Τετάρτη 23 Μαΐου 2018

~ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ ΤΖΟΥΛΙΑΣ~


Και αντ' αυτού, τι;
Κάθεσαι σε ένα παγκάκι με το κεφάλι κατεβασμένο. Δε σε γνωρίζω, όμως μια ανάγκη με τραβάει να καθίσω δίπλα σου.
Πολύ αργά σε πλησιάζω...
Δε θέλω να ταράξω τις σκέψεις σου.
Μάλλον τα κατάφερα σκέφτομαι, όταν σε βλέπω να σηκώνεις το βλέμμα σου και να το καρφώνεις
στα μάτια μου.
Έχασα τη μιλιά μου.
Η φωνή δεν έβγαινε από το στόμα... Μόνο τα μάτια χάνονταν στο βλέμμα το δικό σου... Το δικό μου... Κι ας μη σε ξέρω... Κι ας μη με ξέρεις...

Έπιασες το χέρι μου. Δεν ένιωσα απειλή. Σα να με γνώριζες καιρό, άρχισες να μου λες μια ιστορία για την αγάπη που σε πρόδωσε, που σε μάτωσε και που δεν μπορείς να ξεχάσεις. Τα μάτια σου βούρκωναν κάθε φορά που έλεγες το όνομά της, τα χέρια σου έτρεμαν όταν μου μιλούσες για τις στιγμές που ζήσατε μαζί και ένιωθα ότι τις ζεις ακόμα και τώρα, τούτη εδώ τη στιγμή. Δε σε διέκοψα ούτε για μια φορά... ένιωσα την ανάγκη σου να μιλήσεις σε κάποιον έστω κι αν αυτός ο κάποιος ήμουν εγώ... έστω κι αν είμαστε δυο άγνωστοι που συναντήθηκαν τυχαία σε ένα παγκάκι δίπλα στη θάλασσα.
Η ιστορία σου τελείωσε. Ένα δάκρυ κυλούσε στο μάγουλό σου. Άπλωσα το χέρι και στο σκούπισα... γύρισες και φίλησες το χέρι μου...
"Σε ευχαριστώ "μου είπες.
"Σε ευχαριστώ που ήσουν εδώ για μένα, που με άκουσες, που μου κράτησες το χέρι ".
"Εγώ σε ευχαριστώ, για την εμπιστοσύνη σου" σου απάντησα και
δάκρυσα. Γιατί τότε κατάλαβα πόση μοναξιά βιώνουν κάποιοι άνθρωποι. Να θέλεις να μιλήσεις σε κάποιον και να μην υπάρχει κανείς. Να θέλεις ένα χέρι να πιαστείς και να μην υπάρχει ούτε αυτό...
Πόσο πονάει τελικά η μοναξιά όταν δεν είναι επιλογή!
Ο άνθρωπος φτιάχτηκε για να μοιράζεται, για να επικοινωνεί, για να αγαπάει.
Και αντ' αυτού, τι;
Αποξένωση, αποχαύνωση σε τηλεοράσεις και κινητά, έλλειψη κάθε επικοινωνίας αφού πλέον δε μιλάμε. Γράφουμε σε μηνύματα κάθε είδους και χαμογελάμε στη φωτεινή οθόνη ενός υπολογιστή, ενός τάμπλετ ή ενός κινητού.
Ξεχάσαμε τον άνθρωπο, την ανθρώπινη επαφή, την ανθρώπινη επικοινωνία.
Κρίμα και ήταν όμορφες αυτές οι εποχές που μοιραζόμαστε τις στιγμές μας μιλώντας με έναν άνθρωπο, που είμαστε στο πλάι του και του κρατούσαμε το χέρι όταν το είχε ανάγκη. Όταν η ζεστασιά της φωνής μας γέμιζε παρηγοριά την ψυχή του και το χαμόγελό μας ήταν το ομορφότερο δώρο για εκείνον...
Αναπολώ εκείνες τις εποχές...
Εκείνες τις εποχές που ευτυχώς έζησα, ως παιδί και ως έφηβη.
Εσύ;

Joulia Papa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου