Σάββατο 23 Μαρτίου 2019

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στην ΚΛΑΙΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ για το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ στην ΛΙΤΣΑ ΛΑΜΠΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ!

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ  ΣΤΗΝ  ΚΛΑΙΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ


Βιογραφικό:

Η ΚΛΑΙΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ γεννήθηκε στην Ελλάδα και πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια στη Γερμανία. Ζει στην Αθήνα με τον άντρα της και τα τέσσερα σκυλιά τους και λατρεύει τα ταξίδια. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Διδακτική Ξένων Γλωσσών και την Εκπαιδευτική Αξιολόγηση. Επίσης έχει σπουδάσει φωτογραφία κι έχει εργαστεί ως φωτογράφος και συντάκτρια σε ελληνικά περιοδικά. Σήμερα εργάζεται σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ασχολείται με την καλλιτεχνική φωτογραφία, συμμετέχοντας σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της Η ΑΠΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ και Η ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΕΣ.

Προφίλ στο facebook: https://www.facebook.com/claire.theodorou
Οπισθόφυλλο:

 Θεσσαλονίκη 1935.

Η Ηλέκτρα δεν έπρεπε να ερωτευτεί τον Δημήτρη. Ο Δημήτρης δεν έπρεπε να ερωτευτεί την Ηλέκτρα. Κι όμως, σε πείσμα των διαφορετικών κόσμων από τους οποίους προέρχονται, της αδυσώπητης δικτατορίας που ζυγώνει και του πολέμου που απλώνεται σαν μαύρο σύννεφο, ο έρωτας τους είναι κεραυνοβόλος, απόλυτος και συνάμα σαρωτικός. Σε μια εποχή όπου όλα αλλάζουν και το σκοτάδι έχει κυριαρχήσει στο φως, σε μια κοινωνία που αδερφός προδίδει και σκοτώνει αδερφό, σε μια πραγματικότητα που τα πάντα - ακόμα και η ίδια η σιωπή - καθορίζονται από την πολιτική απόχρωση που τους αποδίδεται, εκείνοι δεν διστάζουν να ακολουθήσουν τον μόνο δρόμο που μπορούν, εκείνον που προστάζει η ψυχή τους. Και μάλιστα με όποιο τίμημα, με κάθε κίνδυνο, με μόνη ελπίδα το όνειρο που κάποιοι τους αρνήθηκαν να ζήσουν. Άνθρωποι διχασμένοι, μεταμορφωμένοι σε σαρκοβόρα θεριά σε έναν κόσμο, μια χώρα, μια πόλη, μια οικογένεια που παραπαίει στη δίνη του πολέμου. Όχι μόνο του μεγάλου, αλλά κι εκείνου του άλλου: του πιο βρόμικου και ανίερου, του πιο σπαρακτικού και άδικου, του εμφυλίου.
 

Πόσες φορές μηδενίζει το ρολόι της ζωής; Πόσες φορές μπορεί να ξεκινήσει κανείς από την αρχή; Και πόσο “άλικο” μπορεί να είναι το παρελθόν, όταν εισβάλλει απρόσκλητο με τη μορφή τετράγωνων, κατακόκκινων φακέλων στο παρόν ανατρέποντας το μέλλον;

Κρητικές βιβλίου:


Lena manta ( Συγγραφέας) : Μετά τα μυθιστορήματα Η ΑΠΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ και Η ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΕΣ, η Κλαίρη Θεοδώρου ανεβάζει κατακόρυφα τον πήχη, δημιουργώντας ένα μυθιστόρημα-κόσμημα για τους αναγνώστες. Τρυφερό όπου χρειάζεται, σκληρό όπου απαιτείται. Το ιστορικό κομμάτι μπλέκεται αβίαστα στην εξέλιξη αυτού του μυθιστορήματος, ξεπηδάει μέσα από τους ήρωες ,γίνεται καμβάς όπου πάνω του  η συγγραφέας κεντάει με μαεστρία ζωές που δέθηκαν άρρηκτα με την Ιστορία της Ελλάδας. Ο έρωτας που αφήνει στις σελίδες του βιβλίου της είναι συναρπαστικός, δοτικός, έτοιμος για κάθε θυσία αλλά αι γεμάτος πληγές που αιμορραγούν … Άλικος… Σαν το αίμα που κυλάει από σώμα τα, ψυχές, από την Ελλάδα την ίδια…

 Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα σας << 'Αλικες Σιωπές>> Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας και πιο συγκεκριμένα τι ήταν αυτό που σας οδήγησε στη συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου?



Στον πυρήνα του βιβλίου βρίσκεται η ιστορία μιας μεγάλης, απαγορευμένης αγάπης που δοκιμάζεται κατά τη διάρκεια της νεότερης ιστορίας της χώρας μας. Ξεκινά στη Θεσσαλονίκη του 1935, λίγο πριν από τη δικτατορία του Μεταξά, εξελίσσεται στα γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κορυφώνεται στην εποχή του Εμφυλίου και του ανταρτοπόλεμου στα βουνά της Πιερίας, για να καταλήξει εντέλει σε πιο σύγχρονη εποχή, στον Οκτώβριο του 1990. Οι κεντρικοί ήρωες του βιβλίου, άνθρωποι που αγαπιούνται βαθιά, επιλέγοντας να καθοριστούν από όσα τους ενώνουν και όχι από τα τόσα πολλά που τους χωρίζουν, διχάζονται ανάμεσα σε αυτά που τους προστάζει η καρδιά τους και σε εκείνα που ορίζει η ηθική τους, στα όνειρά τους, σε ιδεολογίες κατασκευασμένες και απατηλές, που σύντομα μετατρέπονται στον χειρότερο εφιάλτη. Και τελικά αναρωτιούνται εκείνοι κι εμείς μαζί: μηδενίζει το ρολόι της ζωής; Και αν ναι, πόσες φορές; Μπορεί κανείς να τα αφήσει όλα πίσω του και να ξεκινήσει από την αρχή; Και αν ναι, με ποιο τίμημα;

Η ιδέα της συγκεκριμένης ιστορίας γεννήθηκε μέσα μου κατά τη διάρκεια ενός φωτογραφικού οδοιπορικού στα εγκαταλελειμμένα χωριά της Πίνδου, τα λεγόμενα «πλίνθινα χωριά», τα Κορέστεια, στον επαρχιακό παραμεθόριο δρόμο που ενώνει την Καστοριά με τις λίμνες των Πρεσπών. Τα μέρη εκείνα αιχμαλώτισαν τόσο τον φωτογραφικό μου φακό με το σκουροκόκκινο χρώμα τους, όσο και την ψυχή με τη σκοτεινή τους μελαγχολία, την περιρρέουσα αίσθηση εγκατάλειψης, λήθης και σήψης μαζί, το βάρος της ιστορίας που κουβαλούσαν, μιας ιστορίας βαμμένης με τα πιο μελανά χρώματα, μιας ιστορίας που κανείς μας δεν διδάχτηκε ποτέ στο σχολείο. Μίλησα με τους λιγοστούς, υπέργηρους κατοίκους της περιοχής και άκουσα με προσοχή τις διηγήσεις τους και ανάμεσα τους, μου συστήθηκε ξάφνου νοερά κι ένα νεαρό ζευγάρι: η Ηλέκτρα και ο Δημήτρης, οι πρωταγωνιστές των «Άλικων Σιωπών».


Στα βιβλία σας οι γυναίκες, ως κεντρικά πρόσωπα ενός βιβλίου, έχουν να πουν περισσότερα στον αναγνώστη γι' αυτό και τις επιλέγετε να επιτελέσουν αυτόν τον σκοπό ή η επιλογή είναι τυχαία?



Δεν είμαι βέβαιη αν ισχύει αυτό. Νομίζω ότι εξίσου σημαντικούς ρόλους κατέχουν και οι άντρες στα βιβλία μου, για παράδειγμα ο Άλκης και ο Δημοσθένης στην “Αποικία της Λήθης”, ο Φίλιππος στην “Αγάπη που δεν άκουσες”, ο Δημήτρης και ο Ισίδωρος στις “Άλικες σιωπές”. Ο κάθε ήρωας έχει ένα συγκεκριμένο σκοπό και κάτι σαφές να εκφράσει, ανεξάρτητα από το φύλο του.


Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από την ιστορία του βιβλίου σας? Και αν ναι ποια είναι αυτά?



Θα ήθελα ο αναγνώστης διαβάζοντας τις «Άλικες Σιωπές» να εστιάσει σε όλα εκείνα που μας ενώνουν ως άτομα και ως λαό και όχι σε αυτά που μας δίχασαν τότε και πολλές φορές μας διχάζουν ακόμα και σήμερα. Πιστεύω ακράδαντα πως η Ιστορία επαναλαμβάνεται και ο μόνος τρόπος να αποφύγει κανείς τον φαύλο κύκλο της επανάληψης είναι να μάθει από τα λάθη του παρελθόντος. Παράλληλα το βιβλίο αυτό επικεντρώνεται στη δύναμη της αληθινής αγάπης και του έρωτα που καταφέρνει εντέλει να παρακάμψει τα πάντα: την πολιτική, το κοινωνικό κατεστημένο, τα πρέπει και τα δεν πρέπει, ακόμα και τον ίδιο τον πόλεμο.



Στα βιβλία σας κυριαρχεί το ιστορικό κομμάτι με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε έρευνα. Πόσο δύσκολο είναι για έναν συγγραφέα να το εμπλουτίσει μέσα στην μυθοπλασία του? Σκοπεύετε και στα επόμενα βιβλία σας να συνεχίσετε στο ίδιο μοτίβο?



Η ιστορική έρευνα ιδιαίτερα για την περίοδο του Εμφυλίου ήταν και πολύ δύσκολη και εξαιρετικά χρονοβόρα, τόσο λόγω των πάμπολλων και ιδιαίτερα αντιφατικών μεταξύ τους πηγών όσο και της σκληρότητας των περιγραφών, πολλές εκ των οποίων με στοίχειωσαν κυριολεκτικά. Παρόλα αυτά το όλο εγχείρημα αποτέλεσε για μένα ένα προσωπικό στοίχημα. Ήθελα να μάθω πρώτα απ’ όλα εγώ η ίδια εκ των έσω την ιστορία που σκοπίμως ίσως δεν διδαχτήκαμε ποτέ και στη συνέχεια να την αποδώσω μέσω μιας μυθοπλαστικής αφήγησης που ως στόχο είχε να δείξει την πόλωση, τον διχασμό και τον φανατισμό ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένεια. Δεν είναι λοιπόν μονάχα ο βαθμός δυσκολίας σαφέστατα μεγαλύτερος, όταν επιχειρείς να γράψεις ένα ιστορικό μυθιστόρημα, είναι και ο βαθμός ευθύνης: απέναντι στον εαυτό σου, στους αναγνώστες αλλά και στην ίδια μας την ιστορία, προκειμένου να μείνεις πιστός στην ιστορική αλήθεια και αντικειμενικός στη ροή των γεγονότων.



Όσον αφορά τώρα τα επόμενα βιβλία μου, δεν ξέρω αν μπορεί να μιλήσει κανείς για μοτίβο. Αγαπώ την Ιστορία, ανέκαθεν την αγαπούσα και σίγουρα με έλκει ιδιαίτερα η ιδέα να αποτελεί εκείνη βασικό στοιχείο των αφηγημάτων μου. Από εκεί και έπειτα όμως, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, δεν επιλέγω εγώ τις ιστορίες μου, εκείνες με επιλέγουν. Αναδύονται μέσα μου αναπάντεχα με έναν μαγικό σχεδόν τρόπο κι εγώ ξετυλίγω σιγά σιγά το νήμα τους με σεβασμό, υπηρετώντας τις δικές τους βλέψεις και τη δική τους πορεία.



Πόσες φορές κάποιος μπορεί να ξεκινήσει από την αρχή? 

Από προσωπική –σκληρή – εμπειρία, θα πω όσες θέλει, αλλά πάνω απ’ όλα όσες αντέχει. Σαφέστατα μπορούμε να μηδενίσουμε το ρολόι της ζωής και να ξεκινήσουμε από την αρχή. Αρκεί να βρούμε τη δύναμη μέσα μας να φέρουμε τα πάνω κάτω, αρκεί να το θέλουμε πραγματικά, αρκεί να νιώσουμε πως οτιδήποτε άλλο δεν έχει νόημα ούτε για μας ούτε για κανέναν εμπλεκόμενο. Υπάρχουν βέβαια κι εκείνες οι φορές που το ρολόι της ζωής μηδενίζει ξαφνικά από μόνο του, χωρίς να το περιμένουμε και αυτό πολλές φορές είναι το πιο τρομαχτικό απ’ όλα, γιατί καλούμαστε να κολυμπήσουμε ξάφνου στα βαθιά και μάλιστα χωρίς να το έχουμε επιδιώξει οι ίδιοι. Όπως κι αν έχει, είμαι της φιλοσοφίας πως όλα γίνονται για καλό και όσο δύσκολα, παράλογα και σκληρά και αν μας φαίνονται τα πράγματα κάποιες φορές, στο μέλλον  καταλαβαίνουμε τους λόγους που οδήγησαν σε αυτά. Αλλά ακόμα και αν δεν αγκαλιάσουμε την αλλαγή, θα την ενστερνιστούμε και θα μάθουμε σιγά σιγά να ζούμε ισορροπημένα με αυτή.

Τα βιβλία σας προωθούνται και μέσω βίντεο κλιπ και ποια η γνώμη σας για αυτό?



Μου αρέσει πολύ και με γοητεύει η μεταφορά των γραπτών μου σε εικόνα. Αυτά τα βίντεο γίνονται άλλωστε πάντα ακολουθώντας τις κατευθυντήριες γραμμές που δίνει ο ίδιος ο συγγραφέας, οπότε είναι σαν να αντικρίζεις αυτά, που ως τότε βλέπεις μόνο με τα μάτια της ψυχής σου, ξαφνικά ολοζώντανα μπροστά σου.



Θα ήθελα να μου περιγράψετε εν συντομία έναν από τους βασικούς χαρακτήρες σε κάποιο από τα βιβλία σας και να μας εξηγήσεις το σκεπτικό πίσω από τη διαμόρφωση των βασικών του χαρακτηριστικών,για να μπορέσουν να διακρίνουν οι αναγνώστες του βιβλίου της παρέας ,τις βασικές σου ψυχογραφικές ανησυχίες.



Οι ήρωες μου, όπως ανέφερα και κάπου παραπάνω, κάποια στιγμή, στις αρχές συνήθως της συγγραφικής διαδικασίας μου “συστήνονται”. Τους γνωρίζω ως ολοκληρωμένα άτομα, τους βλέπω μπροστά μου με τα μάτια της φαντασίας μου, έχουν συγκεκριμένα εξωτερικά χαρακτηριστικά, όνομα, προτερήματα, αδυναμίες και πάθη, όπως ο κάθε ένας από εμάς. Είμαι εγώ εκείνη που ακολουθεί τη δική τους πορεία, που παρακολουθεί τα θέλω και τις αποφάσεις τους, με τις οποίες μάλιστα πολλές φορές δεν συμφωνώ. Δεν επεμβαίνω όμως. Η μυθοπλασία είναι τις περισσότερες φορές ένα ορμητικό ποτάμι κι εγώ αφήνομαι απλά να ακολουθώ το ρεύμα. 
 
Ο Cervantes υποστήριζε ότι η πένα είναι η γλώσσα της ψυχής . Η δική σας πένα τι θέλει να εκφράσει?


Μα φυσικά την ψυχή και το είναι μου. Αυτό δεν επιθυμεί στην πραγματικότητα ο κάθε δημιουργός; Αυτή δεν είναι η ουσία της κάθε μορφής τέχνης;



Από τι εμπνέεστε. Θα μπορούσε η εποχή που ζούμε να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για εσάς?



Εμπνέομαι από τα πάντα κι εκεί μάλιστα που δεν το περιμένω ούτε η ίδια: από κάτι που άκουσα στο ραδιόφωνο, από μια σκηνή που παρακολούθησα οδηγώντας στο δρόμο, από μια φράση σε μια ταινία, από κάτι που κρυφάκουσα σε κάποιο εστιατόριο. Η έμπνευση σε βρίσκει πάντα, αρκεί να της το επιτρέπεις. Έτσι λοιπόν, οποιαδήποτε στιγμή μπορεί σαφέστατα να αποτελέσει πηγή έμπνευσης.



Μίλησε μας για την δεύτερη αγάπη σου, την Καλλιτεχνική Φωτογραφία, για τις εκθέσεις που παίρνετε μέρος. Πόσο σημαντική είναι για εσάς αυτή η ενασχόληση? 



Αγαπώ πολύ τη φωτογραφία και τη δύναμη της εικόνας γενικότερα. Έχω συνηθίσει να εντάσσω οτιδήποτε βλέπω σε φωτογραφικά κάδρα κι έχω μάθει να βλέπω την ομορφιά παντού, ακόμα και σε μέρη και καταστάσεις που σαφέστατα κανείς θα τη θεωρούσε απούσα. Και αυτό είναι ένα δώρο που μαζί με τη συγγραφή κάνουν τη ζωή μου πιο όμορφη.



Επόμενο βιβλίο...συνέχεια στης Άλικες Σιωπές, Μίλησε μας γι΄αυτό.



Το επόμενο βιβλίο μου είναι στην  ουσία η συνέχεια των «Άλικων Σιωπών». Θα διαβάζεται βέβαια αυτόνομα και ανεξάρτητα, αφού δεν θα αποτελεί προϋπόθεση η ανάγνωση των «Άλικων Σιωπών» για την κατανόησή του και θα αφορά τις παράλληλες ζωές των δίδυμων κοριτσιών που έφεραν στον κόσμο η Ηλέκτρα και ο Δημήτρης.


Λίτσα μου, σ’ ευχαριστώ πολύ για την όμορφη αυτή συνέντευξη.
Φιλικά
Κλαίρη Θεοδώρου
Για το βιβλίο της παρέας
Λίτσα Λαμπρακοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου