" ΠΟΥΛΙ ΘΑ ΚΑΜΩ ΤΗ ΧΑΡΑ " της Μαρίας Πρινάρη - Καρκαβατσάκη.
Ένα βιβλίο που ασχολείται με πολύ καυτά θέματα και που η συγγραφέας τα έχει προσεγγίσει με ευαισθησία και σεβασμό. Άποψη μου είναι πως αξίζει να διαβαστεί απ όλους διότι ο καθένας μας θα βρει κομμάτια του εαυτού του μέσα στις σελίδες του και θα του δοθεί η ευκαιρία να σκεφτεί και να να καταλάβει τον ίδιο του τον εαυτό,γιατί όπως λέει και η συγγραφέας στην σελίδα 355: << Ο Πλάτωνας είπε πως η πρώτη και πιο υψηλή νίκη για έναν άνθρωπο είναι να κατακτήσει τον εαυτό του.>>
Η ιστορία της Λένας, της βασικής πρωταγωνίστριας γίνεται τραγική όταν την ημέρα του γάμου της με τον Φάνη, εκείνος σε μια προσπέραση χάνει την ζωή του. Έτσι η Λένα χάνει το νόημα της ζωής γιατί όπως λέει ο πατέρας της ο Πέτρος με την μητέρα της Αλεξάνδρα στην σελίδα 59: << Η Λένα δέχτηκε μεγάλο χτύπημα που τη βρήκε αδύναμη. Την είχαμε κλείσει σε γυάλινο κλουβί. Δεν την αφήσαμε ποτέ να αντιμετωπίσει μόνη της ούτε μια δυσκολία της ζωής. Ξαφνικά κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη δυσκολία με τον χειρότερο τρόπο. Δυο χρόνια τώρα, απλώς αναπνέει. Δεν δέχτηκε καμία ουσιαστική βοήθεια για να ξεπεράσει αυτά τα τραύματα που έχει στην ψυχή.>> Με την συμπαράσταση των φίλων της Στέλλας και Νικόλα γνωρίζει τον Νικηφόρο και κάποια στιγμή του ανοίγει την ψυχή της στην σελίδα 131: << Άρχισε να μιλάει σαν να έγραφε στο ημερολόγιό της ή σαν να μιλούσε σ έναν καλό ψυχολόγο που ήξερε ν'ακούει και να τη διακόπτει μόνο αν έπρεπε να τη ρωτήσει κάτι σημαντικό. Όταν του τα είχε πει όλα ένιωσε πολύ καλύτερα. Σαν να είχε μοιραστεί το βάρος της ψυχής της,σαν να μαλάκωσε ο'πόνος της. Κι όταν εκείνος της είπε πως την καταλάβαινε,μα πως το πένθος κάποτε πρέπει να τελειώνει,πως μπορείς να θυμάσαι εκείνους που χάνεις αλλά οφείλεις να συνεχίσεις να ζεις,για έναν ανεξήγητο λόγο,δεν της φάνηκε ότι άκουγε τα ίδια λόγια που της έλεγαν όλοι. Ήταν σαν να μίλησε κατευθείαν στην ψυχή της,σαν να άκουγε πρώτη φορά,σαν να της αποκαλύφθηκε μεγάλη αλήθεια που είχε ανάγκη ν ακούσει και να πιστέψει.Θέλησε να του πει πως με τα λόγια του ελάφρυνε την ψυχή της. Ο Νικηφόρος χάρηκε και αυθόρμητα χάιδεψε τα μαλλιά της.Η Λένα τώρα δεν ξαφνιάστηκε,δεν τραβήχτηκε μακριά του.Ήταν σαν να περίμενε αυτό το αθώο χάδι και το χριαζόταν. Όμως...
Ο Νικηφόρος διαισθανόταν πως κάτι είχε κρατήσει μέσα της.
<< Θα μ έκανες πολύ χαρούμενο αν μοιραζόσουν μαζί μου ό,τι άλλο σε βαραίνει,αν το θέλεις βέβαια >> της είπε κοιτάζοντάς τη στα μάτια.
Η Λένα ένιωσε το βλέμμα του να περνάει από τα μάτια της και να φτάνει μέχρι την ψυχή της.Χωρίς καλά καλά να το καταλάβει,άρχισε πάλι να του μιλάει.
<< Επέμενα πολύ τότε. Το άρχισα σαν αστείο και στο τέλος μου είχε γίνει εμμονή και στον Φάνη άγχος. Του ζητούσα να είναι στην ώρα του κι εκείνος προσπάθησε να μη μ απογοητεύσει. Αν δεν του το είχα ζητήσει...>>
<< Σσς! Τι είναι αυτά που λες; Έχει ενοχές χωρίς να φταις για τίποτα. Σου καρφώθηκε αυτή η τρελή ιδέα κι έμεινες κολλημένη σ αυτήν και στις άδικες ενοχές σου. Κάνε μια προσπάθεια να το σκεφτείς μ άλλον τρόπο, να το δεις από μια άλλη οπτική γωνία. Αν είχαμε τη δύναμη να καθορίζουμε τη μοίρα ή τη ζωή,δεν θα αφήναμε να χαθεί ποτέ κανείς που αγαπάμε. Κι όμως,αυτό συμβαίνει κάθε μέρα. Συμβαίνει δίπλα μας, γύρω μας. Το συνειδητοποιούμε μόνο όταν συμβεί σ εμάς,και τότε νομίζουμε πως φταίμε εμείς. Όμως σίγουρα δεν είναι έτσι. Έχουν όλοι οι άνθρωποι που χάνουν κάθε μέρα τους αγαπημένους τους ευθύνη;>>
<< Έχει δίκιο.Όμως δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι εκείνη την ημέρα,εκείνη τη στιγμή, ο Φάνης ερχόταν για να παντρευτεί εμένα.Φοβάμαι πως ποτέ ξανά δεν θα μπορέσω να ονειρευτώ τη ζωή μου με κάποιον άλλο,γιατί αν πάθει κάτι,τότε θα είμαι σίγουρη πως δίπλα μου δεν θα είναι ποτέ κανείς καλά,κι αυτό θα με σκοτώσει.>>
Τα λόγια της σόκαραν τον Νικηφόρο. Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ιδιαίτερα έξυπνος για να διακρίνει πως η Λένα είχε πρόβλημα και χρειαζόταν τη βοήθεια ειδικού. Από τη Στέλλα όμως είχε μάθει πως η Λένα αρνιόταν να δει ψυχολόγο και να δεχτεί βοήθεια. Σκέφτηκε να μην της προτείνει κι εκείνος το ίδιο πράγμα για να εισπράξει μια ακόμα άρνηση. Τουλάχιστον όχι εκείνη τη στιγμή. Θα στεκόταν δίπλα της, θα της μιλούσε και σιγά - σιγά θα την έπειθε.
Έχεις φόβους και ενοχές Λένα. Πρέπει να τα διώξεις από την ψυχή σου γιατί δεν φταις σε τίποτα εσύ.Δεν θα κουραστώ ποτέ να σου το λέω και είμαι σίγουρος πως δεν είμαι ο μόνος. Έχεις μιλήσει ποτέ ξανά γι'αυτά που νιώθεις σε κάποιον;>>
<< Ελάχιστες φορές και σε ελάχιστους ανθρώπους >>.
<< Τα έκλεισες μέσα σου λοιπόν και στο τέλος έγιναν ένα με την ύπαρξή σου. Προσπαθείς να πάψεις κατά κάποιον τρόπο να ζεις. Κι έτσι ζεις ζωή μισή. Γελιέσαι όμως αν νομίζεις πως έχεις τέτοια δύναμη. Η ζωή συνεχίζεται. Κοίτα γύρω σου! Κοίτα, σε παρακαλώ. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι νομίζεις πως ζουν μόνο με χαρές; Πολλοί απ αυτούς ίσως έχουν περάσει χειρότερες καταστάσεις από σένα>>.
Κάνει πολλές προσπάθειες η Λένα,αλλά οι κρίσεις πανικού που την πιάνουν δεν της αφήνουν περιθώρια αφού δεν θέλει να απευθυνθεί σ έναν ειδικό.Όμως μετά από ένα οδυνηρό περιστατικό βρίσκεται σε ένα νοσοκομείο για να σωθεί από την κωματώδη κατάσταση που βρέθηκε πίνοντας αλκοόλ. Εκεί για [πρώτη φορά βρίσκεται απέναντι από τον ψυχίατρο στην σελίδα 283:<< Καταλαβαίνω πως είσαι κουρασμένη τώρα,αλλά θα ήταν καλό να μιλήσουμε για λίγο ακόμα.Δεν θέλω να μου πεις πολλά ούτε να μπεις σε λεπτομέρειες που θα σε πονέσουν.Με λίγα λόγια,να μου πεις ποια ήταν εκείνα τα κορυφαία γεγονότα που σου προκάλεσαν πόνο και θλίψη >> επέμεινε ο γιατρός διακριτικά,με τον πιο ήρεμο τόνο στη φωνή του.
Ένας αναστεναγμός σηματοδότησε την έναρξη του μονόλογου της Λένας,αφού ο ψυχίατρος Ηρακλής Ρένεσης δεν την διέκοψε σχεδόν καθόλου. Η Λένα μιλούσε για πρώτη φορά.Με κόπο,δυσκολία και συντριβή. Άρχισε με τα πιο πρόσφατα γεγονότα που την πλήγωσαν. Για το μωρό που έχασε,για το ατύχημα του Νικηφόρου κι έπειτα πήγε πιο πίσω, σ εκείνη τη φοβερή μέρα του γάμου που δεν έγινε ποτέ. Για το πόσο πολύ πονούσε που απογοήτευσε τον Νικηφόρο με την ατυχία που είχε στην εγκυμοσύνη της. Για το πόσο πολύ πονούσε,μέναν πόνο μόνιμο και άγριο για τον θάνατο του Φάνη και πόσο πολύ πάσχιζε να κρύψει μέσα της το πένθος της για να μη δημιουργεί προβλήματα στην οικογένειά της, κι ας γινόταν αυτό συχνά η αιτία για να μην μπορεί να αναπνεύσει. Για το πόσο πολύ απογοητευόταν όταν ξυπνούσε το πρωί και διαπίστωνε ότι ένιωθε το ίδιο χάλια όπως και το προηγούμενο βράδυ που ήλπιζε ότι θα ένιωθε καλύτερα το επόμενο πρωί.
Μίλησε για τον φόβο της. Αυτόν τον φόβο που δεν μπορούσε με τίποτα να νικήσει! Αν πάθαινε κάτι ο Νικηφόρος; Κι ακόμα χειρότερα,αν γινόταν η ίδια αιτία να του συμβεί κάτι κακό; Η εξουθένωση της ήταν ολοφάνερη. Ο γιατρός της ζήτησε να σταματήσει να μιλάει. Δεν χρειαζόταν τίποτα περισσότερο για την πρώτη τους συζήτηση. Θα είχαν την ευκαιρία και τον χρόνο στην πορεία να τα συζητήσουν εκτενέστερα. Η κατάθλιψη, της είπε, χρειαζόταν χρόνο, προσπάθεια και υπομονή.
<< Κατάθλιψη;>>μονολόγησε με φρίκη η Λένα, λες και ήταν κάτι που δεν της είχε περάσει στιγμή από το μυαλό.
<< Αν επιχειρούσαμε να δώσουμε έναν τίτλο σε όσα εξιστόρησες, Λένα, αυτός θα ήταν:"ενοχή και αγωνία". Αυτά είναι τα δυο πιο μάταια συναισθήματα στη ζωή. Ενοχή για κάτι που έγινε και αγωνία για κάτι που μπορεί να συμβεί. Είναι η πιο κοινή μορφή του άγχους. Ενοχή για το παρελθόν, αγωνία για το μέλλον. Τα συναισθήματα ενοχής, δεν πρόκειται να αλλάξουν το παρελθόν, όσο κι αν το θέλεις. Το παρόν είναι ίδιο και η ενοχή είναι απλώς μια χαμένη δραστηριότητα. Με την αγωνία ξοδεύεις το πολύτιμο παρόν, βασανιζόμενη για ένα μελλοντικό γεγονός, δηλαδή για κάτι που το πιο πιθανόν είναι να μη συμβεί, αλλά εσύ έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να το ελέγξεις >>.
<< Κατάθλιψη...Είμαι τόσο αδύναμη λοιπόν...μονολόγησε πάλι η Λένα.
Ο γιατρός σηκώθηκε από την πολυθρόνα του και κάθισε απέναντι από την ασθενή του. Σταύρωσε τα χέρια πάνω στο στήθος του και την κοίταξε στα μάτια. Δεν έσκυψε αυτή τη φορά η Λένα. Ήθελε να τον ακούει αλλά και να τον βλέπει. Είχε ανάγκη να την πείσει.
<< Η κατάθλιψη δεν είναι ένδειξη αδυναμίας,αλλά εξουθένωσης. Είναι μια ψυχολογική κατάσταση.Ψυχολογική κατάσταση είναι για παράδειγμα και η χαρά. Η κατάθλιψη όμως,είναι πολύ δυσάρεστη κατάσταση, αλλά δυστυχώς και πολύ συνηθισμένη.Ακόμα και σε ανθρώπους που θεωρούνται δυνατοί.Είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο και μπορεί να μην οφείλεται σε μια μόνο αιτία.Μαζί θα βρούμε τις αιτίες της δικής σου κατάθλιψης.Εξαιτίας του τρόπου σκέψης σου,έχεις παγιδευτεί στην κατάθλιψη,που σ εσένα,Λένα,συνυπάρχει με συχνές κρίσεις πανικού.Είναι επιβεβλημένο να ξεκινήσουμε αγωγή με αντικαταθλιπτικά φάρμακα.Δεν έχεις ανάγκη να αποδείξεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις και χωρίς αυτά.Δεν θα σου προκαλέσουν εξάρτηση,κι αν ανησυχείς ότι τα χρησιμοποιείς λόγω της αδυναμίας σου να αντιμετωπίσεις τα προβλήματά σου,θα σου πω ότι η άλλη όψη του νομίσματος είναι,πως αν νιώθεις καλύτερα, θα μπορέσεις ευκολότερα να αντιμετωπίσεις τα προβλήματα. Το καταλαβαίνεις,σωστά;>>
Η Λένα συμφώνησε με μια κίνηση του κεφαλιού της. Ωστόσο,δεν κατάφερε πάλι να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Ο γιατρός έγραψε τη συνταγή,της εξήγησε πώς θα τα παίρνει και τη διαβεβαίωσε ότι σε δύο με τρεις εβδομάδες θα επιφέρουν αλλαγή στη διάθεσή της,αλλά μέσα σ αυτό το διάστημα θα είχε σίγουρα βελτιωθεί ο ύπνος της. Μετά θα την έβλεπε ξανά και θα συζητούσαν ξανά για την πορεία της θεραπείας της.>>
Όμως σε όλο αυτόν τον αγώνα έχει δίπλα της τους γονείς της,τους φίλους αλλά και τον Νικηφόρο που στην σελίδα 288 της λέει:<< Η αγάπη δεν είναι δρόμος,Λένα.Είναι συμμετοχή και μοιρασιά.Το να ζεις με τη φιλοσοφία της αγάπης είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής.Κι εγώ λέω " ναι " στις προκλήσεις.Είπες πριν πως μ αγαπάς κι εσύ.Αναρωτιέμαι πώς μπορείς ν αγαπήσεις ποτέ κανέναν,αν δεν αγαπήσεις πρώτα τον εαυτό σου.Εγώ θα είμαι εδώ,δίπλα σου,μαζί σου,μέχρι να βεβαιωθώ ότι έχεις αγαπήσει τον εαυτό σου και τότε θα ξέρω ότι,ναι,μ αγαπάς >>.
<< Τα έχω κάνει θάλασσα...>>κλαψούρισε η Λένα,κι ύστερα πρόσθεσε: << άφησέ με στη φροντίδα του γιατρού..Ο Ρένεσης..είναι η δουλειά του να με βοηθήσει.Εσύ φθείρεσαι κοντά μου >>.
<< Ωχ, Θεέ μου! >> αναστέναξε ο Νικηφόρος.<< Αν ο καθένας μας είχε κάποιον στη ζωή του να του πει, " θα σ αγαπάω ότι κι αν γίνει. Θα σ'αγαπάω ακόμη κι αν είσαι ηλίθιος, αν πέσεις και σπάσεις τα μούτρα σου,α ν τα κάνεις θάλασσα, αν κάνεις λάθη, εγώ θα σ'αγαπάω ότι κι αν γίνει",τότε ο Ρένεσης θα έμενε χωρίς δουλειά.
Αυτά τα λόγια του Νικηφόρου, που τα είχε δανειστεί από τον Λέο Μπουσκάλια, θα έκαναν απέραντα ευτυχισμένη οποιαδήποτε γυναίκα τα άκουγε από τα χείλη του αγαπημένου της. Όχι όμως τη Λένα. Εκείνη την έκαναν να αισθάνεται περισσότερο ένοχη, ένιωθε ακόμα μεγαλύτερη αγωνία για το αύριο, για τον άνθρωπο αυτόν που καθόταν δίπλα της και είχε καταθέσει την ψυχή και την καρδιά του στα πόδια της.
Πετάχτηκε όρθια και με γρήγορες κινήσεις έφτασε στην μπαλκονόπορτα. Την άνοιξε βιαστικά και βγήκε στο μπαλόνι. Μια νέα κρίση πανικού έκανε την εμφάνισή της. Μόνο όταν ο Νικηφόρος έμεινε μόνος, επέτρεψε στα δάκρυά του να κυλήσουν.>>
Ανεβαίνει ένα γολγοθά και κάποια στιγμή μετά από τρεις μήνες με συνεδρίες με τον ψυχίατρο βρίσκεται σε μια καφετέρια να παρατηρεί τις παρέες στην σελίδα 291:<< Παρατήρησε για λίγο τις παρέες που κάθονταν στα άλλα τραπέζια.Άλλοι συζητούσαν χαμηλόφωνα κι άλλοι με πιο χαρούμενη διάθεση.<< Εγώ τι κάνω εδώ;>> αναρωτήθηκε.<< Με ποιον να μιλήσω;Με τον εαυτό σου ίσως;>> Άκουσε μια φωνή μέσα στο μυαλό της.Με τον εαυτό της όμως,όποτε είχε δοκιμάσει να μιλήσει,άκρη δεν βρήκε ποτέ.Ήταν όλα τόσο μπερδεμένα,τόσο μαύρα...Ο Ρένεσης της είχε πει πως θα ήταν καλό ν αρχίσει να βλέπει και κάποιον ψυχολόγο,γιατί έπρεπε να μιλήσει,να συζητήσει,ν ακούσει....>>
Συγκλονιστική η συζήτηση της Λένας με την ψυχολόγο Νιόβη στην σελίδα 296: << Η Λένα, λίγες μέρες αργότερα,άκουσε έκπληκτη τη Νιόβη να της λέει ότι ο λόγος που την ώθησε να κάνει αυτή την επίσκεψη στους γονείς της, ήταν η ενοχή που αισθανόταν απέναντί τους επειδή θεωρούσε ότι τους είχε πληγώσει. Ήταν απλώς μια προσπάθεια να επανορθώσει.
Η Λένα, παραδέχτηκε πως ένιωθε ένοχη απέναντι στους γονείς της. Ένιωθε ένοχη απέναντι και στον Νικηφόρο όμως, για χίλιους λόγους. Πιο πάνω κι από την ενοχή της απέναντί του, ήταν η αγωνία της για εκείνον, μην πάθει κανένα κακό. Ήρεμα,ψύχραιμα αλλά και ψυχρά, η Νιόβη της μίλησε κοιτάζοντάς την κατευθείαν στα μάτια.
<< Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι για το οποίο χρειάζεται να αγωνιάς.Θα μπορούσες να σπαταλήσεις το υπόλοιπο της ζωής σου ανησυχώντας για το μέλλον.Αλλά,όση κι αν είναι η αγωνία σου δεν θ αλλάξει τίποτα.Δεν πρέπει να συγχέεις την αγωνία με τον προγραμματισμό του μέλλοντος ούτε έχει καμία σχέση η αγωνία με την αγάπη.Ο προγραμματισμός δεν είναι αγωνία.Αν πρόκειται για κάποιο μελλοντικό συμβάν,ούτε μια στιγμή αγωνίας δεν θ αλλάξει τα πράγματα.Σ ότι αφορά την αγάπη, προϋποθέτει μια σχέση που ο καθένας έχει δικαίωμα να είναι ότι επιλέξει.Ο άντρας σου λοιπόν,έχει επιλέξει να είναι κοντά σου,κι εσύ δεν μπορείς παρά να τον αφήσεις ελεύθερο να είναι ότι επέλεξε,κοντά σου ή μακριά σου.Αν αναρτηθείς "μπορώ ν αλλάξω κάτι αγωνιώντας γι αυτό;"θα ανακαλύψεις πόσο παράλογο είναι να αγωνιάς.Είναι παράλογο να αγωνιάς για το μέλλον,αν δεν θεωρήσεις τις τωρινές στιγμές σου ως χρόνο που πρέπει να τον ζήσεις εσύ,κι εκείνος βέβαια >>.
<< Χάνω χρόνο λοιπόν...μου το είπε και η μητέρα μου αυτό >>χαμογέλασε πικρά η Λένα.<< Νιώθω πως έχω χάσει και τον εαυτό μου τελικά,Νιόβη >>.
<< Ποτέ δεν χάνουμε τον εαυτό μας,όχι οριστικά τουλάχιστον.Αν θέλουμε να τον βρούμε,είναι πάντα εδώ.Αν προσπαθήσεις,θ ακούσεις τη φωνή του μέσα σου να λέει " είμαι ακόμα εδώ, αναζήτησε με, μοιράσου με μ αυτούς που αγαπάς ">>
<< Θέλω να το κάνω αυτό,πίστεψέ με.Θέλω να μοιραστώ τον εαυτό μου.Η ζωή μου όμως εξελίχτηκε με τέτοιον τρόπο,πήρε τέτοια πορεία που ανέτρεψε όλα τα " θέλω ¨μου >>.
<< Η ζωή είναι στα χέρια σου,Λένα.Μπορείς να διαλέξεις τη χαρά ή να βλέπεις μαυρίλα παντού.Γιατί μερικοί άνθρωποι τα βλέπουν όλα όμορφα κι άλλοι δεν μπορούν να δουν έστω κι ένα όμορφο πράγμα μέσα στον ίδιο κόσμο;Ο Καζαντζάκης λέει:" Έχεις τα πινέλα και τα χρώματα.Ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα."Μπορείς να τ αλλάξεις όποτε αποφασίσεις >>.
<< Ακόμα κι αν εγώ φτιάξω έναν παράδεισο για να μπω,έναν επίγειο παράδεισο ας πούμε,ο Φάνης θα συνεχίσει να βρίσκεται στον παράδεισο εκείνον,τον μακρινό.Θα έπρεπε να είχαμε τη δύναμη ν αλλάζαμε τη ζωή...ή να εξαφανίζαμε τον θάνατο...>>
Η Λένα,μάλλον στιγμιαία,είχε ξεχάσει την παρουσία της Νιάβης.Σχεδόν μονολογούσε,γι αυτό τινάχτηκε ξαφνιασμένη όταν άκουσε τη φωνή της.
<< Το πρόβλημα είναι ότι τα δικά μας " θα έπρεπε " δεν μπορούν ν αλλάξουν τη ζωή. Μερικοί πιστεύουν ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει ο θάνατος,κι έτσι,αντί να εξοικειωθούν με την ιδέα,απλώς πιστεύουν ότι η ζωή θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Αλλά ο θάνατος είναι μια πρόκληση. Μας λέει να μη χάνουμε καιρό. Μας λέει να μην έχουμε σ εκκρεμότητα κανένα " σ αγαπώ. Μας λέει να χαρίσουμε τον εαυτό μας τώρα >>.
Η Λένα ένιωσε πολύ κουρασμένη. Το κεφάλι της είχε γεμίσει από τα λόγια της Νιόβης. Πίστευε πως ήταν αρκετά για κείνη την ημέρα,δεν χωρούσε περισσότερα. Της ζήτησε να διακόψουν και να κλείσουν το ραντεβού της επόμενης συνεδρίας.Η Νιόβη το σημείωσε και τη χαιρέτισε,συνοδεύοντάς την ως την πόρτα.Πριν την ανοίξει,ακούμπησε τοχέρι στον ώμο της Λένας και της είπε:
<<Κάθε μέρα να προσπαθείς να μην χάνεις ό,τι όμορφο υπάρχει στον κόσμο.Υπάρχει α΄σχήμια,αλλά υπάρχει και ομορφιά,αρκεί να θελήσεις να τη δεις.Προσπάθησε,Λένα >>.
Επίσης συγκλονιστικά και ΄τα λόγια του Νικηφόρου στην Λένα στην σελίδα 303:<< Τελικά,για ν αλλάξει ο άνθρωπος και να γίνει ο εαυτός του,πρέπει να έχει ελευθερία.Για να διδαχτεί,να μάθει,να κρίνει,να δει καθαρά,πρέπει να είναι ελεύθερος.Έτσι όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος την ελευθερία του.Κανένας,έστω κι αν είναι από αγάπη,δεν έχει το δικαίωμα να του τη στερεί.Από εμένα,είσαι ελεύθερη,Λένα.Για όσο θέλεις ή για όσο χρειαστεί,ακόμα και για πάντα >>.
Η συζήτηση της Λένας με την Νιόβη πραγματικά άγγιξε την ψυχή μου στην σελίδα 306:<< Λοιπόν,έχουμε να τα πούμε αρκετές μέρες.Στο τηλέφωνο μου έδωσες την εντύπωση ότι έχουμε να πούμε πολλά.Θέλω να πώ,ότι αποφάσισες να ζήσεις μόνη σου,αν κατάλαβα καλά,σωστά;>> είπε η Νιόβη και κάθισε στην αναπαυτική καρέκλα του γραφείου της.
<< Κατάφερα να μου χαρίσει ο Νικηφόρος την ελευθερία μου,εντός πολλών εισαγωγικών βέβαια,αντί να δεχτεί τη δική του εκείνος.Είναι αυτό για το οποίο προσπαθούσα τόσον καιρό να τον πείσω πως ήταν το σωστό να γίνει,κι όμως τώρα δεν ξέρω αν έχω πειστεί εγώ η ίδια γι αυτό.Έχω ανάγκη να πιστέψω πως δεν έχω κάνει ένα ακόμα λάθος >> είπε η Λένα και περίμενε ν ακούσει τι θα μπορούσε να της πει η Νιόβη,σαν να ήταν εκείνη που θα αποφάσιζε για το τι ήταν λάθος ή σωστό.
Η Νιόβη χτύπησε τα δάχτυλά της πάνω στο γραφείο της,σαν να έπαιζε πιάνο.Έπιασε στη συνέχεια το στυλό της και το τοποθέτησε μέσα στη μολυβοθήκη που υπήρχε πάνω στο γραφείο της,έπλεξε μετά τα δάχτυλά της μεταξύ τους και ακούμπησε τα χέρια της πάνω στο γραφείο.
<< Και τώρα,υποθέτω,ότι περιμένεις από εμένα να σου πω αν έχεις κάνει ένα ακόμα λάθος,έτσι;>>
Η Λένα την κοίταζε χωρίς να μιλάει.Αν ήθελα να είναι ειλικρινής,δεν περίμενε να της δώσει μια σαφή απάντηση.Μέχρι τότε η Νιόβη ποτέ δεν της μίλησε σαν κριτής.Πάντα μιλούσε συμβουλευτικά,της έδειχνε τον δρόμο και την άφηνε να τον περπατήσει μόνη της.
<< Η ζωή θα σου απαντήσει σ αυτό το ερώτημα,υποθέτω.Εγώ μπορώ να σου πω μόνο,πως πρέπει να μάθεις ν αγαπάς ακόμα και τα λάθη σου και να προσπαθείς,ακόμα και από αυτά,να πάρεις ότι καλό μπορεί να προκύψει.Ξέρεις;,σ ένα πολύ παλιό ξένο περιοδικό της Ανθρωπιστικής Ψυχολογίας που έπεσε στα χέρια μου όταν βρισκόμουν σ ένα συνέδριο στο εξωτερικό,διάβασα κάτι που έγραφε ένας ογδονταπεντάχρονος που έμαθε ότι θα πεθάνει.Έλεγε λοιπόν,πως αν μπορούσε να ξαναζήσει τη ζωή του από την αρχή,θα έκανε πολύ περισσότερα λάθη και δεν θα προσπαθούσε να είναι τέλειος.Θα αφηνόταν,θα χαλάρωνε,θα έκανε ανοησίες και θα έπαιρνε ελάχιστα πράγματα στα σοβαρά.Θα ήταν λιγότερο συγκρατημένος και θα φερόταν πιο τρελά.Θα διακινδύνευε,θα έκανε περισσότερα ταξίδια,θα κολυμπούσε,θα κοίταζε περισσότερα ηλιοβασιλέματα.Θα έτρωγε περισσότερα παγωτά και λιγότερα φασόλια.Θα είχε περισσότερα πραγματικά προβλήματα και λιγότερα φανταστικά.Αν γινόταν,έλεγε,να ξανάρχιζε από την αρχή,θα φρόντιζε να έχει περισσότερες όμορφες στιγμές.Στην πραγματικότητα θα προσπαθούσε να ζήσει μόνο όμορφες στιγμές,στιγμή τη στιγμή,γιατί η ζωή είναι φτιαγμένη από στιγμές.Κι εσύ,Λένα,ζήσε τις στιγμές σου,αγάπα τα λάθη σου,απόλαυσε τα παγωτά,κι ας ξέρεις ότι δεν είναι το σωστό,αφού σου προσφέρουν περισσότερη ευχαρίστηση απ ό,τι τα φασόλια.Ο Λέο Μπουσκάλια λέει ότι η ζωή είναι ένα φαγοπότι και οι πιο πολλοί ηλίθιοι πεθαίνουν από την πείνα.Φυσικά δεν εννοεί εκείνους που δυστυχώς βιώνουν οικονομική δυσκολία και στερούνται τα απαραίτητα,αλλά εκείνους που δυσκολεύονται να εκτιμήσουν και να απολαύσουν αυτά τα υπέροχα πράγματα που τους προσφέρει η ζωή >>.
Αποφασίζει λοιπόν να απομακρυνθεί απ όλα στην σελίδα 309:<<Αλλά όχι, μια απόσπαση,μακριά από τα ίδια πρόσωπα,τις ίδιες καταστάσεις,σ ένα άλλο μέρος όπου θα έπρεπε μόνη της να φροντίσει τον εαυτό της,ίσως να ήταν η νέα αρχή που χρειαζόταν.Θα το τολμούσε,θα ξεκινούσε μια νέα μάχη και με τον καιρό ήλπιζε να έχει τις αποδείξεις για την ορθότητα της πράξης της. Αποδείξεις για ποιον; Για τον εαυτό της,μόνο.
<< Δεν έχεις ν αποδείξεις τίποτα και σε κανέναν.Μόνο στον εαυτό σου οφείλεις να αποδεικνύεις πράγματα >>.
Χαμογέλασε καθώς θυμήθηκε τα λόγια της Νιόβης.<< Τελικά,αν είχα αποφασίσει να " δουλέψω " μαζί της νωρίτερα,ίσως τώρα να βρισκόμουν σε καλύτερο δρόμο >> σκέφτηκε.Οι συζητήσεις τους και οι συμβουλές της της πρόσφεραν μια σιγουριά,μια ασφάλεια.>>
Επίσης συγκλονιστική η εικόνα και οι σκέψεις της Λένας στην κοιλάδα των πεταλούδων στην σελίδα 331:<< Καθισμένη δίπλα στο ρυάκι,απολάμβανε τον ρυθμικό ήχο του νερού,παρατηρούσε τη βλάστηση,τις πεταλούδες,το γαλάζιο τ ουρανού.Όλα αυτά ήταν ζωή,κι εκείνη υπήρχε μέσα σ αυτά.Δεκάδες ή και χιλιάδες πράγματα,μικρά κι ασήμαντα και συγχρόνως τόσο σημαντικά,ήταν η ζωή!Όπως αυτός ο περίπατος που έκανε η Ρένια με τον φίλο της,όπως οι χαρούμενες φωνές και το γέλιο μιας παρέας παιδιών από μια σχολική εκδρομή.Όπως οι ηλιαχτίδες που έπαιζαν κρυφτό ανάμεσα στα φύλλα του πλάτανου που της χάριζε τη σκιά του.Όλα αυτά ήταν ζωή,με ομορφιά,με δύναμη,με ορμή,μα εκείνη δεν αφηνόταν σ αυτή την ορμή.
Είχε μείνει εγκλωβισμένη σε δεκάδες ανασφάλειες,φόβους,αγωνίες.Εδώ και πάρα πολύ καιρό,την απασχολούσε ο θάνατος.Ο θάνατος που φοβόταν ότι θα ερχόταν να της στερήσει ό,τι αγαπούσε,σαν τιμωρία επειδή είχε κάτι που δεν άξιζε.Η αυτοεκτίμησή της ήταν πιο κάτω κι από το τελευταίο σκαλί.Φοβόταν να ζήσει ακόμα και την πιο μικρή χαρά,φοβόταν να γελάσει,γιατί ίσως δεν το άξιζε.Πως να αφήσει λοιπόν την ορμή της ζωής να την απορροφήσει;Αφέθηκε να παρασύρεται όμως,όπως εκείνο το φύλλο από το πλατάνι που ταξίδευε πάνω στο νερό σαν μικρό ακυβέρνητο καραβάκι.
Κάποτε της είχε πει ο Νικηφόρος πως η ζωή είναι ποτάμι,κι αν δεν την αφήσεις να σε παρασύρει,θα γίνει βάλτος και θα χαθείς μέσα του.Κι όμως,εκείνη,αν και άφησε το ποτάμι να την παρασύρει,ένιωθε ότι την έβγαλε σε βάλτο.Ένιωσε μια πρωτόγνωρη αγωνία.Να βγει από τον βάλτο,να σωθεί.Να βγει στη ζωή ξανά,κι εκεί,κάπου στην όχθη,να περιμένει ο Νικηφόρος με το χέρι του απλωμένο,να την κρατήσει και να προχωρήσουν ξανά μαζί.>>
Πραγματικά με συγκίνησε ο τρόπος που έκλεισε την εκπομπή του ο Νικηφόρος στην σελίδα 351:
Πολλά ακόμα θα μπορούσα να γράψω γι αυτό το συγκλονιστικό βιβλίο ,για το υπέροχο γράψιμο της Μαρίας Πρινάρη - Καρκαβατσάκη, τις μεγάλες αλήθειες ,τα μηνύματα γιατί πραγματικά αισθάνομαι πως είναι σαν να γράφτηκε για μένα αφού αυτή την περίοδο περνώ πολύ δύσκολα την απώλεια του λατρεμένου μου αδελφού.
Συγχαρητήρια στην Μαρία Πρινάρη - Καρκαβατσάκη για το εξαιρετικό βιβλίο που έγραψε που αγγίζει πραγματικά τις ψυχές των αναγνωστών !!!!
Πάντα επιτυχίες!!!!!!!!!
—
Ένα βιβλίο που ασχολείται με πολύ καυτά θέματα και που η συγγραφέας τα έχει προσεγγίσει με ευαισθησία και σεβασμό. Άποψη μου είναι πως αξίζει να διαβαστεί απ όλους διότι ο καθένας μας θα βρει κομμάτια του εαυτού του μέσα στις σελίδες του και θα του δοθεί η ευκαιρία να σκεφτεί και να να καταλάβει τον ίδιο του τον εαυτό,γιατί όπως λέει και η συγγραφέας στην σελίδα 355: << Ο Πλάτωνας είπε πως η πρώτη και πιο υψηλή νίκη για έναν άνθρωπο είναι να κατακτήσει τον εαυτό του.>>
Η ιστορία της Λένας, της βασικής πρωταγωνίστριας γίνεται τραγική όταν την ημέρα του γάμου της με τον Φάνη, εκείνος σε μια προσπέραση χάνει την ζωή του. Έτσι η Λένα χάνει το νόημα της ζωής γιατί όπως λέει ο πατέρας της ο Πέτρος με την μητέρα της Αλεξάνδρα στην σελίδα 59: << Η Λένα δέχτηκε μεγάλο χτύπημα που τη βρήκε αδύναμη. Την είχαμε κλείσει σε γυάλινο κλουβί. Δεν την αφήσαμε ποτέ να αντιμετωπίσει μόνη της ούτε μια δυσκολία της ζωής. Ξαφνικά κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη δυσκολία με τον χειρότερο τρόπο. Δυο χρόνια τώρα, απλώς αναπνέει. Δεν δέχτηκε καμία ουσιαστική βοήθεια για να ξεπεράσει αυτά τα τραύματα που έχει στην ψυχή.>> Με την συμπαράσταση των φίλων της Στέλλας και Νικόλα γνωρίζει τον Νικηφόρο και κάποια στιγμή του ανοίγει την ψυχή της στην σελίδα 131: << Άρχισε να μιλάει σαν να έγραφε στο ημερολόγιό της ή σαν να μιλούσε σ έναν καλό ψυχολόγο που ήξερε ν'ακούει και να τη διακόπτει μόνο αν έπρεπε να τη ρωτήσει κάτι σημαντικό. Όταν του τα είχε πει όλα ένιωσε πολύ καλύτερα. Σαν να είχε μοιραστεί το βάρος της ψυχής της,σαν να μαλάκωσε ο'πόνος της. Κι όταν εκείνος της είπε πως την καταλάβαινε,μα πως το πένθος κάποτε πρέπει να τελειώνει,πως μπορείς να θυμάσαι εκείνους που χάνεις αλλά οφείλεις να συνεχίσεις να ζεις,για έναν ανεξήγητο λόγο,δεν της φάνηκε ότι άκουγε τα ίδια λόγια που της έλεγαν όλοι. Ήταν σαν να μίλησε κατευθείαν στην ψυχή της,σαν να άκουγε πρώτη φορά,σαν να της αποκαλύφθηκε μεγάλη αλήθεια που είχε ανάγκη ν ακούσει και να πιστέψει.Θέλησε να του πει πως με τα λόγια του ελάφρυνε την ψυχή της. Ο Νικηφόρος χάρηκε και αυθόρμητα χάιδεψε τα μαλλιά της.Η Λένα τώρα δεν ξαφνιάστηκε,δεν τραβήχτηκε μακριά του.Ήταν σαν να περίμενε αυτό το αθώο χάδι και το χριαζόταν. Όμως...
Ο Νικηφόρος διαισθανόταν πως κάτι είχε κρατήσει μέσα της.
<< Θα μ έκανες πολύ χαρούμενο αν μοιραζόσουν μαζί μου ό,τι άλλο σε βαραίνει,αν το θέλεις βέβαια >> της είπε κοιτάζοντάς τη στα μάτια.
Η Λένα ένιωσε το βλέμμα του να περνάει από τα μάτια της και να φτάνει μέχρι την ψυχή της.Χωρίς καλά καλά να το καταλάβει,άρχισε πάλι να του μιλάει.
<< Επέμενα πολύ τότε. Το άρχισα σαν αστείο και στο τέλος μου είχε γίνει εμμονή και στον Φάνη άγχος. Του ζητούσα να είναι στην ώρα του κι εκείνος προσπάθησε να μη μ απογοητεύσει. Αν δεν του το είχα ζητήσει...>>
<< Σσς! Τι είναι αυτά που λες; Έχει ενοχές χωρίς να φταις για τίποτα. Σου καρφώθηκε αυτή η τρελή ιδέα κι έμεινες κολλημένη σ αυτήν και στις άδικες ενοχές σου. Κάνε μια προσπάθεια να το σκεφτείς μ άλλον τρόπο, να το δεις από μια άλλη οπτική γωνία. Αν είχαμε τη δύναμη να καθορίζουμε τη μοίρα ή τη ζωή,δεν θα αφήναμε να χαθεί ποτέ κανείς που αγαπάμε. Κι όμως,αυτό συμβαίνει κάθε μέρα. Συμβαίνει δίπλα μας, γύρω μας. Το συνειδητοποιούμε μόνο όταν συμβεί σ εμάς,και τότε νομίζουμε πως φταίμε εμείς. Όμως σίγουρα δεν είναι έτσι. Έχουν όλοι οι άνθρωποι που χάνουν κάθε μέρα τους αγαπημένους τους ευθύνη;>>
<< Έχει δίκιο.Όμως δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι εκείνη την ημέρα,εκείνη τη στιγμή, ο Φάνης ερχόταν για να παντρευτεί εμένα.Φοβάμαι πως ποτέ ξανά δεν θα μπορέσω να ονειρευτώ τη ζωή μου με κάποιον άλλο,γιατί αν πάθει κάτι,τότε θα είμαι σίγουρη πως δίπλα μου δεν θα είναι ποτέ κανείς καλά,κι αυτό θα με σκοτώσει.>>
Τα λόγια της σόκαραν τον Νικηφόρο. Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ιδιαίτερα έξυπνος για να διακρίνει πως η Λένα είχε πρόβλημα και χρειαζόταν τη βοήθεια ειδικού. Από τη Στέλλα όμως είχε μάθει πως η Λένα αρνιόταν να δει ψυχολόγο και να δεχτεί βοήθεια. Σκέφτηκε να μην της προτείνει κι εκείνος το ίδιο πράγμα για να εισπράξει μια ακόμα άρνηση. Τουλάχιστον όχι εκείνη τη στιγμή. Θα στεκόταν δίπλα της, θα της μιλούσε και σιγά - σιγά θα την έπειθε.
Έχεις φόβους και ενοχές Λένα. Πρέπει να τα διώξεις από την ψυχή σου γιατί δεν φταις σε τίποτα εσύ.Δεν θα κουραστώ ποτέ να σου το λέω και είμαι σίγουρος πως δεν είμαι ο μόνος. Έχεις μιλήσει ποτέ ξανά γι'αυτά που νιώθεις σε κάποιον;>>
<< Ελάχιστες φορές και σε ελάχιστους ανθρώπους >>.
<< Τα έκλεισες μέσα σου λοιπόν και στο τέλος έγιναν ένα με την ύπαρξή σου. Προσπαθείς να πάψεις κατά κάποιον τρόπο να ζεις. Κι έτσι ζεις ζωή μισή. Γελιέσαι όμως αν νομίζεις πως έχεις τέτοια δύναμη. Η ζωή συνεχίζεται. Κοίτα γύρω σου! Κοίτα, σε παρακαλώ. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι νομίζεις πως ζουν μόνο με χαρές; Πολλοί απ αυτούς ίσως έχουν περάσει χειρότερες καταστάσεις από σένα>>.
Κάνει πολλές προσπάθειες η Λένα,αλλά οι κρίσεις πανικού που την πιάνουν δεν της αφήνουν περιθώρια αφού δεν θέλει να απευθυνθεί σ έναν ειδικό.Όμως μετά από ένα οδυνηρό περιστατικό βρίσκεται σε ένα νοσοκομείο για να σωθεί από την κωματώδη κατάσταση που βρέθηκε πίνοντας αλκοόλ. Εκεί για [πρώτη φορά βρίσκεται απέναντι από τον ψυχίατρο στην σελίδα 283:<< Καταλαβαίνω πως είσαι κουρασμένη τώρα,αλλά θα ήταν καλό να μιλήσουμε για λίγο ακόμα.Δεν θέλω να μου πεις πολλά ούτε να μπεις σε λεπτομέρειες που θα σε πονέσουν.Με λίγα λόγια,να μου πεις ποια ήταν εκείνα τα κορυφαία γεγονότα που σου προκάλεσαν πόνο και θλίψη >> επέμεινε ο γιατρός διακριτικά,με τον πιο ήρεμο τόνο στη φωνή του.
Ένας αναστεναγμός σηματοδότησε την έναρξη του μονόλογου της Λένας,αφού ο ψυχίατρος Ηρακλής Ρένεσης δεν την διέκοψε σχεδόν καθόλου. Η Λένα μιλούσε για πρώτη φορά.Με κόπο,δυσκολία και συντριβή. Άρχισε με τα πιο πρόσφατα γεγονότα που την πλήγωσαν. Για το μωρό που έχασε,για το ατύχημα του Νικηφόρου κι έπειτα πήγε πιο πίσω, σ εκείνη τη φοβερή μέρα του γάμου που δεν έγινε ποτέ. Για το πόσο πολύ πονούσε που απογοήτευσε τον Νικηφόρο με την ατυχία που είχε στην εγκυμοσύνη της. Για το πόσο πολύ πονούσε,μέναν πόνο μόνιμο και άγριο για τον θάνατο του Φάνη και πόσο πολύ πάσχιζε να κρύψει μέσα της το πένθος της για να μη δημιουργεί προβλήματα στην οικογένειά της, κι ας γινόταν αυτό συχνά η αιτία για να μην μπορεί να αναπνεύσει. Για το πόσο πολύ απογοητευόταν όταν ξυπνούσε το πρωί και διαπίστωνε ότι ένιωθε το ίδιο χάλια όπως και το προηγούμενο βράδυ που ήλπιζε ότι θα ένιωθε καλύτερα το επόμενο πρωί.
Μίλησε για τον φόβο της. Αυτόν τον φόβο που δεν μπορούσε με τίποτα να νικήσει! Αν πάθαινε κάτι ο Νικηφόρος; Κι ακόμα χειρότερα,αν γινόταν η ίδια αιτία να του συμβεί κάτι κακό; Η εξουθένωση της ήταν ολοφάνερη. Ο γιατρός της ζήτησε να σταματήσει να μιλάει. Δεν χρειαζόταν τίποτα περισσότερο για την πρώτη τους συζήτηση. Θα είχαν την ευκαιρία και τον χρόνο στην πορεία να τα συζητήσουν εκτενέστερα. Η κατάθλιψη, της είπε, χρειαζόταν χρόνο, προσπάθεια και υπομονή.
<< Κατάθλιψη;>>μονολόγησε με φρίκη η Λένα, λες και ήταν κάτι που δεν της είχε περάσει στιγμή από το μυαλό.
<< Αν επιχειρούσαμε να δώσουμε έναν τίτλο σε όσα εξιστόρησες, Λένα, αυτός θα ήταν:"ενοχή και αγωνία". Αυτά είναι τα δυο πιο μάταια συναισθήματα στη ζωή. Ενοχή για κάτι που έγινε και αγωνία για κάτι που μπορεί να συμβεί. Είναι η πιο κοινή μορφή του άγχους. Ενοχή για το παρελθόν, αγωνία για το μέλλον. Τα συναισθήματα ενοχής, δεν πρόκειται να αλλάξουν το παρελθόν, όσο κι αν το θέλεις. Το παρόν είναι ίδιο και η ενοχή είναι απλώς μια χαμένη δραστηριότητα. Με την αγωνία ξοδεύεις το πολύτιμο παρόν, βασανιζόμενη για ένα μελλοντικό γεγονός, δηλαδή για κάτι που το πιο πιθανόν είναι να μη συμβεί, αλλά εσύ έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να το ελέγξεις >>.
<< Κατάθλιψη...Είμαι τόσο αδύναμη λοιπόν...μονολόγησε πάλι η Λένα.
Ο γιατρός σηκώθηκε από την πολυθρόνα του και κάθισε απέναντι από την ασθενή του. Σταύρωσε τα χέρια πάνω στο στήθος του και την κοίταξε στα μάτια. Δεν έσκυψε αυτή τη φορά η Λένα. Ήθελε να τον ακούει αλλά και να τον βλέπει. Είχε ανάγκη να την πείσει.
<< Η κατάθλιψη δεν είναι ένδειξη αδυναμίας,αλλά εξουθένωσης. Είναι μια ψυχολογική κατάσταση.Ψυχολογική κατάσταση είναι για παράδειγμα και η χαρά. Η κατάθλιψη όμως,είναι πολύ δυσάρεστη κατάσταση, αλλά δυστυχώς και πολύ συνηθισμένη.Ακόμα και σε ανθρώπους που θεωρούνται δυνατοί.Είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο και μπορεί να μην οφείλεται σε μια μόνο αιτία.Μαζί θα βρούμε τις αιτίες της δικής σου κατάθλιψης.Εξαιτίας του τρόπου σκέψης σου,έχεις παγιδευτεί στην κατάθλιψη,που σ εσένα,Λένα,συνυπάρχει με συχνές κρίσεις πανικού.Είναι επιβεβλημένο να ξεκινήσουμε αγωγή με αντικαταθλιπτικά φάρμακα.Δεν έχεις ανάγκη να αποδείξεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις και χωρίς αυτά.Δεν θα σου προκαλέσουν εξάρτηση,κι αν ανησυχείς ότι τα χρησιμοποιείς λόγω της αδυναμίας σου να αντιμετωπίσεις τα προβλήματά σου,θα σου πω ότι η άλλη όψη του νομίσματος είναι,πως αν νιώθεις καλύτερα, θα μπορέσεις ευκολότερα να αντιμετωπίσεις τα προβλήματα. Το καταλαβαίνεις,σωστά;>>
Η Λένα συμφώνησε με μια κίνηση του κεφαλιού της. Ωστόσο,δεν κατάφερε πάλι να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Ο γιατρός έγραψε τη συνταγή,της εξήγησε πώς θα τα παίρνει και τη διαβεβαίωσε ότι σε δύο με τρεις εβδομάδες θα επιφέρουν αλλαγή στη διάθεσή της,αλλά μέσα σ αυτό το διάστημα θα είχε σίγουρα βελτιωθεί ο ύπνος της. Μετά θα την έβλεπε ξανά και θα συζητούσαν ξανά για την πορεία της θεραπείας της.>>
Όμως σε όλο αυτόν τον αγώνα έχει δίπλα της τους γονείς της,τους φίλους αλλά και τον Νικηφόρο που στην σελίδα 288 της λέει:<< Η αγάπη δεν είναι δρόμος,Λένα.Είναι συμμετοχή και μοιρασιά.Το να ζεις με τη φιλοσοφία της αγάπης είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής.Κι εγώ λέω " ναι " στις προκλήσεις.Είπες πριν πως μ αγαπάς κι εσύ.Αναρωτιέμαι πώς μπορείς ν αγαπήσεις ποτέ κανέναν,αν δεν αγαπήσεις πρώτα τον εαυτό σου.Εγώ θα είμαι εδώ,δίπλα σου,μαζί σου,μέχρι να βεβαιωθώ ότι έχεις αγαπήσει τον εαυτό σου και τότε θα ξέρω ότι,ναι,μ αγαπάς >>.
<< Τα έχω κάνει θάλασσα...>>κλαψούρισε η Λένα,κι ύστερα πρόσθεσε: << άφησέ με στη φροντίδα του γιατρού..Ο Ρένεσης..είναι η δουλειά του να με βοηθήσει.Εσύ φθείρεσαι κοντά μου >>.
<< Ωχ, Θεέ μου! >> αναστέναξε ο Νικηφόρος.<< Αν ο καθένας μας είχε κάποιον στη ζωή του να του πει, " θα σ αγαπάω ότι κι αν γίνει. Θα σ'αγαπάω ακόμη κι αν είσαι ηλίθιος, αν πέσεις και σπάσεις τα μούτρα σου,α ν τα κάνεις θάλασσα, αν κάνεις λάθη, εγώ θα σ'αγαπάω ότι κι αν γίνει",τότε ο Ρένεσης θα έμενε χωρίς δουλειά.
Αυτά τα λόγια του Νικηφόρου, που τα είχε δανειστεί από τον Λέο Μπουσκάλια, θα έκαναν απέραντα ευτυχισμένη οποιαδήποτε γυναίκα τα άκουγε από τα χείλη του αγαπημένου της. Όχι όμως τη Λένα. Εκείνη την έκαναν να αισθάνεται περισσότερο ένοχη, ένιωθε ακόμα μεγαλύτερη αγωνία για το αύριο, για τον άνθρωπο αυτόν που καθόταν δίπλα της και είχε καταθέσει την ψυχή και την καρδιά του στα πόδια της.
Πετάχτηκε όρθια και με γρήγορες κινήσεις έφτασε στην μπαλκονόπορτα. Την άνοιξε βιαστικά και βγήκε στο μπαλόνι. Μια νέα κρίση πανικού έκανε την εμφάνισή της. Μόνο όταν ο Νικηφόρος έμεινε μόνος, επέτρεψε στα δάκρυά του να κυλήσουν.>>
Ανεβαίνει ένα γολγοθά και κάποια στιγμή μετά από τρεις μήνες με συνεδρίες με τον ψυχίατρο βρίσκεται σε μια καφετέρια να παρατηρεί τις παρέες στην σελίδα 291:<< Παρατήρησε για λίγο τις παρέες που κάθονταν στα άλλα τραπέζια.Άλλοι συζητούσαν χαμηλόφωνα κι άλλοι με πιο χαρούμενη διάθεση.<< Εγώ τι κάνω εδώ;>> αναρωτήθηκε.<< Με ποιον να μιλήσω;Με τον εαυτό σου ίσως;>> Άκουσε μια φωνή μέσα στο μυαλό της.Με τον εαυτό της όμως,όποτε είχε δοκιμάσει να μιλήσει,άκρη δεν βρήκε ποτέ.Ήταν όλα τόσο μπερδεμένα,τόσο μαύρα...Ο Ρένεσης της είχε πει πως θα ήταν καλό ν αρχίσει να βλέπει και κάποιον ψυχολόγο,γιατί έπρεπε να μιλήσει,να συζητήσει,ν ακούσει....>>
Συγκλονιστική η συζήτηση της Λένας με την ψυχολόγο Νιόβη στην σελίδα 296: << Η Λένα, λίγες μέρες αργότερα,άκουσε έκπληκτη τη Νιόβη να της λέει ότι ο λόγος που την ώθησε να κάνει αυτή την επίσκεψη στους γονείς της, ήταν η ενοχή που αισθανόταν απέναντί τους επειδή θεωρούσε ότι τους είχε πληγώσει. Ήταν απλώς μια προσπάθεια να επανορθώσει.
Η Λένα, παραδέχτηκε πως ένιωθε ένοχη απέναντι στους γονείς της. Ένιωθε ένοχη απέναντι και στον Νικηφόρο όμως, για χίλιους λόγους. Πιο πάνω κι από την ενοχή της απέναντί του, ήταν η αγωνία της για εκείνον, μην πάθει κανένα κακό. Ήρεμα,ψύχραιμα αλλά και ψυχρά, η Νιόβη της μίλησε κοιτάζοντάς την κατευθείαν στα μάτια.
<< Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι για το οποίο χρειάζεται να αγωνιάς.Θα μπορούσες να σπαταλήσεις το υπόλοιπο της ζωής σου ανησυχώντας για το μέλλον.Αλλά,όση κι αν είναι η αγωνία σου δεν θ αλλάξει τίποτα.Δεν πρέπει να συγχέεις την αγωνία με τον προγραμματισμό του μέλλοντος ούτε έχει καμία σχέση η αγωνία με την αγάπη.Ο προγραμματισμός δεν είναι αγωνία.Αν πρόκειται για κάποιο μελλοντικό συμβάν,ούτε μια στιγμή αγωνίας δεν θ αλλάξει τα πράγματα.Σ ότι αφορά την αγάπη, προϋποθέτει μια σχέση που ο καθένας έχει δικαίωμα να είναι ότι επιλέξει.Ο άντρας σου λοιπόν,έχει επιλέξει να είναι κοντά σου,κι εσύ δεν μπορείς παρά να τον αφήσεις ελεύθερο να είναι ότι επέλεξε,κοντά σου ή μακριά σου.Αν αναρτηθείς "μπορώ ν αλλάξω κάτι αγωνιώντας γι αυτό;"θα ανακαλύψεις πόσο παράλογο είναι να αγωνιάς.Είναι παράλογο να αγωνιάς για το μέλλον,αν δεν θεωρήσεις τις τωρινές στιγμές σου ως χρόνο που πρέπει να τον ζήσεις εσύ,κι εκείνος βέβαια >>.
<< Χάνω χρόνο λοιπόν...μου το είπε και η μητέρα μου αυτό >>χαμογέλασε πικρά η Λένα.<< Νιώθω πως έχω χάσει και τον εαυτό μου τελικά,Νιόβη >>.
<< Ποτέ δεν χάνουμε τον εαυτό μας,όχι οριστικά τουλάχιστον.Αν θέλουμε να τον βρούμε,είναι πάντα εδώ.Αν προσπαθήσεις,θ ακούσεις τη φωνή του μέσα σου να λέει " είμαι ακόμα εδώ, αναζήτησε με, μοιράσου με μ αυτούς που αγαπάς ">>
<< Θέλω να το κάνω αυτό,πίστεψέ με.Θέλω να μοιραστώ τον εαυτό μου.Η ζωή μου όμως εξελίχτηκε με τέτοιον τρόπο,πήρε τέτοια πορεία που ανέτρεψε όλα τα " θέλω ¨μου >>.
<< Η ζωή είναι στα χέρια σου,Λένα.Μπορείς να διαλέξεις τη χαρά ή να βλέπεις μαυρίλα παντού.Γιατί μερικοί άνθρωποι τα βλέπουν όλα όμορφα κι άλλοι δεν μπορούν να δουν έστω κι ένα όμορφο πράγμα μέσα στον ίδιο κόσμο;Ο Καζαντζάκης λέει:" Έχεις τα πινέλα και τα χρώματα.Ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα."Μπορείς να τ αλλάξεις όποτε αποφασίσεις >>.
<< Ακόμα κι αν εγώ φτιάξω έναν παράδεισο για να μπω,έναν επίγειο παράδεισο ας πούμε,ο Φάνης θα συνεχίσει να βρίσκεται στον παράδεισο εκείνον,τον μακρινό.Θα έπρεπε να είχαμε τη δύναμη ν αλλάζαμε τη ζωή...ή να εξαφανίζαμε τον θάνατο...>>
Η Λένα,μάλλον στιγμιαία,είχε ξεχάσει την παρουσία της Νιάβης.Σχεδόν μονολογούσε,γι αυτό τινάχτηκε ξαφνιασμένη όταν άκουσε τη φωνή της.
<< Το πρόβλημα είναι ότι τα δικά μας " θα έπρεπε " δεν μπορούν ν αλλάξουν τη ζωή. Μερικοί πιστεύουν ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει ο θάνατος,κι έτσι,αντί να εξοικειωθούν με την ιδέα,απλώς πιστεύουν ότι η ζωή θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Αλλά ο θάνατος είναι μια πρόκληση. Μας λέει να μη χάνουμε καιρό. Μας λέει να μην έχουμε σ εκκρεμότητα κανένα " σ αγαπώ. Μας λέει να χαρίσουμε τον εαυτό μας τώρα >>.
Η Λένα ένιωσε πολύ κουρασμένη. Το κεφάλι της είχε γεμίσει από τα λόγια της Νιόβης. Πίστευε πως ήταν αρκετά για κείνη την ημέρα,δεν χωρούσε περισσότερα. Της ζήτησε να διακόψουν και να κλείσουν το ραντεβού της επόμενης συνεδρίας.Η Νιόβη το σημείωσε και τη χαιρέτισε,συνοδεύοντάς την ως την πόρτα.Πριν την ανοίξει,ακούμπησε τοχέρι στον ώμο της Λένας και της είπε:
<<Κάθε μέρα να προσπαθείς να μην χάνεις ό,τι όμορφο υπάρχει στον κόσμο.Υπάρχει α΄σχήμια,αλλά υπάρχει και ομορφιά,αρκεί να θελήσεις να τη δεις.Προσπάθησε,Λένα >>.
Επίσης συγκλονιστικά και ΄τα λόγια του Νικηφόρου στην Λένα στην σελίδα 303:<< Τελικά,για ν αλλάξει ο άνθρωπος και να γίνει ο εαυτός του,πρέπει να έχει ελευθερία.Για να διδαχτεί,να μάθει,να κρίνει,να δει καθαρά,πρέπει να είναι ελεύθερος.Έτσι όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος την ελευθερία του.Κανένας,έστω κι αν είναι από αγάπη,δεν έχει το δικαίωμα να του τη στερεί.Από εμένα,είσαι ελεύθερη,Λένα.Για όσο θέλεις ή για όσο χρειαστεί,ακόμα και για πάντα >>.
Η συζήτηση της Λένας με την Νιόβη πραγματικά άγγιξε την ψυχή μου στην σελίδα 306:<< Λοιπόν,έχουμε να τα πούμε αρκετές μέρες.Στο τηλέφωνο μου έδωσες την εντύπωση ότι έχουμε να πούμε πολλά.Θέλω να πώ,ότι αποφάσισες να ζήσεις μόνη σου,αν κατάλαβα καλά,σωστά;>> είπε η Νιόβη και κάθισε στην αναπαυτική καρέκλα του γραφείου της.
<< Κατάφερα να μου χαρίσει ο Νικηφόρος την ελευθερία μου,εντός πολλών εισαγωγικών βέβαια,αντί να δεχτεί τη δική του εκείνος.Είναι αυτό για το οποίο προσπαθούσα τόσον καιρό να τον πείσω πως ήταν το σωστό να γίνει,κι όμως τώρα δεν ξέρω αν έχω πειστεί εγώ η ίδια γι αυτό.Έχω ανάγκη να πιστέψω πως δεν έχω κάνει ένα ακόμα λάθος >> είπε η Λένα και περίμενε ν ακούσει τι θα μπορούσε να της πει η Νιόβη,σαν να ήταν εκείνη που θα αποφάσιζε για το τι ήταν λάθος ή σωστό.
Η Νιόβη χτύπησε τα δάχτυλά της πάνω στο γραφείο της,σαν να έπαιζε πιάνο.Έπιασε στη συνέχεια το στυλό της και το τοποθέτησε μέσα στη μολυβοθήκη που υπήρχε πάνω στο γραφείο της,έπλεξε μετά τα δάχτυλά της μεταξύ τους και ακούμπησε τα χέρια της πάνω στο γραφείο.
<< Και τώρα,υποθέτω,ότι περιμένεις από εμένα να σου πω αν έχεις κάνει ένα ακόμα λάθος,έτσι;>>
Η Λένα την κοίταζε χωρίς να μιλάει.Αν ήθελα να είναι ειλικρινής,δεν περίμενε να της δώσει μια σαφή απάντηση.Μέχρι τότε η Νιόβη ποτέ δεν της μίλησε σαν κριτής.Πάντα μιλούσε συμβουλευτικά,της έδειχνε τον δρόμο και την άφηνε να τον περπατήσει μόνη της.
<< Η ζωή θα σου απαντήσει σ αυτό το ερώτημα,υποθέτω.Εγώ μπορώ να σου πω μόνο,πως πρέπει να μάθεις ν αγαπάς ακόμα και τα λάθη σου και να προσπαθείς,ακόμα και από αυτά,να πάρεις ότι καλό μπορεί να προκύψει.Ξέρεις;,σ ένα πολύ παλιό ξένο περιοδικό της Ανθρωπιστικής Ψυχολογίας που έπεσε στα χέρια μου όταν βρισκόμουν σ ένα συνέδριο στο εξωτερικό,διάβασα κάτι που έγραφε ένας ογδονταπεντάχρονος που έμαθε ότι θα πεθάνει.Έλεγε λοιπόν,πως αν μπορούσε να ξαναζήσει τη ζωή του από την αρχή,θα έκανε πολύ περισσότερα λάθη και δεν θα προσπαθούσε να είναι τέλειος.Θα αφηνόταν,θα χαλάρωνε,θα έκανε ανοησίες και θα έπαιρνε ελάχιστα πράγματα στα σοβαρά.Θα ήταν λιγότερο συγκρατημένος και θα φερόταν πιο τρελά.Θα διακινδύνευε,θα έκανε περισσότερα ταξίδια,θα κολυμπούσε,θα κοίταζε περισσότερα ηλιοβασιλέματα.Θα έτρωγε περισσότερα παγωτά και λιγότερα φασόλια.Θα είχε περισσότερα πραγματικά προβλήματα και λιγότερα φανταστικά.Αν γινόταν,έλεγε,να ξανάρχιζε από την αρχή,θα φρόντιζε να έχει περισσότερες όμορφες στιγμές.Στην πραγματικότητα θα προσπαθούσε να ζήσει μόνο όμορφες στιγμές,στιγμή τη στιγμή,γιατί η ζωή είναι φτιαγμένη από στιγμές.Κι εσύ,Λένα,ζήσε τις στιγμές σου,αγάπα τα λάθη σου,απόλαυσε τα παγωτά,κι ας ξέρεις ότι δεν είναι το σωστό,αφού σου προσφέρουν περισσότερη ευχαρίστηση απ ό,τι τα φασόλια.Ο Λέο Μπουσκάλια λέει ότι η ζωή είναι ένα φαγοπότι και οι πιο πολλοί ηλίθιοι πεθαίνουν από την πείνα.Φυσικά δεν εννοεί εκείνους που δυστυχώς βιώνουν οικονομική δυσκολία και στερούνται τα απαραίτητα,αλλά εκείνους που δυσκολεύονται να εκτιμήσουν και να απολαύσουν αυτά τα υπέροχα πράγματα που τους προσφέρει η ζωή >>.
Αποφασίζει λοιπόν να απομακρυνθεί απ όλα στην σελίδα 309:<<Αλλά όχι, μια απόσπαση,μακριά από τα ίδια πρόσωπα,τις ίδιες καταστάσεις,σ ένα άλλο μέρος όπου θα έπρεπε μόνη της να φροντίσει τον εαυτό της,ίσως να ήταν η νέα αρχή που χρειαζόταν.Θα το τολμούσε,θα ξεκινούσε μια νέα μάχη και με τον καιρό ήλπιζε να έχει τις αποδείξεις για την ορθότητα της πράξης της. Αποδείξεις για ποιον; Για τον εαυτό της,μόνο.
<< Δεν έχεις ν αποδείξεις τίποτα και σε κανέναν.Μόνο στον εαυτό σου οφείλεις να αποδεικνύεις πράγματα >>.
Χαμογέλασε καθώς θυμήθηκε τα λόγια της Νιόβης.<< Τελικά,αν είχα αποφασίσει να " δουλέψω " μαζί της νωρίτερα,ίσως τώρα να βρισκόμουν σε καλύτερο δρόμο >> σκέφτηκε.Οι συζητήσεις τους και οι συμβουλές της της πρόσφεραν μια σιγουριά,μια ασφάλεια.>>
Επίσης συγκλονιστική η εικόνα και οι σκέψεις της Λένας στην κοιλάδα των πεταλούδων στην σελίδα 331:<< Καθισμένη δίπλα στο ρυάκι,απολάμβανε τον ρυθμικό ήχο του νερού,παρατηρούσε τη βλάστηση,τις πεταλούδες,το γαλάζιο τ ουρανού.Όλα αυτά ήταν ζωή,κι εκείνη υπήρχε μέσα σ αυτά.Δεκάδες ή και χιλιάδες πράγματα,μικρά κι ασήμαντα και συγχρόνως τόσο σημαντικά,ήταν η ζωή!Όπως αυτός ο περίπατος που έκανε η Ρένια με τον φίλο της,όπως οι χαρούμενες φωνές και το γέλιο μιας παρέας παιδιών από μια σχολική εκδρομή.Όπως οι ηλιαχτίδες που έπαιζαν κρυφτό ανάμεσα στα φύλλα του πλάτανου που της χάριζε τη σκιά του.Όλα αυτά ήταν ζωή,με ομορφιά,με δύναμη,με ορμή,μα εκείνη δεν αφηνόταν σ αυτή την ορμή.
Είχε μείνει εγκλωβισμένη σε δεκάδες ανασφάλειες,φόβους,αγωνίες.Εδώ και πάρα πολύ καιρό,την απασχολούσε ο θάνατος.Ο θάνατος που φοβόταν ότι θα ερχόταν να της στερήσει ό,τι αγαπούσε,σαν τιμωρία επειδή είχε κάτι που δεν άξιζε.Η αυτοεκτίμησή της ήταν πιο κάτω κι από το τελευταίο σκαλί.Φοβόταν να ζήσει ακόμα και την πιο μικρή χαρά,φοβόταν να γελάσει,γιατί ίσως δεν το άξιζε.Πως να αφήσει λοιπόν την ορμή της ζωής να την απορροφήσει;Αφέθηκε να παρασύρεται όμως,όπως εκείνο το φύλλο από το πλατάνι που ταξίδευε πάνω στο νερό σαν μικρό ακυβέρνητο καραβάκι.
Κάποτε της είχε πει ο Νικηφόρος πως η ζωή είναι ποτάμι,κι αν δεν την αφήσεις να σε παρασύρει,θα γίνει βάλτος και θα χαθείς μέσα του.Κι όμως,εκείνη,αν και άφησε το ποτάμι να την παρασύρει,ένιωθε ότι την έβγαλε σε βάλτο.Ένιωσε μια πρωτόγνωρη αγωνία.Να βγει από τον βάλτο,να σωθεί.Να βγει στη ζωή ξανά,κι εκεί,κάπου στην όχθη,να περιμένει ο Νικηφόρος με το χέρι του απλωμένο,να την κρατήσει και να προχωρήσουν ξανά μαζί.>>
Πραγματικά με συγκίνησε ο τρόπος που έκλεισε την εκπομπή του ο Νικηφόρος στην σελίδα 351:
<< Πουλί θα κάμω τη χαρά
να φύγει να πετάξει
στων πονεμένων τσι καρδιές
εκειά να πάει να κάτσει.
<<Σας αποχαιρετώ για απόψε,μ αυτή τη μαντινάδα ενός σπουδαίου
συμπατριώτη μου,καλλιτέχνη της κρητικής μουσικής,του Πριναροστέλιου. Τα
λόγια αυτής της μαντινάδας αλλά και η μουσική της, ήρθαν και φώλιασαν στο
μυαλό του μέσα στον ύπνο του. Μια μαντινάδα με τόσο μεγάλο νόημα
γεννήθηκε μέσα στο όνειρο του καλλιτέχνη. Φανταστείτε πόσο σπουδαίος
ήταν,πόσο ευαίσθητος και πόσο σοφός,κι ας ήταν αγράμματος. Από τότε την
τραγούδησε πολλές φορές στα γλέντια και στις παρέες που έπαιζε και
τραγουδούσε. Και μιλάω για εκείνον σε παρελθόντα χρόνο γιατί σήμερα δεν
βρίσκεται κοντά μας.Βρίσκεται κοντά στους παλιούς του φίλους,στις παρέες
που γλέντησαν πολλές φορές μαζί και είμαι σίγουρος πως συνεχίζουν να
γλεντούν εκεί ψηλά και να δημιουργούν προβλήματα στον Χάρο γιατί φοβάμαι
μήπως με τη λύρα του και τη βροντερή και συγχρόνως γλυκιά φωνή
του,ξεσηκώσει όλους εκείνους που κρατάει φυλακισμένους στον κάτω κόσμο. Τα
λόγια αυτά,κομμάτι μιας βαριάς κληρονομιάς που άφησε πίσω του,είναι
γραμμένα σ ένα κομμάτι μάρμαρο εκεί που αναπαύεται,γιατί είναι λόγια
δικά του, μα τα δανείστηκα για να σας πω πως στης καρδιάς την
πληγή,φάρμακο είναι η χαρά και πρέπει να τη δίνουμε απλόχερα.Όσο
μεγαλύτερη η δόση,τόσο πιο γρήγορα περνάει ο πόνος>>.Πολλά ακόμα θα μπορούσα να γράψω γι αυτό το συγκλονιστικό βιβλίο ,για το υπέροχο γράψιμο της Μαρίας Πρινάρη - Καρκαβατσάκη, τις μεγάλες αλήθειες ,τα μηνύματα γιατί πραγματικά αισθάνομαι πως είναι σαν να γράφτηκε για μένα αφού αυτή την περίοδο περνώ πολύ δύσκολα την απώλεια του λατρεμένου μου αδελφού.
Συγχαρητήρια στην Μαρία Πρινάρη - Καρκαβατσάκη για το εξαιρετικό βιβλίο που έγραψε που αγγίζει πραγματικά τις ψυχές των αναγνωστών !!!!
Πάντα επιτυχίες!!!!!!!!!
—
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου