ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΓΚΑΝΕΤΣΑ
Βιογραφικό: Η Ιωάννα
Γκανέτσα είναι αστυνομικός και συγγραφέας. Αρθρογραφεί σε
ηλεκτρονικές σελίδες από το 2012, γράφει λογοτεχνικά κείμενα, ποίηση και
μυθιστορήματα για μικρούς και μεγάλους. Το πρώτο βιβλίο της «Ο έρωτας δε θέλει
τίτλο» κυκλοφόρησε το 2014. Έχει παρακολουθήσει παιδαγωγικά μαθήματα στο
Βρετανικό Συμβούλιο και είναι κάτοχος πτυχίου του Πανεπιστημίου Cambridge ως
καθηγήτρια αγγλικής γλώσσας. Γνωρίζει επίσης γαλλικά και ισπανικά. Είναι
ιδρυτικό μέλος της Δράσης Αστυνομικών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Οπισθόφυλλο: Όταν ο Οδυσσέας μετακόμιζε στο Εδιμβούργο για να
εργαστεί ως γεωπόνος-ερευνητής στον Βασιλικό Βοτανικό Κήπο, δεν περίμενε πως
στο πρόσωπο της συναδέλφου του, της Φρέγια, θα γνώριζε τον έρωτα. Τα
συναισθήματά του, γεμάτα εντάσεις, διλήμματα και αναπάντητα ερωτήματα τον ωθούν
σε ένα ταξίδι προς την αυτογνωσία. «Το Άνθος της ζωής» είναι ένα ερωτικό
ψυχογράφημα που εξιστορεί με ρεαλιστικό βλέμμα τα πανάρχαια διλήμματα της
καρδιάς που –σε πείσμα των καιρών– συνεχίζει να ερωτεύεται. Με φόντο τον κόσμο
της φύσης και τη σύνδεσή της με τη φιλοσοφία, οι ήρωες ανακαλύπτουν τα πολλά
πρόσωπα του έρωτα αλλά και τον ίδιο τους τον εαυτό σε έναν κύκλο τεσσάρων
εποχών, όπου κάθε εποχή ανατρέπει την προηγούμενη. Πόσο εύκολο είναι να
διαχειριστεί κανείς τις αλήθειες, ιδίως αν αυτές πονούν; Πώς μπορεί ο έρωτας να
βοηθήσει στη βαθύτερη γνώση του εαυτού μας; Τελικά ποιο είναι το ωραιότερο
άνθος όλων, «Το άνθος της ζωής»;
Κρητικές βιβλίου:
Κεντρικός
πυρήνας της ιστορίας του βιβλίου είναι ο έρωτας. Ψυχικά απωθημένα, σκέψεις και
συναισθήματα ξεδιπλώνουν τις πιο ενδόμυχες πλευρές του χαρακτήρα τους. Tι ήταν αυτό που σε έκανε να επιλέξεις την αγάπη και
τον έρωτα και δεν σκέφτηκες ότι είναι ένα θέμα πολυσυζητημένο οπότε «ας επιλέξω
κάτι άλλο»; Τι το διαφορετικό είναι αυτό που έχει να ανακαλύψει ο αναγνώστης
μέσα από τις σελίδες του βιβλίου σου;
Ο έρωτας έχει ποικίλες εκφάνσεις, εντάσεις, χρώματα, γι’ αυτό
μπορεί να αγγίξει κάθε αναγνώστη, ακόμη και εκείνον που δεν τον προτιμά ως
αναγνωστικό είδος. Αυτό που με ενδιαφέρει ως συγγραφέα, πέρα φυσικά από το να
διηγηθώ μια καλή ιστορία, είναι αυτή η ιστορία να φτάσει ως τις κρυφές ή
σκοτεινές γωνιές της καρδιάς του αναγνώστη και να αναμοχλεύσει, να φωτίσει,
μνήμες και επιθυμίες –γιατί όλοι μας έχουμε και από τα δυο. Είναι το σημείο
επαφής, εκεί που εγώ του κλείνω το μάτι κι εκείνος ξέρει ότι σε όσα -κάποτε ή
τώρα- νιώθει δεν είναι μόνος.
Ο Οδυσσέας Ανδρινός, είναι άνθρωπος που τον συναντάμε καθημερινά. Έχει πάρει πτυχίο ως ερευνητής γεωπόνος και αποφασίζει να πάει στο Εδιμβούργο να δοκιμάσει την τύχη του. Γιατί επέλεξες το εξωτερικό ως σημείο αναφοράς για να ξετυλίξεις την ιστορία σου και όχι την Ελλάδα;
Πολύ συχνά άνθρωποι αποφασίζουν να ξενιτευτούν προκειμένου να
σπουδάσουν, να εργασθούν, να κυνηγήσουν το όνειρο. Έτσι και ο Οδυσσέας, ήρωας
πλασμένος με υλικά που χαρακτηρίζουν τους θνητούς -ελαττώματα, προτερήματα,
όνειρα και δισταγμούς- ξεκινά το δικό
του ταξίδι προς την αυτογνωσία με αφορμή την ευκαιρία να εργασθεί στον Βασιλικό
Βοτανικό Κήπο. Έχοντας ταξιδέψει στη Σκοτία, ήρθα σε άμεση επαφή με την άγρια
ομορφιά των τοπίων της και έμαθα για τους Βοτανικούς Κήπους της. Η έρευνα για
τους τόπους, τα φυτά, οι ιστορίες που τα συνοδεύουν, με οδήγησαν στην επιλογή
τους ως βασικό τόπο εξέλιξης της ιστορίας, του μοναδικού μυθικού στοιχείου σε
ένα απόλυτα ρεαλιστικό πλαίσιο περιγραφών και πληροφοριών. Ωστόσο, υπάρχει και λίγο άρωμα Ελλάδα. Δεν θα
μπορούσε να λείπει, όταν ο Οδυσσέας είναι έλληνας!
Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που αποκόμισες από την συγγραφή αυτού του βιβλίου?
Παρά τη δυσκολία της έρευνας, την τριβής με τις λέξεις, τον
χρόνο που ξόδεψα πάνω από βιβλία, μελέτες, χαρτιά και υπολογιστή, ο απολογισμός
της συγγραφής είχε θετικό πρόσημο. Βάζοντας την τελευταία τελεία ήξερα ότι
–είτε πετύχω σε αυτό που κάνω είτε όχι- είναι μέρος της ταυτότητάς μου. Έχω
γεννηθεί για να γράφω.
Κεντρικοί ήρωες του βιβλίου ο Οδυσσέας και η Φρέγια. Τι είναι αυτό που τους κάνει ξεχωριστούς τον κάθε ένα;
Αυτό που τους κάνει ξεχωριστούς είναι η σχέση που αναπτύσσουν
με τον αναγνώστη. Μέσα από την εσωτερική πάλη των ηρώων με το συναίσθημα, οι
αναγνώστες αναγνωρίζουν τους ίδιους. Ο Οδυσσέας και η Φρέγια είναι –ή έχουν
υπάρξει- κομμάτι τους.
Τελικά
ο έρωτας πόσα πρόσωπα έχει? Θα μπορούσε ο καθένας μας να ξεφύγει από τον ίδιο
του τον εαυτό για να θυσιαστεί στο βωμό του έρωτα?
Ο έρωτας έχει τόσες συνιστώσες ώστε, όσα βιβλία κι αν
γραφτούν γι’ αυτόν, πάντα θα υπάρχει κάτι που δεν έχει ειπωθεί. Η κοινή
συνισταμένη όλων είναι ο Άλλος. Ο έρωτας χρειάζεται έναν άλλο, ένα σπόρο, για
να ανθίσει. Από εκεί και έπειτα, τι είδους λουλούδι θα βγει, αν θα ‘ναι απαλό,
ευωδιαστό, ακανθώδες, σαρκοβόρο κ.ο.κ. εξαρτάται από τα χέρια που τον
φροντίζουν –αν τον φροντίζουν. Ο έρωτας θέλει περιποίηση. Ό,τι αφήνεις, σε
αφήνει και το ίδιο, βεβαίως, ισχύει και για τον εαυτό μας. Αν αφήσεις εσένα, αν
επιλέξεις να θυσιαστείς για χάρη του έρωτα, θα σε αφήσει και ο εαυτός σου στα
χέρια του άλλου. Ωστόσο, ας είμαστε ειλικρινείς, κανένας πραγματικός έρωτας δεν
αγαπά τον ευνουχισμό του Άλλου. Κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε
κατά την αναζήτησή του. Κάποια συναισθήματα μοιάζουν με έρωτα αλλά δεν είναι.
Θωρακίζουμε τον εαυτό μας απέναντι σε αυτά και μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε είτε
με έναν άνθρωπο είτε με τον έρωτας μας γι’ αυτόν, ακόμη και χωρίς αυτόν.
Πόσο εύκολο είναι για μια συγγραφέα αστυνομικό στο
επάγγελμα – γεγονός που θα μπορούσε να την κάνει να φαντάζει σκληρή στα μάτια
μας – να γράφει με τόσο ευαισθησία και τρυφερότητα για τον έρωτα και γενικά να
διεισδύει σε τέτοιο βάθος στην συναισθηματική ψυχοσύνθεση των ηρώων?
Η έμφυτη τάση να μπαίνω στη θέση του άλλου, αν και κουραστική
διαδικασία κάποιες φορές, έχει λειτουργήσει θετικά στον τρόπο που αντιμετωπίζω
τον κόσμο, τους ανθρώπου, τη ζωή. Είμαι πεπεισμένη ότι η μεγαλύτερη δύναμη
είναι η ψυχή. Σε εκείνη θέλω να μιλώ μέσα από τις λέξεις μου.
Κανένας έρωτας δεν θα είχε αξία, αν στους κόλπους
του δεν κρύβει τον πειρασμό και κανένας ερωτευμένος δεν θα ερωτευόταν αν ήξερε
πως ο πειρασμός του είναι επικίνδυνος... Τελικά ο έρωτας είναι άδικος ή όχι;
Ο έρωτας είναι πολλά πράγματα, μέσα σε αυτά και άδικος. Ίσως
κυρίως αυτό, διότι αφενός μας χαλά συχνά το χατίρι και αφετέρου μας βάζει
-επίσης συχνά- σε πειρασμό. Παρόλα αυτά, είναι ένα παιχνίδι που όλοι αρέσκονται
να παίζουν, ακόμη κι αν άδικα χάσουν σε αυτό. Πάντα υπάρχει το επόμενο.
Γιατί ο ίδιος άνθρωπος ερωτεύεται διαφορετικά σε άλλες φάσεις της ζωής του;
Γιατί ουσιαστικά δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος. Οι εμπειρίες, τα
χρόνια, οι συνθήκες, οι αντιλήψεις, τα θέλω, τα πρέπει, όλα αλλάζουν. Πώς
μπορούμε εμείς να ισχυριστούμε ότι μένουμε ίδιοι; Αλλάζουμε εμείς και μαζί με
εμάς αλλάζει ο έρωτας που φυλάμε και ο
έρωτας που είμαστε διατεθειμένοι να προσφέρουμε.
«Το ν’ αγαπάς ένα πράγμα... δεν ήταν ποτέ υγιής
διαδικασία. Πάντοτε πίστευα πως τον άνθρωπο που αγαπά καθολικά πρέπει να τον
φοβάσαι. Δεν ξέρει πώς είναι να μοιράζει και να μοιράζεται…» Επέλεξα αυτό
το κομμάτι γιατί με άγγιξε και θα ήθελα να μας το αναλύσεις…
Καθολική αγάπη είναι η τέλεια, η ολοκληρωτική, η πλήρης και
οι άνθρωποι είμαστε εκ φύσεως ατελή όντα. Ως εκ τούτο, δεν μπορούμε να αγαπήσουμε
καθολικά κι αυτό να μην έχει αρνητικές επιπτώσεις. Επίσης, δεν είμαστε
μονοδιάστατοι χαρακτήρες. Αν κάποιος καταλήξει να αγαπά στη ζωή του μόνο ένα
πράγμα όπως για παράδειγμα το χρήμα ή η τέχνη του ή έναν και μόνο άνθρωπο, κάτι
σίγουρα δε πηγαίνει καλά. Είμαστε πλασμένοι για το πολύ. Πολλή αγάπη, πολλά
πράγματα, πολλοί άνθρωποι.
Ποια σχέση μπορεί να έχει η φιλοσοφία με τον έρωτα; Με ποιον τρόπο η αποθέωση των αισθημάτων καθιστά δυνατή την επικοινωνία των συναισθημάτων και της λογικής?
Παρόλο που για τους φιλοσόφους της δυτικής κοινωνίας ο τρόπος
ζωής ή ο έρωτας δεν συνδέονται απαραίτητα με τη φιλοσοφία, δεν ισχύει το ίδιο
με τους φιλοσόφους της ανατολικής κοινωνίας, οι οποίοι θεωρούν ότι ο τρόπος που
κάποιος αντιλαμβάνεται ή βιώνει καταστάσεις και συναισθήματα επηρεάζει τον
τρόπο ζωής του και κατ’ επέκταση της κοινωνίας στην οποία ζει. Η φιλοσοφία
είναι έρευνα και τα συναισθήματα όσες φορές κι αν τα βάλλουμε στο μικροσκόπιο
θα αποτελούν πάντοτε μια αχαρτογράφητη περιοχή που επηρεάζει τη λογική, τις συμπεριφορές,
τη ζωή. Τα συναισθήματα είτε πρόκειται για δικά μας είτε άλλων είναι σημαντικά
και η σπουδαιότητά τους θα έπρεπε –γιατί όχι- να διδάσκεται στα σχολεία. Αυτό
δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουμε να πληγώνουμε ή να μας πληγώνουν. Σίγουρα
ωστόσο δεν θα έχουμε το δικαίωμα να ισχυριστούμε ότι «δεν ξέρουμε». Ξέρουμε και
κάνουμε τις επιλογές μας. Σε αυτό ακριβώς το σημείο συναντιούνται η λογική και
το συναίσθημα. Στην επιλογή.
Για το βιβλίο της
παρέας
Λίτσα Λαμπρακοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου