Χθες η αγαπημένη μου Maria Gavrielatou είχε τα γενέθλιά της. Αυτό είναι το δικό μου δωρο με ένα περιτύλιγμα αγάπης γιατί ξέρει καλά πόσο την αγαπώ και την εκτιμ
Κάποια αναγνώσματα δεν διαβάζονται απλώς – χαράσσονται. Σαν παλιά φυλαχτά, κουβαλούν πάνω τους πληγές, αναστεναγμούς, ανείπωτες προσευχές και ελπίδες που αρνήθηκαν να πεθάνουν. Τέτοιο είναι το μυθιστόρημα «Οι Μοίρες της Αστροφεγγιάς» της Μαρίας Γαβριελάτου. Ένα έργο που δεν καταναλώνεται σαν ανάγνωσμα, αλλά βιώνεται ολόκληρο — με την ψυχή, με το σώμα, με κάθε κομμάτι μνήμης και συνείδησης.
Στην καρδιά του έργου, δυο ψυχές — η Δάφνη και ο Δημοσθένης. Δυο παράλληλες ζωές που συναντιούνται μόνο για να διαλυθούν, να συντριβούν και να αναστηθούν μέσα από τις στάχτες των ίδιων τους των πληγών. Δεν είναι μόνο η καταιγιστική πλοκή που τραβά τον αναγνώστη· είναι ο τρόπος που η συγγραφέας γδέρνει τα συναισθήματα, αποκαλύπτοντας την ανθρώπινη ψυχή σε όλη της τη γύμνια: την οργή, την αδικία, τον έρωτα, τη μοναξιά, την επιβίωση.
Η Δάφνη γεννιέται μέσα στην απώλεια και μεγαλώνει με τη σιωπή. Το τραύμα της είναι αρχικά βουβό, μα αργότερα γίνεται το αίμα που κυλά στις φλέβες της αφήγησης. Παιδική κακοποίηση, κοινωνικός στιγματισμός, απόρριψη, ψευδοκατηγορίες, αναμόρφωση. Όλα χωρίς υπεράσπιση, χωρίς έλεος. Και όμως, η Δάφνη επιμένει. Όχι με κραυγές – με σιωπή. Μια σιωπή τόσο ηχηρή που γίνεται χτύπος, αντίσταση, πυρήνας δύναμης.
Απέναντί της, ο Δημοσθένης. Γιος μιας κοινωνίας που δεν συγχωρεί τα λάθη, φυλακισμένος και ίδιος σε μοτίβα σιωπής και παραπλάνησης. Η πορεία του τον οδηγεί στη σύγκρουση με τον εαυτό του και με την αλήθεια, όταν το παρελθόν ξετυλίγεται με τρόπο ανελέητο. Η αγάπη του για τη Δάφνη δεν τον εξαγνίζει — τον ραγίζει, τον φθείρει, τον κάνει να ψάξει μέσα του τι πραγματικά αξίζει. Η συγγραφέας δεν τον λυπάται. Τον αφήνει να γονατίσει, για να μπορέσει να σηκωθεί αληθινά.
Η Μαρία Γαβριελάτου οικοδομεί τον κόσμο της με στιβαρότητα. Από την Καρύταινα μέχρι την Πεντέλη, από την Αθήνα και την Πάτρα ως την Κωνσταντινούπολη, κάθε τοποθεσία μοιάζει να κουβαλά δικά της φαντάσματα και ευθύνες. Η ιστορία δε διαβάζεται απλώς — πονάει. Δεν σε καλεί να τη θαυμάσεις, αλλά να τη νιώσεις. Η δομή του έργου δεν είναι γραμμική· ακολουθεί τις ρωγμές της μνήμης, τα χάσματα των επιλογών, τους λαβύρινθους της ενοχής.
Η πένα της Γαβριελάτου δεν είναι επιτηδευμένα ποιητική — είναι ωμή, αιχμηρή, γυμνή. Οι λέξεις της κόβουν. Οι εικόνες της μυρίζουν ιδρώτα, αίμα, μυστικά.
Οι Μοίρες του τίτλου, μολονότι φαντάζουν αρχαϊκό στοιχείο, είναι πανταχού παρούσες. Είναι η τυχαιότητα της αδικίας, η φωνή που σωπαίνει τα κορίτσια, η τύχη που δόθηκε αλλού. Κι όμως, η Αστροφεγγιά είναι εκεί: σαν σύμβολο, σαν παρηγοριά, σαν υπόσχεση ότι το φως υπάρχει — έστω και αχνό — ακόμη και στις πιο πνιγηρές νύχτες.
Κι όταν έρθει το τέλος, δεν είναι εξιλέωση. Είναι αναγνώριση. Όχι κάθαρση τύπου τραγωδίας, αλλά εσωτερική μετακίνηση. Οι ήρωες δεν λυτρώνονται επειδή δικαιώθηκαν από τον κόσμο, αλλά επειδή βρήκαν την αλήθεια μέσα τους. Και η συγχώρεση, η πιο δύσκολη όλων, δεν έρχεται από εξωτερική πίεση — γεννιέται ως επιλογη.
Για μένα, η Μαρία Γαβριελάτου δεν είναι απλώς μια σπουδαία συγγραφέας. Είναι μια φωνή που μπαίνει βαθιά στα σκοτεινά, χωρίς να κρατά φακό αλλά μια σπίθα. Ήξερα ότι αυτό το βιβλίο θα με αγγίξει — δεν ήξερα όμως ότι θα με γδάρει, θα με συγκλονίσει, θα με αλλάξει.
Δεν έκλεισα το βιβλίο με το τέλος. Το κουβαλάω μέσα μου. Και θα το κουβαλάω — σαν ανάμνηση, σαν χτύπο, σαν υπόμνηση πως η μοίρα μπορεί να πληγώνει, αλλά η ψυχή έχει πάντα την τελευταία λέξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου