" Ψυχή Γραμμένη " του Κώστα Μπέζα.
Ένα πολύ τρυφερό βιβλίο που αναφέρεται στην αγάπη του συγγραφέ για την γιαγιά του.Όλοι έχουμε αισθανθεί πρόμοια συναισθήματα για τις γιαγιάδες μας,οπότε διαβάζοντας αυτό το βιβλίο γεμίζει η ψυχή μας με μια γλύκα.
Ομως μέσα από τις αναμνήσεις του συγγραφέα,μας αποκαλύπτονται μεγάλες αλήθειες της ζωής αφού οι γιαγιάδες όλου του κόσμου με πολύ απλά λόγια καταφέρνουν να μεταδώσουν τα μεγαλύτερα μαθήματα στα εγγόνια τους.
Διαβάζουμε στην σελίδα 20:<<<Βλέπαμε στην οθόνη μια ακόμη σκηνή από τα μαθήματα ζωής που μου έδινε σιωπηλά και διακριτικά η γιαγιά Μαρία χρησιμοποιώντας τους πιο απλούς,τους πιο ταπεινούς τρόπους.Μου κολλούσε κίτρινα χαρτάκια σημειώσεων στο πανωφόρι.'Εγραφε οδηγίες ζωής και τα καρφίτσωσε εκεί που δεν μπορούσε κανένας να τα ξεκολλήσει αλλά ούτε και να καταλάβει πώς κρεμάστηκαν τόσα πολλά χαρτάκια με τόσες σημειώσεις πάνω μου.
Η οικογένεια για τη γιαγιά είχε πολύ μεγάλη σημασία.Τη ρώτησα κάποτε σχετικά με το δίλημμα,οικογένεια με δυσκολίες ή ανεξαρτησία και καριέρα.
<<Κάτσε λίγο κάτω να σου διηγηθώ μια ιστορία>> μου είπε.
<<Σε ένα παλιό σπίτι σε έναα διπλανό χωριό ζούσαν δύο αδέλφια.Ο ένας στη μια πλευρά του σπιτιού μαζί με τα τρία παιδιά και τη γυναίκα του και ο άλλος στο άλλο μισό μόνος του αλλά έχοντας αποκτήσει πολλά λεφτά.Κάθε βράδυ,μετά τη δουλειά,από τη μια πλευρά του σπιτιού ακούγονταν γέλια και φωνές από τα παιχνίδια της οικογένειας.Από την άλλη πλευρά,του πλούσιου,δεν ακουγόταν τίποτα.Μόνο το χτύπημα των χρυσών νομισμάτων κάπου κάπου,όταν ο ανύπαντρος και μόνος αδερφός φρόντιζε να αποθηκεύσει μετά τομέτρημσα τα πλούτη που συσσώρευε.Μια μέρα όμως σκέφτηκε ότι τη μοναξιά του δεν την αντέχει και πρότεινε στον αδελφό του να του δανείσει χρήματα που είχε ανάγκη,με την προυπόθεση όμως ότι τα ανίψια του κάθε βράδυ θα έπαιζαν μαζί του και όχι στο σπίτι τους.
>>Ο φτωχός αδελφός μέσα στην ανάγκη του δέχτηκε αμέσως την πρόταση αυτή χωρίς δεύτερη σκέψη.Λίγες μέρες μετά οι φωνές ακούγονταν από το άλλο δωμάτιο και η σιωπή τύλιγε το διπλανό.
>>Ύστερα από πολλές μέρες καταμέτρησης νομισμάτων,ο πατέρας των παιδιών πήγε δίπλα στον αδελφό του και ζήτησε τα παιδιά του πίσω,επιστρέφοντας όλα τα νομίσματα που είχε πάρει.Δεν ήθελε άλλα λεφτά,ήθελε μόνο γέλια και ζωή>>.
Η γιαγιά μου με μια απλή ιστορία,που ίσως και η ίδια να δημιούργησε,μου έμαθε να περιφρονώ τα λεφτά εφόσον και δίχως αυτά μπορώ να απολαύσω τη ζωή και την οικογένεια.Τόσο απλά όμως.>>
Αλλά και στην σελίδα 46 διαβάουμε:<<Την είχα ρωτήσει μια άλλη φορά που μου περιέγραφε πόσο φτωχή ήταν,πόσο υπέφερε από τις στερήσεις και τα βάσανα της ζωής:
<<Ποια είναι η πραγματική φτώχεια, γιαγιά;>>
<<Κώστα μου,φτώχεια είναι να είσαι τρομαγμένος σε κάθε σου στιγμή.Να φοβάσαι κάθε ώρα και κάθε μέρα που έρχεται.Δεν είναι φτώχεια η ζωή που ζεις,επειδή την περνάς λιτά.Όχι.Είναι ένα αυναίσθημα η φτώχεια.Γι αυτό να ξέρεις ότι υπάρχουν και πλούσιοι που ζουν επί τούτου φτωχικά και στερημένα,αλλά δεν αισθάνονται να χάνονται κάθε μέρα και κάθε στιγμή.Αυτοί δεν είναι φτωχοί.Τη φτώχεια τη νιώθεις πρώτα και ύστερα τη ζεις,κι αν δεν τη νιώσεις τότε ούτε και τη ζεις.Αλλά να θυμάσαι τα λόγια της γιαγιάς.Ο φόβος μπορεί να αγριεύει τη ζωή,αλλά η σιγουριά κάνει τον άνθρωπο απάνθρωπο >>.
Όμως πόσο σπουδαίο μάθημα είναι και στην σελίδα 48 και 49:<<Γιαγιά,ποιο είναι,λες εσύ,το πιο δυνατό πράγμα στη Γη;>>την είχα ρωτήσει μια μέρα που πηγαίναμε στον Παρασκιάτη,στη βρύση που προμηθευόμασταν νερό.Εκείνη,ζαλωμένη με τριχιά,τη βιτσέλα τη μεγάλη,μου έδωσε ένα παγούρι να βαστάω και μου απάντησε:<<Μόλις κατέβουμε στον Παρασκιάτη θα σου απαντήσω,Κώστα μου >>.
<<Φτάσαμε στον Παρασκιάτη,όνομα και πράγμσα,μια χαράδρα που ανάμεσά της περνούσε τρεχούμενο νερό από τα ψηλότερα βουνά και κάπου στο κέντρο,βρύσες από βαθιές πηγές ανέβλυζαν κρυστάλλινα νερά.Πλατάνια τεράστια,σχεδόνοριζόντια φυτρωμένα,ήταν σαν να είχαν γείρει για να φτιάξουν ένα καταπράσινο σκέπαστρο από πλατανόφυλλα.Οι ρίζες τους τεράστιες,έβγαιναν έξω από το έδαφος σαν τεράστια πλεγμένα φίδια.Μια σκεπαστή βρύση που έκρυβε τον ήλιο,όχι όμως και το φως του,βγαλμένη από έναν επιγειο παράδεισο.Μέσα σ όλο αυτό το φυσικό αρχαίο σκηνικό,ακούγονταν νερά να τρέχουν από τις βρύσες,πουλιά να κελαηδούν και κάπου κάπου ο αέρας ξεσήκωνε κλαδιά και έριχνε τα βαριά φύλλα κάνοντας το κάτω ίδιο με το πάνω.Έβαλε κάτω από τις βρύσες - που σκόρπιζαν,χωρίς διακοπές,αθάνατο νερό από τα πιο μυστικά πηγάδια της ηπειρώτικης γης - τα παγούρια και το μεγάλο ξύλινο βαρέλι και με κάλεσε κοντά της.
<<Κοίτα εδώ>> είπε και χτύπησε τον βράχο με το σκόπι.<< Ο βράχος,αν και σκληρός,τρώγεται και φθείρεται λίγο λίγο από το νερό.Το απαλό νεράκι διαλύει τη σκληρή πέτρα.Το αδύναμο νικάει με την επιμονή του το δυνατό.Και γίνεται,Κώστα μου,αυτό που δεν μπορεί να γίνει.Σιγά σιγά>>.Με έκανε μια αγκαλιά μεγάλη,μου φίλησε το κεφάλι και μου είπε:<<Ψυχή μου γραμμένη,εσύ >>.
Η γιαγιά έδειχνε στο εγγόνι της την ίδια τη ζωή μέσα από το ρυάκι του Παρασκιάτη.Να πιστεύεις αυτό που δεν βλέπεις μπροστά στα μάτια σου,αλλά γίνεται στα μάτια σου μπροστά,με κάποιον τρόπο φανερό.Να κοιτάζεις αυτό που προετοιμάζεται να συμβεί,όμως την προετοιμασία του κανείς δεν τη βλέπει.Να εκτιμάς τη δύναμη της επιμονής,της συνέπειας και του ακατάπαυστου αγώνα γι αυτό που θέλεις να καταφέρεις.Και να προσπαθείς με την ευαισθησία σου και τη φαινομενική αδυναμία σου να κάνεις τους σκληρούς δρόμους να παραμερίζουν στο τέλος εκείνοι.Γιατί η ευαισθησία και η αδυναμία είναι τελικά η ίδια η δύναμη.>>
Πόσο μεγαλειώδη λόγια είναι της γιαγιάς Μαρίας για την ρίγανη στην σελίδα 52:<<Κοίταξε εδώ τη ρίγανη.,Κώστα μου.Είναι ξερικιά.Φυτρώνει σε μέρη άγονα όπως εδώ.Σε βουνά,σε βράχους και βραχούλες.Βαστάει τις πλαγιές.Αντέχει την παγωνιά,υπομένει και τη ζέστη.Δεν έχει ανάγκη κανέναν.Όσο λιγότερο νερό καταφέρει να πάρει,τόσο περισσότερο μυρίζει.Όταν την κόψεις άγαρμπα εκείνη φυτρώνει πάλι.Είναι πολύτιμη και σπάνια,κι όταν είναι χλωρή κι όταν γίνει ξερή.Όσο εμείς την ξεραίνουμε,τόσο πιο έντονο άρωμα βγάζει.Είναι σκληρή και μαλακιά μαζί η ρίγανη.Είναι αγωνίστρια,θεραπευτική,μοναχική και αξιοπρεπής.Προσφέρει και δίνεται σε κάθε μορφή της.Δεν ζητάει σχεδόν τίποτα,δίνει όμως τα πάντα.Και όλα όσα δίνει είναι ξεχωριστά.Γιατρεύει τα τραύματα,κλείνει τις πληγές.Γίνε σαν τη ρίγανη,ζήσε όπως αυτή.Μην περιμένεις κανέναν και τίποτα για να ανθίσεις και να μυρίσεις.Όπου κι αν σε κλείσουν, εσύ να μοσχοβολάς.Να δίνεις ό,τι μπορείς,μη ζητάς τίποτα.Θα δεις ότι και χωρίς να ζητάς θα βρίσκεται τρόπος να παίρνεις.Να είσαι σαν αυτή >>.
Πόσα χρόνια πέρασαν για να καταλάβω τι μου έλεγε εκείνη τη μέρα στης Γιαννούλας η γιαγιά.Πόσα πολλά πράγματα κρύβει μέσα της η ρίγανη.Πόσο δίκιοείχε.Πόση γνώση έκρυβαν τα λόγια της.>>
Πολλά θα ήθελα να αναφέω γι αυτή την απλή και συνάμα σοφή και παραδοσιακή Ηπειρώτισσα που δεν "έζησε",με μοναδικό σκοπό να "ζήσει"την οικογένειά της.(σελίδα 8 ),αλλά θα σταματήσω εδώ για να αφήσω τον καθένα που θα διαβάσει αυτό το βιβλίο,να ανακαλείψει μόνος του όλες τις σοφίες που βρίσκονται στις σελίδες του.
Συγχαρητήρια στον Κώστα Μπέζα γι αυτό το τόσο τρυφερό βιβλίο που έγραψε.
Πάντα επιτυχίες!!!!!!!!!!!!!!!
Flora Matte
Ένα πολύ τρυφερό βιβλίο που αναφέρεται στην αγάπη του συγγραφέ για την γιαγιά του.Όλοι έχουμε αισθανθεί πρόμοια συναισθήματα για τις γιαγιάδες μας,οπότε διαβάζοντας αυτό το βιβλίο γεμίζει η ψυχή μας με μια γλύκα.
Ομως μέσα από τις αναμνήσεις του συγγραφέα,μας αποκαλύπτονται μεγάλες αλήθειες της ζωής αφού οι γιαγιάδες όλου του κόσμου με πολύ απλά λόγια καταφέρνουν να μεταδώσουν τα μεγαλύτερα μαθήματα στα εγγόνια τους.
Διαβάζουμε στην σελίδα 20:<<<Βλέπαμε στην οθόνη μια ακόμη σκηνή από τα μαθήματα ζωής που μου έδινε σιωπηλά και διακριτικά η γιαγιά Μαρία χρησιμοποιώντας τους πιο απλούς,τους πιο ταπεινούς τρόπους.Μου κολλούσε κίτρινα χαρτάκια σημειώσεων στο πανωφόρι.'Εγραφε οδηγίες ζωής και τα καρφίτσωσε εκεί που δεν μπορούσε κανένας να τα ξεκολλήσει αλλά ούτε και να καταλάβει πώς κρεμάστηκαν τόσα πολλά χαρτάκια με τόσες σημειώσεις πάνω μου.
Η οικογένεια για τη γιαγιά είχε πολύ μεγάλη σημασία.Τη ρώτησα κάποτε σχετικά με το δίλημμα,οικογένεια με δυσκολίες ή ανεξαρτησία και καριέρα.
<<Κάτσε λίγο κάτω να σου διηγηθώ μια ιστορία>> μου είπε.
<<Σε ένα παλιό σπίτι σε έναα διπλανό χωριό ζούσαν δύο αδέλφια.Ο ένας στη μια πλευρά του σπιτιού μαζί με τα τρία παιδιά και τη γυναίκα του και ο άλλος στο άλλο μισό μόνος του αλλά έχοντας αποκτήσει πολλά λεφτά.Κάθε βράδυ,μετά τη δουλειά,από τη μια πλευρά του σπιτιού ακούγονταν γέλια και φωνές από τα παιχνίδια της οικογένειας.Από την άλλη πλευρά,του πλούσιου,δεν ακουγόταν τίποτα.Μόνο το χτύπημα των χρυσών νομισμάτων κάπου κάπου,όταν ο ανύπαντρος και μόνος αδερφός φρόντιζε να αποθηκεύσει μετά τομέτρημσα τα πλούτη που συσσώρευε.Μια μέρα όμως σκέφτηκε ότι τη μοναξιά του δεν την αντέχει και πρότεινε στον αδελφό του να του δανείσει χρήματα που είχε ανάγκη,με την προυπόθεση όμως ότι τα ανίψια του κάθε βράδυ θα έπαιζαν μαζί του και όχι στο σπίτι τους.
>>Ο φτωχός αδελφός μέσα στην ανάγκη του δέχτηκε αμέσως την πρόταση αυτή χωρίς δεύτερη σκέψη.Λίγες μέρες μετά οι φωνές ακούγονταν από το άλλο δωμάτιο και η σιωπή τύλιγε το διπλανό.
>>Ύστερα από πολλές μέρες καταμέτρησης νομισμάτων,ο πατέρας των παιδιών πήγε δίπλα στον αδελφό του και ζήτησε τα παιδιά του πίσω,επιστρέφοντας όλα τα νομίσματα που είχε πάρει.Δεν ήθελε άλλα λεφτά,ήθελε μόνο γέλια και ζωή>>.
Η γιαγιά μου με μια απλή ιστορία,που ίσως και η ίδια να δημιούργησε,μου έμαθε να περιφρονώ τα λεφτά εφόσον και δίχως αυτά μπορώ να απολαύσω τη ζωή και την οικογένεια.Τόσο απλά όμως.>>
Αλλά και στην σελίδα 46 διαβάουμε:<<Την είχα ρωτήσει μια άλλη φορά που μου περιέγραφε πόσο φτωχή ήταν,πόσο υπέφερε από τις στερήσεις και τα βάσανα της ζωής:
<<Ποια είναι η πραγματική φτώχεια, γιαγιά;>>
<<Κώστα μου,φτώχεια είναι να είσαι τρομαγμένος σε κάθε σου στιγμή.Να φοβάσαι κάθε ώρα και κάθε μέρα που έρχεται.Δεν είναι φτώχεια η ζωή που ζεις,επειδή την περνάς λιτά.Όχι.Είναι ένα αυναίσθημα η φτώχεια.Γι αυτό να ξέρεις ότι υπάρχουν και πλούσιοι που ζουν επί τούτου φτωχικά και στερημένα,αλλά δεν αισθάνονται να χάνονται κάθε μέρα και κάθε στιγμή.Αυτοί δεν είναι φτωχοί.Τη φτώχεια τη νιώθεις πρώτα και ύστερα τη ζεις,κι αν δεν τη νιώσεις τότε ούτε και τη ζεις.Αλλά να θυμάσαι τα λόγια της γιαγιάς.Ο φόβος μπορεί να αγριεύει τη ζωή,αλλά η σιγουριά κάνει τον άνθρωπο απάνθρωπο >>.
Όμως πόσο σπουδαίο μάθημα είναι και στην σελίδα 48 και 49:<<Γιαγιά,ποιο είναι,λες εσύ,το πιο δυνατό πράγμα στη Γη;>>την είχα ρωτήσει μια μέρα που πηγαίναμε στον Παρασκιάτη,στη βρύση που προμηθευόμασταν νερό.Εκείνη,ζαλωμένη με τριχιά,τη βιτσέλα τη μεγάλη,μου έδωσε ένα παγούρι να βαστάω και μου απάντησε:<<Μόλις κατέβουμε στον Παρασκιάτη θα σου απαντήσω,Κώστα μου >>.
<<Φτάσαμε στον Παρασκιάτη,όνομα και πράγμσα,μια χαράδρα που ανάμεσά της περνούσε τρεχούμενο νερό από τα ψηλότερα βουνά και κάπου στο κέντρο,βρύσες από βαθιές πηγές ανέβλυζαν κρυστάλλινα νερά.Πλατάνια τεράστια,σχεδόνοριζόντια φυτρωμένα,ήταν σαν να είχαν γείρει για να φτιάξουν ένα καταπράσινο σκέπαστρο από πλατανόφυλλα.Οι ρίζες τους τεράστιες,έβγαιναν έξω από το έδαφος σαν τεράστια πλεγμένα φίδια.Μια σκεπαστή βρύση που έκρυβε τον ήλιο,όχι όμως και το φως του,βγαλμένη από έναν επιγειο παράδεισο.Μέσα σ όλο αυτό το φυσικό αρχαίο σκηνικό,ακούγονταν νερά να τρέχουν από τις βρύσες,πουλιά να κελαηδούν και κάπου κάπου ο αέρας ξεσήκωνε κλαδιά και έριχνε τα βαριά φύλλα κάνοντας το κάτω ίδιο με το πάνω.Έβαλε κάτω από τις βρύσες - που σκόρπιζαν,χωρίς διακοπές,αθάνατο νερό από τα πιο μυστικά πηγάδια της ηπειρώτικης γης - τα παγούρια και το μεγάλο ξύλινο βαρέλι και με κάλεσε κοντά της.
<<Κοίτα εδώ>> είπε και χτύπησε τον βράχο με το σκόπι.<< Ο βράχος,αν και σκληρός,τρώγεται και φθείρεται λίγο λίγο από το νερό.Το απαλό νεράκι διαλύει τη σκληρή πέτρα.Το αδύναμο νικάει με την επιμονή του το δυνατό.Και γίνεται,Κώστα μου,αυτό που δεν μπορεί να γίνει.Σιγά σιγά>>.Με έκανε μια αγκαλιά μεγάλη,μου φίλησε το κεφάλι και μου είπε:<<Ψυχή μου γραμμένη,εσύ >>.
Η γιαγιά έδειχνε στο εγγόνι της την ίδια τη ζωή μέσα από το ρυάκι του Παρασκιάτη.Να πιστεύεις αυτό που δεν βλέπεις μπροστά στα μάτια σου,αλλά γίνεται στα μάτια σου μπροστά,με κάποιον τρόπο φανερό.Να κοιτάζεις αυτό που προετοιμάζεται να συμβεί,όμως την προετοιμασία του κανείς δεν τη βλέπει.Να εκτιμάς τη δύναμη της επιμονής,της συνέπειας και του ακατάπαυστου αγώνα γι αυτό που θέλεις να καταφέρεις.Και να προσπαθείς με την ευαισθησία σου και τη φαινομενική αδυναμία σου να κάνεις τους σκληρούς δρόμους να παραμερίζουν στο τέλος εκείνοι.Γιατί η ευαισθησία και η αδυναμία είναι τελικά η ίδια η δύναμη.>>
Πόσο μεγαλειώδη λόγια είναι της γιαγιάς Μαρίας για την ρίγανη στην σελίδα 52:<<Κοίταξε εδώ τη ρίγανη.,Κώστα μου.Είναι ξερικιά.Φυτρώνει σε μέρη άγονα όπως εδώ.Σε βουνά,σε βράχους και βραχούλες.Βαστάει τις πλαγιές.Αντέχει την παγωνιά,υπομένει και τη ζέστη.Δεν έχει ανάγκη κανέναν.Όσο λιγότερο νερό καταφέρει να πάρει,τόσο περισσότερο μυρίζει.Όταν την κόψεις άγαρμπα εκείνη φυτρώνει πάλι.Είναι πολύτιμη και σπάνια,κι όταν είναι χλωρή κι όταν γίνει ξερή.Όσο εμείς την ξεραίνουμε,τόσο πιο έντονο άρωμα βγάζει.Είναι σκληρή και μαλακιά μαζί η ρίγανη.Είναι αγωνίστρια,θεραπευτική,μοναχική και αξιοπρεπής.Προσφέρει και δίνεται σε κάθε μορφή της.Δεν ζητάει σχεδόν τίποτα,δίνει όμως τα πάντα.Και όλα όσα δίνει είναι ξεχωριστά.Γιατρεύει τα τραύματα,κλείνει τις πληγές.Γίνε σαν τη ρίγανη,ζήσε όπως αυτή.Μην περιμένεις κανέναν και τίποτα για να ανθίσεις και να μυρίσεις.Όπου κι αν σε κλείσουν, εσύ να μοσχοβολάς.Να δίνεις ό,τι μπορείς,μη ζητάς τίποτα.Θα δεις ότι και χωρίς να ζητάς θα βρίσκεται τρόπος να παίρνεις.Να είσαι σαν αυτή >>.
Πόσα χρόνια πέρασαν για να καταλάβω τι μου έλεγε εκείνη τη μέρα στης Γιαννούλας η γιαγιά.Πόσα πολλά πράγματα κρύβει μέσα της η ρίγανη.Πόσο δίκιοείχε.Πόση γνώση έκρυβαν τα λόγια της.>>
Πολλά θα ήθελα να αναφέω γι αυτή την απλή και συνάμα σοφή και παραδοσιακή Ηπειρώτισσα που δεν "έζησε",με μοναδικό σκοπό να "ζήσει"την οικογένειά της.(σελίδα 8 ),αλλά θα σταματήσω εδώ για να αφήσω τον καθένα που θα διαβάσει αυτό το βιβλίο,να ανακαλείψει μόνος του όλες τις σοφίες που βρίσκονται στις σελίδες του.
Συγχαρητήρια στον Κώστα Μπέζα γι αυτό το τόσο τρυφερό βιβλίο που έγραψε.
Πάντα επιτυχίες!!!!!!!!!!!!!!!
Flora Matte
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου