" Το Σ αγαπώ που δεν είπαμε " της Μαρίας Χανιώτου.
Ένα πολύ τρυφερό,ρομαντικό βιβλίο,ύμνος στην αληθινή αγάπη.
Η ιστορία της Ελβίρας ή Εβίτας σε συνεπαίρνει και
πολλές φορές πιάνεις τον εαυτό σου να τον βάζεις στην θέση της.Διαβάζουμε στην σελίδα 47:<< Τούτη τη φορά ήταν προετοιμασμένη.<< Στο κάστρο >>,είπε μόλις μπήκε στο ταξί.Ήταν το μόνο που ήξερε από το βιβλία.Με περισπούδαστο ύφος σαν να είχε περπατήσει πολλές φορές τη γη του κατέβηκε μπροστά στο κάστρο και παρακαλούσε να έβρισκε κοντά στο κάστρο και παρακαλούσε να έβρισκε κοντά κατάλυμα.Όλη η ομορφιά του τοπίου τη στνεπήρε.Ναι,κάτι ξεχωριστό.Να μη θυμίζει σε τίποτε Αθήνα.Προσπέρασε την τεράστεια πύλη του και αφέθηκε στην περιπλάνηση.Τα βήματά της την οδηγούσαν όπου τα μάτια της κοιτούσαν.Το μεγαλοπρεπές διώροφο κτήριο την τραβούσε σαν μαγνήτης να το επισκεφθεί.Φαντάστηκε τα άλογα του ιππικού του Αλή πασά να χλιμιντρίζουν,αρσενικός ιδρώτας να συναγωνίζεται την οσμή των τετράποδων,υπερήφανοι καβαλάρηδες έτοιμοι με τα γιαταγάνια τους να εξορμήσουν για μάχη.Στάθηκε να μετρήσει τα παράθυρα.Έκανε τον γύρο του κτηρίου συνεχίζοντας να μετρά.Πενήντα.Πιο κει τα ερείπια του σαραγιού του Αλή.Έρωτες,πάθη,έχθρες από τις γυναίκες του χαρεμιού - και τι δεν θα είχαν ακούσει αυτές οι πέτρες.Ακόμη και έτσι ρημαγμένοι,διατηρούσε την αλλοτινή του αίγλη.Με τον μικρό οδηγό στο χέρι,άφσε πίσω τους τούρκικους στρατιώτες με τα λουτρά μια και μόλις είχε διαβάσει για το μικρό καφέ που στεγαζόταν στο κτήριο με τις χαρακτηριστικές καμινάδες.Ήθελε έναν καφέ οπωσδήποτε.Άραξε με μια χαλαρή αίσθηση να την κατακλύζει έπειτα από καιρό.<< Όμορφη είναι η ζωή.Μην τη χαραμίζεις >>,της ψιθύριζαν οι πέτρες με τη σοφία τους που είχαν αποκομίσει χρόνια και χρόνια με τους αλλεπάλληλους πολιτισμούς να τις χρησιμοποιούν κατά πώς ήθελαν.Οι Βυζαντινοί,μετά οι Τούρκοι,τώρα οι Έλληνες,όλοι με έναν σκοπό.Να στεγάσουν έρωτες,ανάγκες,έχθρητες.Πάντα οιάνθρωπο θα ξεσχίζονταν αναμεταξύ τους,πάντα κάποιος θα κυριαρχούσε,θα γελούσε με τον πόνο των άλλων που από άρχοντες βρέθηκαν ζητιάνοι,αν όχι στο χώμα.Κύκλους κάνει η ζωή.Ένας αέναος τροχός Ελβίρα,σταματημό δεν έχει.Και εσύ είσαι γατζωμένη πάνω του,στροβιλίζεσαι σε κάθε κύκλο του,αλλά δεν κοιτάς την όαση που εκτείνεται γύρω σου,μόνο τα βαλτοτόπια,και κουρνιάζεις στις λάσπες αντί να γίνεις αετός και να περιδιαβαίνεις υπερήφανη τούτη τη ζωή.Μια στάλα είναι η αφιλότιμη,δεν θα προκάμεις να κάνεις παρά μερικούς γύρους,έτσι να γλυκαθείς από την ομορφιά της,και μετά θα καταποντιστείς όπως τόσοι και τόσοι.
Έχει πίκρες και βάσανα,συνέχιζε τον εσωτερικό της μονόλογο παρέα με τον καφέ της.
Έχει.Μα δεν καταλαβαίνεις πως αυτή είναι η ομορφιά!Πώς θα ξαποστάσεις αν δεν έχεις κάνει έναν ανήφορο γεμάτο ρουμάνια με τέρατα να παραφυλούν!άκουγε να της μιλά η ίδια η ζωή.>>
Η απογοήτευση που έχει στην ψυχή της,την κρατά δέσμια 19 χρόνια αφ ότου χώρησε τον μοναδικό έρωτα της ζωής της.Τίποτε δεν την ηρεμεί και αποφασίζει να φύγει μακρυά απ όλους και απ όλα με την ελπίδα να ξεχάσει.Όμως όταν κουβαλάς την πίκρα μέσα σου,αυτό είναι δύσκολο ακόμη και όταν βρίσκεται μέσα στην Φύση.Και αυτό το βλέπουμε απ αυτά που της λέει ο Ανδρέας,ένας άνθρωπος που συναντά στον δρόμο για την Παναγία την Μολυβοσκέπαστη στην σελίδα 104!<< Η αστραπή στο άσπρο του ματιού της τον σόκαρε.Όμως τώρα πια δεν είχε πισωγύρισμα στα λόγια του.
<<Είναι κρίμα να μαραίνεσαι,όταν τα ρόδα μπομπουκιάζουν ξανά και ξανά.Πάρε παράδειγμα τη Φύση που και μια χρονιά κακή να τύχει την επόμενη απ την αρχή προσπαθεί>>.
Στη σιωπή της συμπλήρωσε:<< Η Φύση μιλάει Ελβίρα >>και άνοιξε το βήμα του αφήνοντάς την μονάχη.
Την τσάντισε ο τρόπος του,οργιζόταν περισσότερο γιατί είχε θυμώσει με τον Ανδρέα,ενώ στην ουσία ήξερε πως έλεγε την αλήθεια.>>
Αλλά και η συζήτηση με την Ξένη την ιδιοκτήτρια της πανσιόν που πάει να μείνει, έχει πολλή σοφία,στην σελίδα 166:<< Ξένη,μη με παρεξηγείς.Χάρηκα για σένα.Όμως δεν μπορώ τη φασαρία.Εκεί όλοι ήταν σε μεγάλα κέφια>>.
<<Και εσύ δεν είσαι.Τίποτε δεν μπορείς.Το έχω καταλάβει.Δεν σε χωράει ο τόπος.Μόνο στο κτήμα θέλεις να πηγαίνεις>>.
<<Πειράζει;Βρήκα με τα άλογα την ηρεμία μου>>.
<<Γιατί δεν βρίσκεις και αλλού χαρά;>>
<<Δεν υπάρχει αλλού>>.
<<Κι όμως,εσύ δεν βλέπεις.Κοιτάνε τα μάτια σου τον δρόμο απλώς για να περπατάς,αν είναι κάτω ένα χρυσό βραχιόλι ούτε που θα το προσέξεις>>.
<<Τι θες να πεις;>>
<<Πως δεν βλέπεις μπροστά σου>>.
<<Βλέπω και καλοβλέπω.Μόλις προ ολίγου τον Αρίστο>>.
<<Μην τους βάζεις όλους τους άνδρες σε ένα σακί και ισοπεδώνεις τα πάντα>>.
<<Φαίνεται πως σε εμένα όλο τέτοιοι μου τυχαίνουν>>.
<<Άκου Ελβίρα,ό,τι καημό έχεις,γιατί έχεις σίγουρα,να τον προσπεράσεις.Ο έρωτας με έρωτα περνάει>>.
<<Το έχω προσπαθήσει πολλές φορές>>.
<<Έλεγες ψέματα τότε ακόμη και στον εαυτό σου.Τον άφηνες λιγάκι να προσπαθήσει δήθεν,εσύ όμως είχες ένα σχοινάκι δεμένο στο ποδαράκι σου.Αν απομακρυνόσουν το τραβούσες και τότε γύριζες πίσω τρέχοντας>>.
<<Δεν καταλαβαίνω>>.
<<Και πολύ καλά μάλιστα.Όταν δεν αφήνεις περιθώρια να ερωτευθείς,γιατί πίστεψέ με ερωτεύεσαι πολλές φορές στη ζωή,ψεύδονται όσοι λένε το αντίθετο,αν δεν αφεθείς στην κυριολεξία,αλλά πας με σκοπό την αποτυχία,έτσι ώστε να έχεις άλλοθι,προσπάθησε να λες,αλλά δεν βγήκε ε...τότε δεν θα βγει ποτέ.Μη μου απαντάς.Αύριο όπως θα προχωράς ώσπου να φτάσεις στο κτήμα,ρίξε μια ματιά στο ποτάμι.Δες το καλά.Κυλάει πάντα μπροστά.Τίποτε δεν το σταματά.Και αν εμπόδιο βρεθεί στα ορμητικά νερά του το παρακάμπτει και το προσπερνά>>.
Δάκρυζε το καζάνι του μυαλού της και για πρώτη φορά της σκούπισαν ξένοι άνθρωποι τα δικά της δάκρυα.>>
Η Μαρία Χανιώτου με το μοναδικό της τρόπο γραφής,έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο αισθηματικό,με πολλές όμορφες εικόνες και περιγραφές,αλλά και με πολλά μηνύματα που σε κάνουν να δεις την ζωή και από άλλη οπτική γωνία,γιατί όπως λέει και στο οπισθόφυλλο:<< Όλα ξεπερνιούνται>>,<<Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός>>.Έτσι της έλεγαν όλοι,αλλά εκείνη ήξερε πως δεν ήταν αλήθεια στη δική της περίπτωση...Ο χρόνος που πέρασε λειτούργησε απλώς σαν αναλγητικό και όχι σαν φάρμακο που έφερε τη λήθη.
Η Εβίτα,έχοντας αλλάξει τα πάντα στη ζωή της,ακόμη και το όνομά της,θα ξεκινήσει ένα μακρύ ταξίδι σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από μια αγάπη που της έκοψε τα φτερά και τη χάραξε για μια ζωή.Θα ξεκινήσει ένα ταξίδι με ανοιχτά πανιά αναζητώντας μια καινούρια ζωή,χωρίς πόνο και θλίψη.
Σε αντίθεση με τη στασιμότητα της ψυχής της,θα περιπλανηθεί έως την άκρη της Ελλάδας,θα συνδεθεί με ανθρώπους και θα κοινωνήσει στις ομορφιές της Πλάσης για να καταλάβει πως η αληθινή αγάπη θα βρει τον τρόπο να ανθίσει ακόμη και μετά από δεκαεννέα στείρα χρόνια αναμονής.>>
Πρώτη φορά η συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο τσέπης,που νομίζω ότι είναι πρακτικό γιατί μπορείς να το διαβάζεις οπουδήποτε.Τελικά είναι ένα μικρό σε μέγεθος βιβλίο,με μεγάλες αλήθειες της ζωής στοπεριεχόμενό του.Πιστεύω πως αξίζει να διαβαστεί από ολους.
Συγχαρητήρια στην Μαρία Χανιώτου γιατί για άλλη μια φορά μας πρόσφερε ένα εξαιρετικό βιβλίο!!
Πάντα Επιτυχίες!!!!!!!
Ένα πολύ τρυφερό,ρομαντικό βιβλίο,ύμνος στην αληθινή αγάπη.
Η ιστορία της Ελβίρας ή Εβίτας σε συνεπαίρνει και
πολλές φορές πιάνεις τον εαυτό σου να τον βάζεις στην θέση της.Διαβάζουμε στην σελίδα 47:<< Τούτη τη φορά ήταν προετοιμασμένη.<< Στο κάστρο >>,είπε μόλις μπήκε στο ταξί.Ήταν το μόνο που ήξερε από το βιβλία.Με περισπούδαστο ύφος σαν να είχε περπατήσει πολλές φορές τη γη του κατέβηκε μπροστά στο κάστρο και παρακαλούσε να έβρισκε κοντά στο κάστρο και παρακαλούσε να έβρισκε κοντά κατάλυμα.Όλη η ομορφιά του τοπίου τη στνεπήρε.Ναι,κάτι ξεχωριστό.Να μη θυμίζει σε τίποτε Αθήνα.Προσπέρασε την τεράστεια πύλη του και αφέθηκε στην περιπλάνηση.Τα βήματά της την οδηγούσαν όπου τα μάτια της κοιτούσαν.Το μεγαλοπρεπές διώροφο κτήριο την τραβούσε σαν μαγνήτης να το επισκεφθεί.Φαντάστηκε τα άλογα του ιππικού του Αλή πασά να χλιμιντρίζουν,αρσενικός ιδρώτας να συναγωνίζεται την οσμή των τετράποδων,υπερήφανοι καβαλάρηδες έτοιμοι με τα γιαταγάνια τους να εξορμήσουν για μάχη.Στάθηκε να μετρήσει τα παράθυρα.Έκανε τον γύρο του κτηρίου συνεχίζοντας να μετρά.Πενήντα.Πιο κει τα ερείπια του σαραγιού του Αλή.Έρωτες,πάθη,έχθρες από τις γυναίκες του χαρεμιού - και τι δεν θα είχαν ακούσει αυτές οι πέτρες.Ακόμη και έτσι ρημαγμένοι,διατηρούσε την αλλοτινή του αίγλη.Με τον μικρό οδηγό στο χέρι,άφσε πίσω τους τούρκικους στρατιώτες με τα λουτρά μια και μόλις είχε διαβάσει για το μικρό καφέ που στεγαζόταν στο κτήριο με τις χαρακτηριστικές καμινάδες.Ήθελε έναν καφέ οπωσδήποτε.Άραξε με μια χαλαρή αίσθηση να την κατακλύζει έπειτα από καιρό.<< Όμορφη είναι η ζωή.Μην τη χαραμίζεις >>,της ψιθύριζαν οι πέτρες με τη σοφία τους που είχαν αποκομίσει χρόνια και χρόνια με τους αλλεπάλληλους πολιτισμούς να τις χρησιμοποιούν κατά πώς ήθελαν.Οι Βυζαντινοί,μετά οι Τούρκοι,τώρα οι Έλληνες,όλοι με έναν σκοπό.Να στεγάσουν έρωτες,ανάγκες,έχθρητες.Πάντα οιάνθρωπο θα ξεσχίζονταν αναμεταξύ τους,πάντα κάποιος θα κυριαρχούσε,θα γελούσε με τον πόνο των άλλων που από άρχοντες βρέθηκαν ζητιάνοι,αν όχι στο χώμα.Κύκλους κάνει η ζωή.Ένας αέναος τροχός Ελβίρα,σταματημό δεν έχει.Και εσύ είσαι γατζωμένη πάνω του,στροβιλίζεσαι σε κάθε κύκλο του,αλλά δεν κοιτάς την όαση που εκτείνεται γύρω σου,μόνο τα βαλτοτόπια,και κουρνιάζεις στις λάσπες αντί να γίνεις αετός και να περιδιαβαίνεις υπερήφανη τούτη τη ζωή.Μια στάλα είναι η αφιλότιμη,δεν θα προκάμεις να κάνεις παρά μερικούς γύρους,έτσι να γλυκαθείς από την ομορφιά της,και μετά θα καταποντιστείς όπως τόσοι και τόσοι.
Έχει πίκρες και βάσανα,συνέχιζε τον εσωτερικό της μονόλογο παρέα με τον καφέ της.
Έχει.Μα δεν καταλαβαίνεις πως αυτή είναι η ομορφιά!Πώς θα ξαποστάσεις αν δεν έχεις κάνει έναν ανήφορο γεμάτο ρουμάνια με τέρατα να παραφυλούν!άκουγε να της μιλά η ίδια η ζωή.>>
Η απογοήτευση που έχει στην ψυχή της,την κρατά δέσμια 19 χρόνια αφ ότου χώρησε τον μοναδικό έρωτα της ζωής της.Τίποτε δεν την ηρεμεί και αποφασίζει να φύγει μακρυά απ όλους και απ όλα με την ελπίδα να ξεχάσει.Όμως όταν κουβαλάς την πίκρα μέσα σου,αυτό είναι δύσκολο ακόμη και όταν βρίσκεται μέσα στην Φύση.Και αυτό το βλέπουμε απ αυτά που της λέει ο Ανδρέας,ένας άνθρωπος που συναντά στον δρόμο για την Παναγία την Μολυβοσκέπαστη στην σελίδα 104!<< Η αστραπή στο άσπρο του ματιού της τον σόκαρε.Όμως τώρα πια δεν είχε πισωγύρισμα στα λόγια του.
<<Είναι κρίμα να μαραίνεσαι,όταν τα ρόδα μπομπουκιάζουν ξανά και ξανά.Πάρε παράδειγμα τη Φύση που και μια χρονιά κακή να τύχει την επόμενη απ την αρχή προσπαθεί>>.
Στη σιωπή της συμπλήρωσε:<< Η Φύση μιλάει Ελβίρα >>και άνοιξε το βήμα του αφήνοντάς την μονάχη.
Την τσάντισε ο τρόπος του,οργιζόταν περισσότερο γιατί είχε θυμώσει με τον Ανδρέα,ενώ στην ουσία ήξερε πως έλεγε την αλήθεια.>>
Αλλά και η συζήτηση με την Ξένη την ιδιοκτήτρια της πανσιόν που πάει να μείνει, έχει πολλή σοφία,στην σελίδα 166:<< Ξένη,μη με παρεξηγείς.Χάρηκα για σένα.Όμως δεν μπορώ τη φασαρία.Εκεί όλοι ήταν σε μεγάλα κέφια>>.
<<Και εσύ δεν είσαι.Τίποτε δεν μπορείς.Το έχω καταλάβει.Δεν σε χωράει ο τόπος.Μόνο στο κτήμα θέλεις να πηγαίνεις>>.
<<Πειράζει;Βρήκα με τα άλογα την ηρεμία μου>>.
<<Γιατί δεν βρίσκεις και αλλού χαρά;>>
<<Δεν υπάρχει αλλού>>.
<<Κι όμως,εσύ δεν βλέπεις.Κοιτάνε τα μάτια σου τον δρόμο απλώς για να περπατάς,αν είναι κάτω ένα χρυσό βραχιόλι ούτε που θα το προσέξεις>>.
<<Τι θες να πεις;>>
<<Πως δεν βλέπεις μπροστά σου>>.
<<Βλέπω και καλοβλέπω.Μόλις προ ολίγου τον Αρίστο>>.
<<Μην τους βάζεις όλους τους άνδρες σε ένα σακί και ισοπεδώνεις τα πάντα>>.
<<Φαίνεται πως σε εμένα όλο τέτοιοι μου τυχαίνουν>>.
<<Άκου Ελβίρα,ό,τι καημό έχεις,γιατί έχεις σίγουρα,να τον προσπεράσεις.Ο έρωτας με έρωτα περνάει>>.
<<Το έχω προσπαθήσει πολλές φορές>>.
<<Έλεγες ψέματα τότε ακόμη και στον εαυτό σου.Τον άφηνες λιγάκι να προσπαθήσει δήθεν,εσύ όμως είχες ένα σχοινάκι δεμένο στο ποδαράκι σου.Αν απομακρυνόσουν το τραβούσες και τότε γύριζες πίσω τρέχοντας>>.
<<Δεν καταλαβαίνω>>.
<<Και πολύ καλά μάλιστα.Όταν δεν αφήνεις περιθώρια να ερωτευθείς,γιατί πίστεψέ με ερωτεύεσαι πολλές φορές στη ζωή,ψεύδονται όσοι λένε το αντίθετο,αν δεν αφεθείς στην κυριολεξία,αλλά πας με σκοπό την αποτυχία,έτσι ώστε να έχεις άλλοθι,προσπάθησε να λες,αλλά δεν βγήκε ε...τότε δεν θα βγει ποτέ.Μη μου απαντάς.Αύριο όπως θα προχωράς ώσπου να φτάσεις στο κτήμα,ρίξε μια ματιά στο ποτάμι.Δες το καλά.Κυλάει πάντα μπροστά.Τίποτε δεν το σταματά.Και αν εμπόδιο βρεθεί στα ορμητικά νερά του το παρακάμπτει και το προσπερνά>>.
Δάκρυζε το καζάνι του μυαλού της και για πρώτη φορά της σκούπισαν ξένοι άνθρωποι τα δικά της δάκρυα.>>
Η Μαρία Χανιώτου με το μοναδικό της τρόπο γραφής,έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο αισθηματικό,με πολλές όμορφες εικόνες και περιγραφές,αλλά και με πολλά μηνύματα που σε κάνουν να δεις την ζωή και από άλλη οπτική γωνία,γιατί όπως λέει και στο οπισθόφυλλο:<< Όλα ξεπερνιούνται>>,<<Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός>>.Έτσι της έλεγαν όλοι,αλλά εκείνη ήξερε πως δεν ήταν αλήθεια στη δική της περίπτωση...Ο χρόνος που πέρασε λειτούργησε απλώς σαν αναλγητικό και όχι σαν φάρμακο που έφερε τη λήθη.
Η Εβίτα,έχοντας αλλάξει τα πάντα στη ζωή της,ακόμη και το όνομά της,θα ξεκινήσει ένα μακρύ ταξίδι σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από μια αγάπη που της έκοψε τα φτερά και τη χάραξε για μια ζωή.Θα ξεκινήσει ένα ταξίδι με ανοιχτά πανιά αναζητώντας μια καινούρια ζωή,χωρίς πόνο και θλίψη.
Σε αντίθεση με τη στασιμότητα της ψυχής της,θα περιπλανηθεί έως την άκρη της Ελλάδας,θα συνδεθεί με ανθρώπους και θα κοινωνήσει στις ομορφιές της Πλάσης για να καταλάβει πως η αληθινή αγάπη θα βρει τον τρόπο να ανθίσει ακόμη και μετά από δεκαεννέα στείρα χρόνια αναμονής.>>
Πρώτη φορά η συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο τσέπης,που νομίζω ότι είναι πρακτικό γιατί μπορείς να το διαβάζεις οπουδήποτε.Τελικά είναι ένα μικρό σε μέγεθος βιβλίο,με μεγάλες αλήθειες της ζωής στοπεριεχόμενό του.Πιστεύω πως αξίζει να διαβαστεί από ολους.
Συγχαρητήρια στην Μαρία Χανιώτου γιατί για άλλη μια φορά μας πρόσφερε ένα εξαιρετικό βιβλίο!!
Πάντα Επιτυχίες!!!!!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου