Κάθεται στην καρέκλα του, αγέρωχα στημένος! Πίσω από τα θολά γυαλιά του, τα μάτια του,
υγρά. Τα μαλλιά του έχουν το χρώμα του γκρίζου σύννεφου μπλεγμένου με εκείνο του χιονιά. Τα γένια του καλύπτουν το σκαμμένο από τις ρυτίδες πρόσωπό του. Θα μπορούσε να παραπονεθεί για όσα συμβαίνουν γύρω του, θα μπορούσε να δακρύζει που πέρασε πόλεμο, φτώχεια και θανάτους αγαπημένων του προσώπων και τώρα ήρθε πάλι η ώρα να ταράξει την ζωή του ένας ξεχωριστός πόλεμος. Ένας εχθρός που δεν τον βλέπει και δεν ξέρει πως να τον αντιμετωπίσει. Τον έκλεισε στο σπίτι, αφήνοντας τον άοπλο απέναντι στην μανία του.
Αντί για αυτό ανοίγει τα χείλη του και πιάνει το τραγούδι. 'Ένα τραγούδι λεβέντικο,από τα
ξεχασμένα. Από εκείνα που έλεγαν παλιά σαν μαζευόντουσαν στα σπίτια κι έστηναν γλέντι και
χορό, κερνώντας τον μεζέ από το ίδιο πιρούνι. Τραγουδώντας χωρίς όργανα, χωρίς μουσική, με μόνη
μελωδία αυτή που έβγαινε από την καρδιά τους.
Τι κι αν το σώμα γέρασε, η ψυχή του όμοια με παλικαράκι τραγουδά τον σκοπό που πιάστηκε από τα χείλη του. Η φωνή απ' τη συγκίνηση σπασμένη, μα κρυστάλλινη, σχίζει την καρδιά σου σαν γυαλί
ακούγοντας τα λόγια.
υγρά. Τα μαλλιά του έχουν το χρώμα του γκρίζου σύννεφου μπλεγμένου με εκείνο του χιονιά. Τα γένια του καλύπτουν το σκαμμένο από τις ρυτίδες πρόσωπό του. Θα μπορούσε να παραπονεθεί για όσα συμβαίνουν γύρω του, θα μπορούσε να δακρύζει που πέρασε πόλεμο, φτώχεια και θανάτους αγαπημένων του προσώπων και τώρα ήρθε πάλι η ώρα να ταράξει την ζωή του ένας ξεχωριστός πόλεμος. Ένας εχθρός που δεν τον βλέπει και δεν ξέρει πως να τον αντιμετωπίσει. Τον έκλεισε στο σπίτι, αφήνοντας τον άοπλο απέναντι στην μανία του.
Αντί για αυτό ανοίγει τα χείλη του και πιάνει το τραγούδι. 'Ένα τραγούδι λεβέντικο,από τα
ξεχασμένα. Από εκείνα που έλεγαν παλιά σαν μαζευόντουσαν στα σπίτια κι έστηναν γλέντι και
χορό, κερνώντας τον μεζέ από το ίδιο πιρούνι. Τραγουδώντας χωρίς όργανα, χωρίς μουσική, με μόνη
μελωδία αυτή που έβγαινε από την καρδιά τους.
Τι κι αν το σώμα γέρασε, η ψυχή του όμοια με παλικαράκι τραγουδά τον σκοπό που πιάστηκε από τα χείλη του. Η φωνή απ' τη συγκίνηση σπασμένη, μα κρυστάλλινη, σχίζει την καρδιά σου σαν γυαλί
ακούγοντας τα λόγια.