Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ με την ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΠΡΟΒΙΔΑ για το Βιβλίο της παρέας στην Λίτσα Λαμπρακοπούλου


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΒΙΚΤΩΡΙΑ  ΠΡΟΒΙΔΑ
Βιογραφικό: Γεννήθηκα και ζω στην Αθήνα, αν και τα πρώτα παιδικά μου χρόνια τα έζησα στη Λαμία. Είμαι παντρεμένη και μητέρα μιας υπέροχης κόρης. Η συνταξιοδότησή μου από την Αγροτική Τράπεζα αποτέλεσε για μένα όχι ένα τέλος, αλλά μια αρχή για να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Πλέον ο χρόνος μου είναι όλος αφιερωμένος στη συγγραφή μυθιστορημάτων, όπου ταξιδεύω καθημερινά με τους ήρωές μου.

Προφίλ στο Facebook: ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΠΡΟΒΙΔΑ


Οπισθόφυλλο: Για μια σταγόνα ευτυχίας... κάποιοι υποφέρουν, υπομένουν, σιωπούν.
Καρπενήσι, 1944. Μόλις έχουν σωπάσει οι ήχοι των όπλων των Γερμανών κατακτητών. Εκείνον τον Αύγουστο γεννιούνται δυο αγόρια, ο Φωκάς και ο Γιάννης. Ο πρώτος, καρπός ενός απαγορευμένου έρωτα που έπρεπε πάση θυσία να παραμείνει κρυφός. Τα δυο παιδιά μεγαλώνουν μαζί, σαν αδέρφια. Οι δεσμοί που τους ενώνουν είναι πιο ισχυροί από τα μυστικά που τους χωρίζουν.

Ώσπου έρχεται η μοιραία στιγμή που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, κι εκείνη, παρά τις προσταγές της καρδιάς της, υποκύπτει στις πιέσεις των γονιών της, επιλέγοντας αυτόν που μπορεί να της εξασφαλίσει τα πιο πολλά υλικά αγαθά. Τη βραδιά του γάμου τους γεννιούνται δύο ορκισμένοι εχθροί. Από 'κεί και ύστερα ο λαβύρινθος που θα εγκλωβιστούν όλοι, αθώοι και ένοχοι, απλώνεται μπροστά τους σκοτεινός. Ψέματα ολέθρια θα θεμελιώσουν το μέλλον τους αλλά και το μέλλον των παιδιών τους.
Είκοσι χρόνια μετά η Αριάδνη, κόρη του Φωκά, θα ερωτευτεί τον λάθος άνθρωπο. Είναι η στιγμή που ο μίτος αρχίζει να ξετυλίγεται, απογυμνώνοντας τα κρυμμένα λάθη και πάθη της ψυχής τους, φέρνοντας τους πάντες αντιμέτωπους με την αλήθεια. Μέχρι το τέλος... Για μία σταγόνα ευτυχίας... Μόνο τότε τα στόματα ανοίγουν, οι καρδιές ξεκλειδώνουν και τα μυστικά βγαίνουν στο φως, οδηγώντας τις ζωές τους εκεί που έπρεπε να είναι, από πάντα και για πάντα.


 
Ποια είναι η κυριότερη πηγή έμπνευσης σας και τι σας έκανε να ξεκινήσετε τη συγκεκριμένη ιστορία?

 Σαν πηγή έμπνευσης έχω πάντα τα ανθρώπινα συναισθήματα, ειδικά τον έρωτα και την αγάπη. Αυτά τα δυο θεωρώ σημαντικότερα στη ζωή, χωρίς να παραγνωρίζω και την αξία της φιλίας. Ο μεν έρωτας – ακόμη και χωρίς ανταπόκριση, ακόμη κι αν φέρνει πόνο - μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί, η δε αγάπη είναι αυτή που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας. Η συγκεκριμένη ιστορία περιγράφει χαρακτήρες πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους, που ερωτεύονται και αγαπούν δίχως όρια κι αυτό το στοιχείο μου δημιούργησε την επιθυμία να τους δώσω ζωή, μέσα απ’ τις σελίδες ενός βιβλίου. Όσο αφορά το πλαίσιο που αυτοί κινούνται, όπως τον τόπο που τοποθέτησα την αρχή της ιστορίας, έζησα κι αγάπησα τη Στερεά Ελλάδα, ενώ θεωρώ το Καρπενήσι τόπο ιδιαίτερο, με άγρια, αδάμαστη ομορφιά. Ήθελα λοιπόν να μιλήσω γι’ αυτό, αν και ό,τι κι αν γράψει κάποιος, δεν μπορεί να αποτυπώσει τη μαγεία του.

Τι ελπίζετε να αποκομίσει κάποιος διαβάζοντας τα ''Για μια σταγόνα ευτυχίας";

Πριν από κάθε τι άλλο, θέλω κάποιος που θα διαβάσει το μυθιστόρημα, να αισθανθεί πως βρήκε σ’ αυτό κομμάτια του εαυτού του. Αν έχω καταφέρει να νιώσει πόσο σημαντικό είναι να παλεύεις για τα όνειρά σου, αλλά και να είσαι έτοιμος να κάνεις θυσίες γι’ αυτά, θα είμαι ευχαριστημένη. Οι ήρωες μου, κάνουν ακριβώς αυτό. Αφήνονται να ζήσουν πάθη δίχως δισταγμούς, να προσφέρουν σε όσους αγαπούν ότι περισσότερο μπορούν, ακόμη και να θυσιάσουν τη δική τους ευτυχία για χάρη των αγαπημένων τους.

Είστε αισιόδοξη ως άνθρωπος? Πιστεύετε στα Happy End?

 Είμαι αισιόδοξη, όχι όμως υπέρμετρα. Έχω ζήσει καλές και κακές στιγμές της ζωής και πιστεύω πως τις περισσότερες φορές, είναι δική μας η επιλογή πως θα χαρακτηριστούμε και σε ποια πλευρά θα εντάξουμε τον εαυτό μας, στην αισιόδοξη ή την απαισιόδοξη. Κάθε κακό κρύβει και καλό, όπως και το αντίθετο. Όσο για happy end, ακόμη κι αν δεν υπάρχει στα σημαντικά γεγονότα της ζωής μας, πρέπει να προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις, να το δημιουργήσουμε. Μπορεί να μην το καταφέρουμε, αλλά σημασία έχει η διαδρομή κι η προσπάθεια, όχι πάντα η κατάληξη.

Θα ήθελα να μου περιγράψετε εν συντομία έναν από τους βασικούς χαρακτήρες του βιβλίου σας και να μας  εξηγήσετε το σκεπτικό σας πίσω από την διαμόρφωση των βασικών χαρακτήρων, για να μπορέσουν να διακρίνουν οι αναγνώστες του βιβλίου της παρέας, τις βασικές σας ψυχογραφικές ανησυχίες.
 
Θα περιγράψω τη Μαίρη, γυναίκα που ερωτεύεται έναν άντρα με όλη τη δύναμη της ψυχής της, τόσο που θυσιάζει γι’ αυτόν χρόνια απ’ τη ζωή της. Μένει στη σκιά του, πιστή, ακόμη κι αν εκείνος την προδίδει, όχι μια, πολλές φορές. Είναι χαρακτήρας που σήμερα συναντιέται σπάνια, καθώς η νεότερη γενιά γυναικών έχει συνειδητοποιήσει πως δεν πρέπει να στηρίζεται σε κανένα, είτε συναισθηματικά, είτε οικονομικά, αλλά να είναι αυτεξούσια. Οι βασικοί αντρικοί χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους. Ο Φωκάς εκπροσωπεί τον δυναμικό, εγωιστή και φιλόδοξο άντρα που για να ζήσει με τις καθαρά προσωπικές του επιλογές, ποδοπατάει συναισθήματα και ανθρώπους. Ο Γιάννης, ο δεύτερος πρωταγωνιστικός χαρακτήρας, είναι ιδεαλιστής, ευαίσθητος, η “ήρεμη” δύναμη στη ζωή όλων όσοι τον περιβάλλουν, αυτός που κάνει τις θυσίες. Η δεύτερη γυναίκα, η Κλειώ, βάζει την αγάπη για τα παιδιά της πάνω από τον εαυτό της και κρύβει τα πιο μεγάλα μυστικά. Εδώ, βρίσκεται και το συμπέρασμα του βιβλίου: όσα δεν λέγονται, μπορεί να προκαλέσουν δυστυχία και πόνο, όχι μόνο σ’ αυτούς που τα φυλάσσουν πίσω από στόματα κλειστά, αλλά και στους ανθρώπους για τους οποίους νοιάζονται.

Προσωπικά βιώματα και εμπειρίες παίρνουν θέση στη γραφή σας? Και αν ναι πόσο εύκολο είναι να εκτίθεται κάτι προσωπικό δικό σας δημόσια?

 Το συγκεκριμένο βιβλίο δεν περιλαμβάνει προσωπικά βιώματα. Οι εμπειρίες όμως μιας ζωής, έχουν θέση ακόμη και σε μια απλή συζήτηση, πόσο μάλλον σ’ ένα μυθιστόρημα. Κι αν κάποιος που με γνωρίζει, βρει κάτι από εμένα στα βιβλία μου, έτσι κι αλλιώς δεν είμαι μυστικοπαθής, μιλάω εύκολα γι’ αυτά που αγαπάω αλλά και γι’ αυτά που αντιπαθώ.  Αν και όταν αποφασίζεις να γράψεις και να δώσεις το γραπτό σου για να εκδοθεί, έχεις ήδη εκτεθεί δημόσια, πράγμα σίγουρα όχι εύκολο.

Ταυτίζεστε λιγάκι παραπάνω με κάποιον από τους χαρακτήρες που έχετε δημιουργήσει και αν ναι, γιατί?

Ταυτίζομαι μόνο στην αγάπη που έχουν οι δυο ηρωίδες για τα παιδιά τους. Για μένα η μητρότητα είναι η υπέρτατη μορφή αγάπης και εκείνες όπως εγώ, τη νιώθουν ως τα βάθη της ψυχής, ακριβώς σαν την πλειοψηφία των μανάδων πάνω σ’ αυτή τη γη.

 Ποια ήταν η αιτία να στραφείτε προς τη συγγραφή ? Τι σας ώθησε προς αυτή τη μορφή τέχνης?

Αγαπούσα από παιδί τα βιβλία, το διάβασμα ήταν απ’ τις πιο αγαπημένες μου ασχολίες. Όταν άρχισα να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα, πίστευα πως θα ήταν δύσκολο να μεταφέρω σε χαρτί ανθρώπινους χαρακτήρες. Όμως ήταν εύκολο για μένα, μ’ ενθουσίασε η αίσθηση πως μπορώ να αφήνω τον εαυτό μου στην άκρη και να ζω τις ζωές των ηρώων μου. Τελικά, ίσως αυτή να είναι η αιτία που γράφω. Θέλω να ξεφεύγω με τη φαντασία μου απ’ την αλήθεια, για όσο διαρκεί η συγγραφή. Μπαίνω στο ρόλο του κάθε προσώπου που δημιουργώ και ταυτίζομαι μαζί του, ακόμη κι όταν αυτό δεν έχει φαινομενικά καμιά σχέση με τον δικό μου χαρακτήρα.

Ποια είναι η γνώμη σας για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία σε σύγκριση με παλαιότερες εποχές?

Ίσως η πλειοψηφία θα έλεγε πως παλιότερα, οι συγγραφείς ήταν πιο σπουδαίοι. Όμως δεν πιστεύω πως αυτό είναι ολότελα αληθινό. Τους θεωρούμε και ήταν, αληθινά μεγάλοι, επειδή τα έργα τους άντεξαν στο χρόνο, ενώ έργα σύγχρονης λογοτεχνίας δεν έχουν δοκιμαστεί στο ίδιο επίπεδο. Κάθε γενιά έχει σημαντικούς συγγραφείς, όπως και σημαντικούς ανθρώπους σε κάθε είδος τέχνης. Υπάρχουν εξαιρετικά σύγχρονα βιβλία κι όχι απαραίτητα αυτά που γνωρίζουμε με τον χαρακτηρισμό “best seller”, χωρίς βέβαια να υποτιμώ ούτε στο ελάχιστο την αξία αυτών.

Ποια είναι τα δικά σας όνειρα για το μέλλον?

Τα προσωπικά όνειρα μου σχετίζονται άμεσα με τα βιβλία μου. Θα ήθελα να διαβαστούν από πολλούς, να τους “ταξιδέψουν”, να τους χαρίσουν στιγμές διαφυγής από τις προκλήσεις της καθημερινότητας.

 Ας κλείσουμε την συνέντευξη με ένα απόσπασμα από το βιβλίο σας...

 «Την αγαπάς; Τον είχε ρωτήσει στην πρώτη ευκαιρία που της δόθηκε. «Μα τι σε ρωτάω, θα την παντρευόσουν αν δεν την αγαπούσες;»
«Πιστεύεις ότι ο μόνος λόγος για έναν γάμο είναι η αγάπη;» της αντέστρεψε την ερώτηση, χωρίς να παίρνει το βλέμμα του απ’ τα γαλανά της μάτια.
«Μα εσύ δεν είχες λόγους να συμβιβαστείς».
«Πώς το ξέρεις; Θεωρείς ότι γνωρίζεις τα πάντα για μένα;»
«Περάσαμε πολλά μαζί, μοιραστήκαμε τόσα μυστικά, πιστεύω ότι ξέρω τον χαρακτήρα σου και γι’ αυτό δεν μπορώ να πιστέψω ότι παντρεύεσαι χωρίς ν’ αγαπάς».
«Γι’ αυτό ακριβώς παντρεύομαι, επειδή αγαπάω. Όχι όμως έτσι, όπως το φαντάζεσαι εσύ» ψιθύρισε σκύβοντας το κεφάλι.
«Τι εννοείς; Τώρα μιλάς σιβυλλικά, με υπονοούμενα κι αυτό δεν το συνηθίζεις».
Τον πίεζε να ανοιχτεί, να ξεστομίσει εκείνο που λαχταρούσε ν’ ακούσει, ν’ αδράξει λίγη ευτυχία, έστω και κλεμμένη. Μα αυτός ήταν άνθρωπος του καθήκοντος και της αφοσίωσης, έτσι τον είχε μεγαλώσει η Ευθυμία κι έτσι τον ωθούσε η συνείδησή του να φέρεται.

Για το Βιβλίο της παρέας
Λίτσα Λαμπρακοπούλου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου