Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟΔΩΡΟ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ στην ΛΙΤΣΑ ΛΑΜΠΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ για το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ  ΣΤΟΝ ΘΕΟΔΩΡΟ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ


Βιογραφικό:
Ο Θεόδωρος Παπαθεοδώρου γεννήθηκε στην πόλη των Πατρών το 1973. Σπούδασε νομικά στη Νομική σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε αρχικά στην οικογενειακή εμπορική επιχείρηση στην Πάτρα. Αργότερα δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά ως πωλητής και υπεύθυνος πωλήσεων σε διάφορες επιχειρήσεις με έδρα την Αθήνα και την Πάτρα. Σήμερα διαμένει μόνιμα στην Πάτρα, εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στον χώρο των πωλήσεων και της διαφήμισης, ενώ παράλληλα ασχολείται με τη συγγραφή.




Προφίλ στο Facebook

Οπισθόφυλλο:
 Αρχές του Οκτώβρη του 1940. Ο Βασίλης Δημακόπουλος, νεαρός λοχαγός στην υπηρεσία αντικατασκοπίας του Ελληνικού Στρατού, θα λάβει την εντολή να μεταβείστην Ιταλία με το ψεύτικο όνομα Σέρτζιο Φινέτι. Σκοπός του να συλλέξει ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την πιθανολογούμενη ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Μερικές ημέρες πριν ξεκινήσει για την επικίνδυνη αποστολή του, γνωρίζει και ερωτεύεται κεραυνοβόλα την Έλενα. Είναι ένας έρωτας που έρχεται στην πιο ακατάλληλη στιγμή...
    Ύστερα από ένα περιπετειώδες σύντομο ταξίδι, φτάνει τελικά στην Ρώμη όπου και θα συνεργαστεί με την Παολίνα Φεράρι, μία γυναίκα εκπληκτικής ομορφιάς που θα παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή του… Κάποιος θα τον προδώσει και θα βρεθεί στις ιταλικές φυλακές, αλλά θα καταφέρει να αποδράσει και θα βρει καταφύγιο στις τάξεις των Ιταλών παρτιζάνων… Αίγυπτος, Ελλάδα, ʼγιον Όρος, Νέα Υόρκη, Κούβα… Μια ατέλειωτη περιπλάνηση θα τον φέρει ξανά μπροστά στη μοίρα του… Ενώπιος ενωπίω με την προδοσία της Έλενας. Ενώπιος ενωπίω με την αλήθεια...
Ένα λογοτεχνικό best seller έρωτα,

πολέμου, προδοσίας και αμείωτης περιπέτειας
που θα σας συναρπάσει!
Ποιες ήταν οι συνθήκες εκείνες που σας οδήγησαν στην απόφαση να εκδώσετε το πρώτο σας και πότε έγινε αυτό;
Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο με καλή ροή γραφής, με ενδιαφέρουσα ιστορία και πλοκή, με ιστορικές αναφορές και ανάδειξη των δυνατοτήτων και των συναισθημάτων του ανθρώπου. Δεν έγραφα για να εκδώσω ούτε με ενδιέφερε να εκδώσω υποχρεωτικά αυτό που έγραφα τότε. Πριν τελειώσω την ιστορία αποφάσισα τελικά με την παρακίνηση και κάποιων δικών μου προσώπων ότι θα έπρεπε να στείλω το μυθιστόρημά μου σε κάποιους εκδότες όταν το ολοκλήρωνα. Όχι για να το εκδώσουν οπωσδήποτε μα κυρίως για να το εξετάσουν και για να δουν αν είχε κάποια αξία λογοτεχνική, εμπορική, συγγραφική, αυτό το πόνημά μου. Ήμουν της γνώμης πως μόνο αν το βιβλίο άξιζε και αποτελούσε επιλογή έκδοσης για κάποιον εκδότη, θα έπρεπε να πάρει τον δρόμο της έκθεσης προς το αναγνωστικό κοινό. Δεν με απασχόλησε να ακολουθήσω επιλογές αυτοέκδοσης ή να χρηματοδοτήσω ο ίδιος την έκδοση του βιβλίου μου σε συνεργασία με εκδοτικούς οίκους. Ήθελα το βιβλίο αυτό, το πρώτο μου βιβλίο, να έχει εγκριθεί ως άξιο έκδοσης με όλα τα ρίσκα που αυτό συνεπάγεται για τον Χ εκδότη. Και ευτυχώς λοιπόν, βρέθηκε ένας τέτοιος εκδοτικός οίκος, και μία γνωστή εκδότρια και συγγραφέας, για να κάνουν την επιθυμία μου πραγματικότητα. Ήταν οι εκδόσεις Ωκεανός και η κυρία Ελένη Κεκροπούλου. Μία πρόκληση με τον εαυτό μου ήταν η συγγραφή, μία εκφραστική διέξοδος μέσα σε κάποια «άνυδρη» περίοδο της ζωής μου, μία ιδέα μυθιστορήματος, μία προσπάθεια χρόνων, που βρήκε εν τέλει τον κατάλληλο και επιθυμητό δρόμο προς τα βιβλιοπωλεία. Αυτό έγινε τον Μάρτιο του 2017.

Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που έπλασε στο μυαλό σας την υπόθεση του νέου σας βιβλίου «Ο τρίτος δρόμος είναι της αγάπης»;
Επειδή με ενδιαφέρει η ιστορία ως επιστήμη και επειδή η περίοδος του β παγκοσμίου πολέμου αποτελεί μία εποχή πολυποίκιλων γεγονότων που πάντοτε με ενέπνεε, είχα αρχικώς μία ιδέα για έναν Έλληνα αξιωματικό που θα λειτουργούσε μέσα σε εκείνο το ιστορικό φόντο με έναν χαρακτήρα ηρωικό και αντιηρωικό συγχρόνως. Αν μπορούσα να σχεδιάζω πολύ καλά θα το έκανα κόμικ αυτό το αρχικό νοητό και φαντασιακό πρόσωπο. Μα τελικώς το έκανα βιβλίο. Ένα βιβλίο που στην πορεία της γραφής του έβγαλε πολλά περισσότερα στοιχεία, μηνύματα, σκέψεις, ιστορίες, χαρακτηριστικά εποχής και χαρακτήρες ανθρώπων, από όσα θα μπορούσα να είχα φανταστεί όταν ξεκινούσα.

Χρειάστηκε να κάνετε έρευνα; Αν ναι, πόσο χρειάστηκε για να έχετε μία ολοκληρωμένη έρευνα;
«Ο τρίτος δρόμος είναι της αγάπης» είναι ένα βιβλίο με ιστορικό φόντο και αναφορές. Επειδή αγαπώ την ιστορία και την μελέτη της, πολλά από αυτά που περιγράφω ή αναφέρω μέσα στο βιβλίο για την εποχή του πολέμου, τα γνώριζα.
Πάντοτε όμως οφείλει κανείς να κάνει μία σχετική έρευνα όταν θέλει να είναι ακριβής και πειστικός αναφορικά με αληθινά γεγονότα και καταστάσεις. Έκανα και εγώ λοιπόν. Απλώς την έκανα κατά την διάρκεια της συγγραφής και κατά περίπτωση.

Τι θα θέλατε ο αναγνώστης να εκτιμήσει περισσότερο στο βιβλίο σας;
Θα ήθελα ο αναγνώστης να ευχαριστηθεί την πλοκή, την ιστορία, το ταξίδι και αν γίνεται να κρατήσει κάτι από όλα αυτά. Το τι θα κρατήσει, τι ακριβώς θα εκτιμήσει, είναι δική του δουλειά, έχει σχέση με τα δικά του βιώματα, την οπτική του στα πράγματα, την σκέψη του, τον χαρακτήρα του. Θεωρώ πάντως πως το βιβλίο έχει πολλά στοιχεία από εκείνα που αποτελούν αφορμή για περαιτέρω σκέψη και αναζήτηση.


Πείτε μας τα αισθήματά σας όταν γράφατε την λέξη «Τέλος»
Γλυκόπικρα τα συναισθήματα. Χαρμολύπη για μία προσπάθεια που επιτέλους ολοκληρώθηκε και για ένα προσωπικό ταξίδι γραφής που δυστυχώς έληξε. Συγκίνηση γλυκιά αλλά και πικρή συμπερασματικά!

Εκπληρώθηκαν οι προσδοκίες σας με την έκδοση του βιβλίου σας;
Οι δικές μου με το παραπάνω. Μα σημασία έχει να εκπληρώνονται και οι προσδοκίες των αναγνωστών. Χαίρομαι εντούτοις που ακούω γενικώς καλά λόγια για το βιβλίο από πολλούς. Αυτό μου δίνει δύναμη και μία αίσθηση παραπανίσιας ευθύνης για την συνέχεια..
 


Θα γράφατε ένα βιβλίο μυστηρίου;
Μου αρέσουν τα βιβλία με υποθέσεις μυστηρίου. Δεν γνωρίζω όμως αν θα μπορούσα να γράψω κάτι τέτοιο και αν θα ήμουν καλός σε αυτό. Θεωρητικά θα απαντούσα «ναι» στην ερώτηση.

Ποιά είναι τα άμεσα λογοτεχνικά ή προσωπικά σας σχέδια;
Γράφω ένα νέο μυθιστόρημα μα δεν το έχω τελειώσει ακόμα. Ελπίζω να το ολοκληρώσω μέσα στους επόμενους μήνες και να εκδοθεί την επόμενη χρονιά. Κατά τα λοιπά, συνεργάζομαι με εφημερίδες και με ιστοσελίδες αρθρογραφώντας ή στέλνοντας μικρά κείμενά μου, κάτι που μου αρέσει και αποτελεί πάντοτε μία άμεση παρέμβασή μου στα πράγματα. Σε προσωπικό επίπεδο δεν έχω μακρόπνοα σχέδια, αφήνω την ζωή να σχεδιάζει. Άλλωστε για έναν συγγραφέα δεν διαχωρίζονται τα προσωπικά και τα επαγγελματικά. Είναι βαθιά προσωπική υπόθεση και η συγγραφή. Εν κατακλείδι εύχομαι να είμαι υγιής και να προσπαθώ πάντα να βλέπω το θετικό των πραγμάτων. Το ίδιο εύχομαι για όλο τον κόσμο.

Πείτε μας κάτι που δεν θα λέγατε ποτέ δημόσια.
Υπό μίαν έννοια ο οποιοσδήποτε άνθρωπος γράφει, το κάνει επειδή κατ αυτόν τον τρόπο εκφράζει τις εσωτερικές ανησυχίες του, τις ενδόμυχες σκέψεις του, τα όνειρά του ή εκείνα τα βιώματα που τον χάραξαν. Κατά συνέπειαν δεν υπάρχει κάτι πιο ιδιωτικό από την συγγραφή, την λογοτεχνία ή την ποίηση. Δεν νομίζω λοιπόν ότι χρειάζεται να πω κάτι που δεν θα έλεγα ποτέ δημόσια. Μέσα στο έργο μου υπάρχει κρυμμένο αυτό το κάτι και ίσως πολλά περισσότερα.
 

 
Ας κλείσουμε την συνέντευξη με ένα απόσπασμα από το βιβλίο σας…
« Σε λίγο, εκατομμύρια σταγόνες νερού έπεφταν από τον ουρανό και εκείνος έμεινε σχεδόν μόνος να περπατά στα άδεια πεζοδρόμια σαν να ήταν ο μοναδικός πολίτης αυτής της τεράστιας πόλης. Μόνο τα αυτοκίνητα και τα γεμάτα από κόσμο λεωφορεία φανέρωναν πως υπήρχαν και άλλοι άνθρωποι δίπλα του. Έτσι, για να του θυμίζουν πως ήταν λίγο διαφορετικός, λίγο τρελός που αψηφούσε τον καιρό, που αντιστεκόταν στην δυσθυμία του. Ένας άμυαλος τυχοδιώκτης ίσως. Σε κάποια διασταύρωση, προσπάθησε να διασχίσει τον δρόμο για να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο, μα τα αυτοκίνητα που περνούσαν με ταχύτητα εμπόδιζαν την διέλευσή του. Το νερό που πεταγόταν από τις ρόδες τους, έπεφτε όλο πάνω του κάνοντας μούσκεμα τα ρούχα του, πιτσιλίζοντας με λάσπες το πρόσωπό του. Στάθηκε για λίγο στη μία πλευρά του δρόμου, αμήχανος και βρεγμένος πια ως το κόκκαλο, και κοίταξε απέναντι προσπαθώντας να διακρίνει καλύτερα κάποια μοναχική γυναικεία φιγούρα που του είχε τραβήξει την προσοχή.
 Μέσα στην καταρρακτώδη βροχή, ανάμεσα σε δεκάδες αυτοκίνητα που περνούσαν βιαστικά, μία γυναίκα κρατώντας ομπρέλα επιχειρούσε να κάνει το ίδιο ακριβώς πράγμα με εκείνον. Να διασχίσει τη διασταύρωση, με την αντίθετη όμως φορά. Η σκηνή έμοιαζε βγαλμένη από κινηματογραφική ταινία με έντονη αποτύπωση μίας αλληγορικής, μίας σουρεαλιστικής ίσως, σκηνοθετικής ματιάς. Δύο άνθρωποι, ένας άνδρας και μία γυναίκα, προσπαθούσαν ταυτόχρονα να διασχίσουν τον δρόμο που τους χώριζε, με φόντο το γκρι αστικό τοπίο της Νέας Υόρκης, μίας Νέας Υόρκης υγρής, έρημης, χωρίς άλλους διαβάτες. Όταν κάποια στιγμή, τα βλέμματά τους συναντήθηκαν τυχαία, ο Δημακόπουλος αναγνώρισε το οικείο πρόσωπο με την λευκή επιδερμίδα, τα σπινθηροβόλα γαλάζια μάτια, τις ξανθές τούφες μαλλιών. Και έμεινε εμβρόντητος, εκεί στην άκρη του δρόμου, ρωτώντας δειλά τον εαυτό του αν αυτό που έβλεπε ήταν αληθινό, αν ζούσε μέσα σε κάποιο όνειρο ή αν βρισκόταν σε κάποιον άλλον κόσμο έξω από την γήινη πραγματικότητα.»


Για το βιβλίο της  Παρέας 
Λίτσα Λαμπρακοπούλου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου