Κυριακή 4 Ιουλίου 2021

Διαβάζοντας το Ζωή Ρέουσα, του Θεόδωρου Παπαθεοδώρου! Με την Σοφία Βιβλίων Γη!

          «Είμαι η Άννα Βενέτη, το δεκαενιάχρονο κορίτσι του μυθιστορήματος, και την ώρα που γράφω τούτες τις αράδες, η ψυχή μου σταλάζει το αίμα της πάνω στα γραμμένα. Πονώ και λυτρώνομαι συγχρόνως γράφοντας  για τη ζωή μου, η οποία θα μπορούσε να είναι κάποιου από σας· γιατί η ζωή μου, τουλάχιστον τα γεγονότα που παραθέτω εδώ,  ίσως να είναι γεγονότα μοναδικά -όπως μοναδικός είναι ο κάθε άνθρωπος- αλλά κυρίως είναι γεγονότα αλήθειας κι ανθρωπιάς . Κι ό, τι είναι αληθινό κι ανθρώπινο αποτελεί κτήμα κι εμπειρία ύλης της ανθρωπότητας υπό μία έννοια»


          Όχι, δεν ξεκινάει με αυτή την αναφορά η ιστορία. Κάπου στο δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι γραμμένη, αλλά έπρεπε να το κάνω αφετηρία για να ξεδιπλώσω τη δική μου σκέψη. Αν η ανθρωπότητα είναι ένας μεγάλος ενιαίος οργανισμός τότε κι εγώ και κάθε άλλος αναγνώστης αποτελούμε κομμάτι της Άννας Βενέτη. Της ηρωίδας της ιστορίας. Ίσως με αυτή τη σκέψη οριοθετείται η ταυτοποίηση και όχι η ταύτιση του καθαρού ψυχογραφήματος ενός χαρακτήρα μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου. Σε μια αλήθεια κοινή, ιδωμένη από τη μοναδικότητα του καθενός. Συμπίπτουμε αλλά δεν ομοιάζουμε. Ο καθένας κατανοεί τις δικές του παραμέτρους και η σκέψη εκπέμπει σε διαφορετικά ραδιοκύματα. Το σύνολο των ερμηνειών μας είναι το όλο.

          Η Άννα Βενέτη, στην ιστορία του βιβλίου, ζει παράλληλα το παρελθόν με το παρόν της, μέσα από μια ασταθή ψυχική συνθήκη. Στις  αφορμές ξεδιπλώνει όλα όσα την έχουν φέρει σε αυτή τη θέση, μα οι αιτίες γνωστοποιούνται μόνο όταν θα επιχειρήσει να γράψει ένα σύντομο βιογραφικό μυθιστόρημα για όσα έζησε σε μια σύντομη χρονική στιγμή στο παρελθόν της. Χρονικά ορίζεται στη δεκαετία του 50΄ προς το τέλος της, με αναδρομές στην περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου και στις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν μέχρι λίγο πριν την έλευση της Χούντας στην Ελλάδα. Σε μία συγκυρία της στιγμής θα γνωρίσει τον Ερνέστο Γκεβάρα, που θα βρεθεί σε ελληνικό έδαφος για λίγο, τόσο ώστε να αλλάξει την πορεία της ζωής της Άννας Βενέτη. Η ηρωίδα μέσα από τη συγγραφική της διήγηση προσπαθεί να αυτοϊαθεί από τις κρίσεις πανικού, αλλά στην πορεία της διήγησής της οι αλλεπάλληλες εξομολογήσεις της τη φέρνουν αντιμέτωπη με την αλήθεια της ζωής της. Όχι αυτή που δεν ήξερε, αλλά αυτή που έκρυβε πίσω από την παθητική στάση που αντιμετωπίζει την πραγματικότητά της. Μέσα από τη διήγησή της, ο κύριος Παπαθεοδώρου θα καλύψει μία περίοδο που συντελούνται αλλαγές κοινωνικού και πολιτικού ενδιαφέροντος (Επανάσταση στην Κούβα, η ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου με τη Συνθήκη Ζυρίχης-Λονδίνου, η καταδίκη και προκλητική απελευθέρωση του Μαξ Μέρτεν, του Σφαγέα της Θεσσαλονίκης, κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής, αλλά και την ειρηνική επανάσταση του Μαχάτμα Γκάντι εναντίον της βρετανικής αποικιοκρατίας, όπως και τις απάνθρωπες συνθήκες που βιώνουν οι ‘’πολιτικά επικίνδυνοι’’ στη Μακρόνησο ). Ο Νίκος είναι ο μοναδικός έρωτας και η μετέπειτα μεγάλη αγάπη της μικρής Άννας. Είναι ο αντίλογος της, η αφύπνισή της και, μέσα από τα χρόνια, γίνεται στο σήμερα η άλλη φωνή, που απαντά στα μοναχικά της ερωτήματα, στις αμφίβολες αποφάσεις της, στην παθητική της στάση για τη ζωή και ίσως τελικά, να είναι ο εξομολόγος ψυχίατρος που ανοίγει την τραυματισμένη  ψυχή της, στον καναπέ του ιατρείου.

          Είναι περίεργο, πώς μια μικρή ιστορία μπορεί να εμπεριέχει τόσες πολλές πηγές σκέψεων και προβληματισμού, συζήτησης και συμπερασμάτων. Περίεργη είναι επίσης η δομή του έργου, όχι με αρνητικό πρόσημο, αλλά με έκπληξη και θετικούς συνειρμούς. Η δομή της ιστορίας είναι ανθρωποκεντρική, και οι ήρωες είναι στην ουσία ένα ζευγάρι. Θα μπορούσε να είναι μία θεατρική παράσταση που ο προβολέας θα πέφτει πότε πάνω στον έναν πρωταγωνιστή και πότε  στον άλλο. Ένας άνδρας και μία γυναίκα συνδιαλέγονται για να διευθετήσουν τη ζωή και τη σχέση τους μέσα από παγκόσμια κοινωνικοπολιτικά συστήματα, από τα ιστορικά δεδομένα που τους καθορίζουν ως άτομα. Σε ένα σκηνικό ενός μικρού φτωχικού δωματίου, όπως του Νίκου, με ένα ντιβάνι, πεταμένα δύο γοβάκια από κάτω, κι ένα γυάλινο πιατάκι με σπιτικό γλυκό κεράσι., και μουσική υπόκρουση ένα τραγούδι του Χιώτη.

«Μια κουβέντα αληθινή μεταξύ δύο ανθρώπων αυτής της γης».

Είναι διάλογοι που όμως θυμίζουν μοναχικούς μονόλογους, με φωναχτά επιχειρήματα που σκοπό έχουν να πείσουν τους ίδιους τους ομιλητές. Είναι η πιο απλή και συνάμα πιο δύσκολη μορφή συγγραφής που, αν πετύχει, το αποτέλεσμα είναι το ιδεατό, για τον αναγνώστη που ψάχνει μέσα από μια ιστορία να ανακαλύψει το νόημα και την αφορμή μιας ιστορίας.

«…ένα σκαλοπάτι σύνδεσης παρελθόντος και παρόντος  με την υποκειμενική αλήθεια να γίνεται κριτική σκέψη»

Σε ένα άρθρο διάβασα πριν λίγες μέρες πως η αλήθεια ορίζει το μολύβι του συγγραφέα, ακόμα και όταν γράψει μυθιστοριογραφία. Τείνω να πιστέψω πως αναγνώρισα στο Ζωή Ρέουσα αυτή τη συνθήκη.

          Είναι πολλά τα μηνύματα και οι ιδέες που μπορεί να ανακαλύψει ο αναγνώστης μέσα από αυτή την ιστορία. Και το μόνο σίγουρο είναι πως ο καθένας θα βρει σε διαφορετικές φράσεις αυτό που θέλει να ερμηνεύσει και να κατανοήσει. Είναι σαν εκείνες τις παλιές βυζαντινές εικόνες που όποιος κι αν κάθεται μπροστά τους νομίζει πως το πρόσωπο που απεικονίζεται κοιτάζει μόνο αυτόν. Αν όμως έπρεπε να καταγράψω ένα γενικότερο συμπέρασμα θα έλεγα πως πρόκειται για μία συμπερασματική και ώριμη σκέψη που παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τους ήρωες μιας ιστορίας. Ένα απόσταγμα ενός κύκλου ζωής που δεν έχει κατάληξη, αλλά έχει προοπτική. Καταλαβαίνετε φαντάζομαι πως θα σας προκαλούσα να το διαβάσετε. Ποτέ κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να ανακαλύψει σε ένα τέτοιο βιβλίο…

 

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου