Τόλη διάβασα το βιβλίο σου.
Δε γράφω κριτική αυτή τη στιγμή, γιατί κριτικός λογοτεχνίας δεν είμαι σε
καμία περίπτωση. Αναγνώστης είμαι και διατυπώνω γνώμη. Και τόσο που λες έχω
επηρεαστεί από το μυθιστόρημά σου, ώστε κάνω έτσι διάλογο μαζί σου – όπως κάνεις
με τον ήρωά σου – αν και ξέρω ότι αυτό το κείμενο θα διαβαστεί (και θέλω να
διαβαστεί) κι από άλλους.
Τον ήρωά σου λοιπόν αυτόν, εγώ τον συμπάθησα. Άκουσα να λες και να λένε,
ότι στην αρχή δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα η persona αυτή, ότι προκαλεί να του ρίξεις χαστούκι.
Εγώ κάτι τέτοιο δεν ένιωσα. Αυτή η άνεση, ο κυνισμός του, η αγένειά του, η
ωμότητα, ο εγωκεντρισμός και η «ξερολίαση» που έβγαζε, με παρέπεμπαν στη σκέψη
ότι είναι ένας άνθρωπος που διαρκώς αμύνεται. Όπως ένα κακοποιημένο ζώο που δεν
αφήνει ούτε να το πλησιάσεις και γρυλίζει δείχνοντάς σου απειλητικά τα δόντια
του. Περίμενα να δικαιωθώ και σταδιακά αυτό έγινε. Τον σκιαγράφησες πολύ πιστά
και τον ξεδίπλωσες προοδευτικά. Του έβαλες στο στόμα τις δικαιολογίες που όλοι
λίγο-πολύ αναμασάμε όταν προσπαθούμε να αιτιολογήσουμε τις κακές μας
συμπεριφορές και τις άστοχες επιλογές μας, σκεπάζοντας εκείνες τις πραγματικές
αιτίες που αν τις πούμε με τ’ όνομά τους, πονάνε. Η γλώσσα που χρησιμοποιείς
είναι αυτή που θα ήθελα να διαβάσω στην παρούσα ιστορία. Αληθινή, όπως
«κουμπώνει» στον χαρακτήρα του. Με γενναίες δόσεις σαρκασμού, ειρωνείας και
αργότερα ειλικρίνειας.
Πότε έρχεται λοιπόν η στιγμή της αυτοκριτικής και του απολογισμού της ζωής ενός ανθρώπου; Ποια στιγμή παίρνουν οι καταστάσεις, τα γεγονότα, τα αντικείμενα και οι άνθρωποι τις πραγματικές τους διαστάσεις; Πότε γράφεται το σημαντικό με «Σ» κεφαλαίο; Λίγο πριν το τέλος, μας απαντάς εδώ. Και θα συμφωνήσω μαζί σου. Όταν η ανάσα του θανάτου φυσάει σαν λίβας στο μάγουλό μας. Και μακάρι να μην ήταν έτσι. Αλλά είναι. Βρίσκει ο ήρωας εδώ χρόνο και χώρο, κάτω από τραγικές συνθήκες- να αναλογιστεί την έως τότε πορεία του και να τακτοποιήσει τα κουτάκια της ζωής του με προσοχή, αφού πρώτα τα ανοίξει ένα-ένα και απελευθερωθούν οι δαίμονες που έκρυψε μέσα τους. Μονολογεί, συνομιλεί με ζωντανούς και νεκρούς, με υπαρκτούς και φαντάσματα. Σκαλίζει τη λάσπη του μέσα στη λάσπη και θάβει την αρρώστια και την αναπηρία του στη γη. Κάτω και πιο κάτω από κει που κείτεται. Αγκαλιά με τις αγάπες του όλες! Θα τελειώσω όμως εδώ γιατί μ’ έχει παρασύρει βλέπω το έργο σου και το γύρισα στο «ποιητικό».
Εν κατακλείδι, το "ΒΑΘΥ ΡΗΓΜΑ" το βρίσκω ένα ωραίο μυθιστόρημα, πρωτότυπο, με αρχή και τέλος, με συγκινητική αλλά όχι μελό εξέλιξη, με καθημερινή αλλά συνάμα λογοτεχνική γλώσσα, με ανατροπές και ξαφνιάσματα, κρεσέντο και κορύφωση στο τελευταίο κεφάλαιο. Μ’ έβαλε σε σκέψεις. Εύχομαι να βάλει κι άλλους πολλούς.
Μπράβο Τόλη.
Ευτυχία Μισύρη, ποιήτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου