Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021

Διαβάζοντας το Καλό Μπλε Σερβίτσιο, της Ιφιγένειας Τέκου, εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ! Απο την ΣΟΦΙΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΓΗ!

         Θα ήθελα να μπορούσα να αποτυπώσω, με τις λέξεις μιας άποψης, όσο κατανόησα και αισθάνθηκα διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, αλλά είμαι βέβαιη πως δε θα μπορέσω να αποδώσω την ένταση και την ερμηνεία τους. Θα ξεκινήσω λοιπόν λέγοντας πως, κάθε φορά που ξεκινούσα να ανοίξω αυτό το βιβλίο, για να ταξιδέψω στις σελίδες του, άγγιζα με συγκίνηση τη χαραγματιά του όμορφου πιάτου από το καλό μπλε σερβίτσιο της Διδώς, που ο κάθε αναγνώστης θα τη νιώσει με την αφή του στο εξώφυλλο. Μια χαραγματιά που δεν ξέρεις αν είναι οι πληγές της ζωής, οι αποφάσεις των ανθρώπων ή οι αναμνήσεις από ένα πιάτο με σουτζουκάκια και πιλάφι με χαλελίσιο βούτυρο σε ένα χαρούμενο οικογενειακό τραπέζι.

      

              Σε κάποιο κεφάλαιο, κάπου στη μέση του βιβλίου, υπάρχει μια επικεφαλίδα, «Κάποτε υπήρχε ένα πριν», και νομίζω πως αυτή η φράση είναι η αφετηρία της ιστορίας. Το Καλό Μπλε Σερβίτσιο σμίγει το παρελθόν με το μέλλον της ηρωίδας του σε μία ιστορία που ιδιοποιήθηκε το νοσταλγικό απόσταγμα των αφηγήσεων, την στεναγμών ενός αυτόπτη μάρτυρα της Ιστορίας στο σήμερα.

          Η Διδώ γεννιέται και ζει στη Σμύρνη, λίγο πριν τη καταστροφή της πόλης. Οι συγκυρίες και μία μοίρα που έγραψε την πορεία της, την έφεραν κοντά  στον Έντουαρτ που γίνεται ο μέντορας και η μεγάλη της αγάπη. Οι πρωταγωνιστές  της ιστορίας καθορίζουν την ψυχή και την καρδιά της Διδώς και γίνονται οι λίθοι που χτίζει την προσωπικότητα της και τη ζωή της. Ήρωες με διαφορετικές ιστορίες και πολυεπίπεδες ιδιοσυγκρασίες αφήνουν το δικό τους στίγμα σε αυτή την ιστορία, άλλοτε με συγκίνηση κι άλλοτε με βαθιά και ουσιαστικά φιλοσοφικά ερωτήματα που φορούν τα ενδύματα των αναμνήσεων, των ζωντανών εικόνων. Πρόκειται για χαρακτήρες με δύναμη ή μια επίπλαστη αδυναμία· μορφή άμυνας, όπως τα άγρια ζώα για την επιβίωσή τους. Ο καθένας αντιπροσωπεύει και μια διαφορετική θεώρηση τη ανθρώπινης φύσης. Στο Καλό Μπλε Σερβίτσιο η φιλοσοφία της ζωής και οι πορείες ιδεών μετενσαρκώνονται στο πρόσωπο του κάθε ήρωα.

          Η Νανάρ βρίσκεται αντιμέτωπη με τη συμφωνία του θεϊκού και της ανθρώπινης πραγματικότητας που βιώνει. Η Ραλλού κρύβει τις λέξεις και τα συναισθήματά της για να κατοχυρώσει αυτό που ζητά, την αγάπη. Το μόνο που χρειάζεται -ή νομίζει πως χρειάζεται για να πορευτεί. Η Μαργή διανύει μέσα στην ιστορία όλες της ηλικιακές περιόδους μια γυναίκας και ανακαλύπτει, γύρω στη μέση ηλικία, τη γυναικεία της ταυτότητα και τα βρίσκει με τον εαυτό της. Η Ωραιάνθη ζει ακούσια τη σοφία της συνειδητότητας, ξορκίζει τους δαίμονες των κακών αναμνήσεων, με μια ζαχαρωμένη φέτα ψωμί, με ένα καλοσιδερωμένο τραπεζομάντηλο με κεντημένη στάμπα στη μέση και το καλό μπλε σερβίτσιο, που γεμίζει την αγάπη της για την οικογένεια που δεν απέκτησε κι αντικατέστησε στα πρόσωπα των αγαπημένων της. Ο Αποστόλης που γίνεται Νικόλας για να αντέξει τον πόνο της απουσίας και το πένθος του, που παίρνει τη μορφή της σιωπής.

«Η επώδυνη αίσθηση που δημιουργεί η απουσία δεν έχει ανάγκη από γνωστική επικύρωση».

Και η Διδώ που αντιπροσωπεύει τη χειραφέτηση και την εξέλιξη, τη γυναικεία δυναμική, που δε χάνει τη θηλυκή της υπόσταση, στις αρχές του 20ου αιώνα.

          Η ιστορία από το Καλό Μπλε Σερβίτσιο, ως ιστορικό μυθιστόρημα, έχει μια θαυμαστή ιδιότητα: Ενώ εξελίσσεται μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο γνωστό, αφού διαδραματίζεται στα εύθραυστα  χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής και τη μετέπειτα ρευστή κοινωνικοπολιτική εποχή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, αναδεικνύει παραμέτρους που έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση και αυτό είναι ένα πλεονέκτημα. Σε δεύτερη αναγνωστική ματιά αντιλαμβάνεται κανείς  πως χρησιμοποιείται μια ιστορία κατασκοπείας που φωτίζει την ευρωπαϊκή πλευρά του μικρασιατικού ζητήματος, μέσα από τον λεπτομερή φακό των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, που φέρνει στο φως μια άλλη πτυχή από την ήδη γνωστή. Έτσι προκαλεί ένα μυστήριο και μία γοητεία που ξεφεύγει από τη γνωστή τρόπον τινά πεπατημένη.

          Και τι είναι τελικά το καλό μπλε σερβίτσιο;

«Στο κέντρο των πιάτων με την υπέροχη μπλε τεχνοτροπία πήραν θέση τα σουτζουκάκια με το πιλάφι κρύβοντας την όμορφη στάμπα που αναπαρίστανε ένα σπίτι περιτριγυρισμένο από δέντρα και μπροστά δύο άλογα να τα σέρνει ένας χωρικός».

Όλη η ζωή της μικρασιατικής γης σε ένα πιάτο. Το τελευταίο γεύμα πριν τη φυγή είναι μια λαογραφική εικόνα, μια αλήθεια και η πραγματικότητα μιας ζωής που φεύγει. Ένα χαρούμενο οικογενειακό τραπέζι με όλα τα πολιτιστικά στοιχεία αιώνων που αποχαιρετά τη ρίζα του και τη αφετηρία του. Στη μεταφορά στην άλλη πατρίδα ένα πιάτο θα ραγίσει, αλλά πάλι αυτό το σερβίτσιο θα ενώσει τις καρδιές και τις ζωές με την ίδια αγάπη και περισσότερη ελπίδα. Υπάρχει ένας τεχνίτης που θα το φτιάξει, θα το κολλήσει και δεν θα φαίνεται τίποτα, είπε η Ωραιάνθη. Ένας τεχνίτης σαν τη ζωή θα επουλώσει τις χαραγματιές της ψυχής· του μπλε σερβίτσιου.

          Όπως έχετε κατανοήσει, το βιβλίο αυτό με συγκίνησε πολύ και με εξέπληξε ευχάριστα. Έγραψα γι’  αυτό και σας το προτείνω γιατί περιέχει όλη τη νοσταλγική αφήγηση ενός ανθρώπου που έζησε τη θηριωδία, αλλά μεταφέρθηκε στο χαρτί  από έναν σύγχρονο απόγονό του που ξετύλιξε τη δική του σύγχρονη ερμηνεία και προσέθεσε τους δικούς του προβληματισμούς για την ανθρώπινη ψυχή. Έδειξε σεβασμό στο παρελθόν και εξαιρετική διαύγεια στις παρακαταθήκες που της κληροδοτήθηκαν Αυτό για μένα είναι κάτι το θαυμαστό και όφειλα να το αναφέρω, μιας και για πρώτη φορά το αισθάνθηκα τόσο έντονα, διαβάζοντας ένα ιστορικό μυθιστόρημα.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου