό το βιβλίο. Το αγαπώ όπως θα αγαπούσε κάποιος ένα δύσκολο, παράξενο, δύστροπο και άτακτο παιδί που ταυτόχρονα είναι βαθιά έντιμο και μεγαλόψυχο. Και φυσικά εξακολουθώ να εκπλήσσομαι με τον ενθουσιασμό του κόσμου απέναντί του, όλα αυτά τα δέκα χρόνια κυκλοφορίας. Ως συγγραφέας, είμαι κατενθουσιασμένος όταν οι αναγνώστες ανταποκρίνονται τόσο θετικά στην ιστορία, στις ανατροπές της πλοκής, στους χαρακτήρες, στον Αμίρ με τα προβλήματα και τις ενοχές του, στον Χασάν με την αγνότητα και την καταδίκη που κουβαλά. Ως Αφγανό, με τιμά που οι αναγνώστες μού λένε ότι αυτό το βιβλίο τούς βοήθησε να αντιληφθούν το Αφγανιστάν ως έναν πραγματικό, υπαρκτό τόπο, κάτι παραπάνω από όσα άκουγαν κάποτε στις ειδήσεις για τις σπηλιές του Τόρα Μπόρα, τα λιβάδια με τις παπαρούνες και τον Μπιν Λάντεν. Είναι μεγάλη τιμή όταν οι αναγνώστες μού λένε ότι το μυθιστόρημά μου τους επέτρεψε να δώσουν στο Αφγανιστάν ένα πρόσωπο ανθρώπινο και οικείο, και ότι στο εξής δεν αντιμετωπίζουν την πατρίδα μου συγκαταβατικά, σαν ακόμα έναν τόπο δυστυχίας, αιώνιων προβλημάτων και συγκρούσεων. Ελπίζω το ίδιο να ισχύει και για εσάς.
 
          Σας ευχαριστώ, όπως κάθε φορά, για τη στήριξη και το κουράγιο.
 
ΚΑΛΕΝΤ ΧΟΣΕΪΝΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου